Ενας ένας οι «απογοητευμένοι» από την «πρώτη φορά Αριστερά» σκάνε μύτη. Και δεν μιλάμε για αγρότες, εργάτες, μισθωτούς, συνταξιούχους, ελεύθερους επαγγελματίες, όλους αυτούς που πίστεψαν (;) -το ερωτηματικό έχει τη σημασία του, καθώς μεταξύ αυτών, εκτός από τους αγνούς και καλόπιστους, υπήρχαν και πολλοί τυχοδιώκτες- ότι με τον ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση θα έβλεπαν άσπρη μέρα, χωρίς να περιμένουν να χιονίσει.
Οι περισσότεροι από αυτούς μπορεί να το πίστεψαν ελαφρά τη καρδία. Oπως κάνει, συνήθως, ένα μεγάλο κομμάτι ψηφοφόρων κάθε φορά που βλέπει ένα νέο πολιτικό μεσσία. Δεν είναι δικαιολογία, οι άνθρωποι έχουν ευθύνη για τις επιλογές τους, αλλά μπορεί να είναι μια εξήγηση. Η μεγάλη μάζα των ψηφοφόρων άκουγε τις υποσχέσεις του Αλέξη Τσίπρα, κάποιοι γοητεύθηκαν από τα «go back» και τα «νταούλια», οι πολλοί είχαν την αυταπάτη ότι οι «Σαμαροβενιζέλοι» έκοβαν μισθούς και συντάξεις λόγω αναλγησίας, όλοι αυτοί λοιπόν πήγαν στην ελκυστική κάλπη του ΣΥΡΙΖΑ. Δεν είχαν τη σκέψη και την κριτική ικανότητα να θέσουν στον εαυτό τους το απλό ερώτημα: «Μπας και όλα αυτά δεν μπορούν να γίνουν;».
Τι γίνεται, όμως, όταν παρόμοια συμπεριφορά επέδειξαν και άνθρωποι που, κατά τεκμήριο, μπορούν να δουν λίγο παραπέρα; Ανθρωποι που δεν (θα έπρεπε να) σύρονται άκριτα πίσω από υποσχέσεις και ωραία λόγια για «έναν άλλο κόσμο» (που) «είναι εφικτός»; Ανθρωποι που έχουν την κριτική σκέψη να τα φιλτράρουν όλα αυτά πριν βάλουν τις υπογραφές κάτω από πολιτικάντικα και παραπλανητικά προεκλογικά κείμενα και, κυρίως, πριν ρίξουν την ψήφο τους;
Αφορμή για τις σκέψεις αυτές ήταν μια πολύ χαρακτηριστική δήλωση μόλις 15 λέξεων ενός καλλιτέχνη, του οποίου ένα εμβληματικό τραγούδι είχε γίνει σήμα κατατεθέν των προεκλογικών συγκεντρώσεων του ΣΥΡΙΖΑ (εδώ). Μας λέει, λοιπόν, ότι ψήφισε την «πρώτη φορά Αριστερά» χωρίς να ελπίζει σε κάτι, αλλά «για να αλλάξουν οι πρωταγωνιστές». Ομως, τελικά, διαπίστωσε ότι «δεν είχε καθόλου πλάκα», παρά μόνο «τα ίδια αδιέξοδα (εδώ).
Τι δηλοί ο μύθος; Ότι, εκτός από τους «ευκολόπιστους και πάντα προδομένους», υπάρχουν και οι πρόθυμοι να «εξαπατηθούν», για να συμμετάσχουν και οι ίδιοι στο παιχνίδι της εξαπάτησης.
Και αυτός ήταν από τους πιο συγκρατημένους. Γιατί υπάρχουν και άλλοι που ξεσάλωσαν, βγάζοντας πύρινους λόγους από προεκλογικά μπαλκόνια υπέρ του «Οχι» (εδώ ένα παράδειγμα). Ή άλλοι που έγραφαν ανοικτές επιστολές στον Τσίπρα, προειδοποιώντας τον να μην υποχωρήσει. Και από τότε που ο Τσίπρας υποχώρησε (ευτυχώς, γιατί κατάλαβε τι ερχόταν – εδώ) έχουν καταπιεί τη γλώσσα τους. Και κάποιοι πήραν τις θεσούλες τους. Πλήθος οι υπογραφές σε προεκλογικά υποστηρικτικά κείμενα, μούγγα οι περισσότεροι τώρα που όλα αυτά αποδείχτηκαν φύκια για μεταξωτές κορδέλες. Τουλάχιστον κάποιοι πολιτικοί παραδέχτηκαν την κοροϊδία (εδώ).
Τι δηλοί ο μύθος; Ότι, εκτός από τους «ευκολόπιστους και πάντα προδομένους», υπάρχουν και οι πρόθυμοι να «εξαπατηθούν», για να συμμετάσχουν και οι ίδιοι στο παιχνίδι της εξαπάτησης. Διότι εξαπατήσαντες χωρίς εξαπατηθέντες δεν υπάρχουν (περισσότερα εδώ).
Ειδικά οι λεγόμενοι «πνευματικοί άνθρωποι» έχουν διπλή ευθύνη για την εξαπάτηση. Δεν είναι σαν τον κρητικό αγρότη που πίστεψε τον φαφλατά βουλευτή Γιάννη Μιχελογιαννάκη ότι «θα του κόψει τον ΕΝΦΙΑ» και τώρα τον απειλεί με «κρεμάλες» (εδώ). Εχουν σίγουρα λίγο μυαλό παραπάνω, για να μπορούν να καταλάβουν ότι αυτός ο «άλλος κόσμος» δεν έρχεται με κούφια λόγια ανερμάτιστων ανθρώπων.
«Για να γυρίσει ο ήλιος θέλει δουλειά πολλή», που λέει ο ποιητής. Δουλειά, όμως και όχι ψέματα. Ή, για να το πούμε με ένα στίχο που έχει μελοποιήσει ένας από αυτούς, οι οποίοι κραύγαζαν από τα προεκλογικά μπαλκόνια:
«Κάτω οι σημαίες στις λεωφόρους που παρελάσαμε/άλλαξαν λέει τ’ ανεμολόγια και οι ορίζοντες/μας κάνουν χάρη που μας ανέχονται και που γελάσαμε/τώρα δημόσια θα έχουν μικρόφωνο μόνο οι γνωρίζοντες/.
Την πρώτη φορά (μπορεί να) είχε πλάκα, που λέει κι ο μετανιωμένος. Τη δεύτερη όχι. Είθε η φάρσα να μην εξελιχθεί σε τραγωδία.