Απόψεις

Στα βήματα του Ιουνίου: δεύτερη φορά ανερμάτιστη διαπραγμάτευση

Η ελληνική κυβέρνηση σαν να μη συνέβη τίποτα το περασμένο καλοκαίρι, χρονοτριβεί και παλινωδεί για να φτάσουμε πάλι την τελευταία στιγμή με το μαχαίρι στο λαιμό να τα υπογράψουμε όλα
Γιώργος Στρατόπουλος

Τσίπρας, Δραγασάκης, Τσακαλώτος, Στουρνάρας και πολλοί άλλοι επαναλαμβάνουν την ίδια δήλωση: η αξιολόγηση πρέπει να ολοκληρωθεί το συντομότερο, γιατί η ολοκλήρωσή της συνιστά αφετηρία δρομολόγησης θετικών εξελίξεων για την οικονομία. Ηδη από τον Σεπτέμβριο ο Πρωθυπουργός δήλωνε πως «στόχος είναι η ταχύτατη ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγηση για να ανοίξει η κρίσιμη συζήτηση για το ελληνικό χρέος» (25/9/2016 εδώ).

Αναμφισβήτητα, λοιπόν, η Ελλάδα επείγεται. Κι ενώ διανύουμε τον 6ο μήνα από  την υπογραφή του 3ου Μνημονίου, η κυβέρνηση δεν έχει ακόμη ξεκαθαρίσει τελεσίδικα με την τρόικα –ή μήπως με τον εαυτό της; – αν η εξοικονόμηση της συνταξιοδοτικής δαπάνης (το 1% του ΑΕΠ για το οποίο δεσμεύτηκε) θα προέλθει από αύξηση εισφορών ή μείωση συντάξεων. Είναι φανερό ότι η κυβέρνηση προκρίνει την αύξηση εισφορών έναντι της μείωσης συντάξεων. Εξίσου φανερή δείχνει και η διαφωνία των Θεσμών εδώ. Διαφωνία που η κυβέρνηση γνώριζε προτού καν καταθέσει την πρόταση. Την γνώριζε από παλιά, από τον Ιούνιο του 2015.

Φοβούμαι λοιπόν πως η εικόνα από ψηλά έχει ως εξής: όλη η κοινωνία στους δρόμους –για σωστούς και λάθος λόγους, με σωστό και λάθος τρόπο- για τα κυβερνητικά προσχέδια λύσης του Ασφαλιστικού αλλά πιθανότατα η κυβέρνηση λύνει… λάθος άσκηση! Η κυβέρνηση επεξεργάζεται μια «λύση», την οποία οι Θεσμοί θεωρούν σε μεγάλο βαθμό πρόσθεση ενός προβλήματος και όχι λύση. Η αύξηση των εισφορών είναι ένα μέτρο που οι Θεσμοί απέρριψαν κατηγορηματικά στην προηγούμενη διαπραγμάτευση.

Και σαν να μην πέρασε μια μέρα από  τη δημιουργική ασάφεια του κ. Βαρουφάκη, ο ίδιος ο Πρωθυπουργός παίζει με τις λέξεις «Η πρόταση της κυβέρνησης για το Ασφαλιστικό τηρεί το γράμμα της συμφωνίας και γι΄αυτό είναι αυτονόητο ότι θα γίνει αποδεκτή από τους θεσμούς…»

Αυτό το έργο δεν είναι καινούριο, ξαναπαίχτηκε τον περασμένο Ιούνιο- μια αναδρομή σε ελληνικά και διεθνή ΜΜΕ μεταξύ 22/6-25/6/2015 θα σας πείσει.  Θυμάστε τι συνέβη τότε; Η ελληνική πλευρά κατέθεσε μια πρόταση (22/6/15 εδώ), και ενώ το ύψος των μέτρων ανταποκρινόταν στις απαιτήσεις των εταίρων, εκείνοι δεν την αποδέχθηκαν. Διότι οι εταίροι ήταν σθεναρά και αιτιολογημένα αντίθετοι στην αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών (24/6/15 εδώ εδώ και εδώ). Θυμάστε ποιος επικράτησε σ΄αυτήν τη διελκυστίνδα; Θυμάστε πόσο ζημιωθήκαμε; Στο τέλος, αφού πληρώσαμε, ως οικονομία, βαρύ τίμημα με τα capital controls, μειώσαμε και τις συντάξεις, αυξάνοντας τις εισφορές για υγειονομική περίθαλψη με τρόπο οριζόντιο -πού χρόνος για στοχευμένες περικοπές- και υπογράψαμε εσπευσμένα ένα Μνημόνιο με μέτρα πολλών δισ.€, διογκωμένα από την καθυστέρηση στη διαπραγμάτευση και την επακόλουθη επιδείνωση της οικονομίας.

Επί 6 μήνες η 1η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ διαπραγματευόταν και βύθιζε την οικονομία στην αβεβαιότητα– αργότερα ο Πρωθυπουργός έκανε την αυτοκριτική του- δεδομένων των συνθηκών έπρεπε να κινηθεί πιο γρήγορα, είπε. Επί 6 μήνες τώρα η 2η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ «λιβανίζει» μέτρα, που ούτε το Ασφαλιστικό καθιστούν βιώσιμο ούτε πολλές πιθανότητες έγκρισης από τους Θεσμούς έχουν. Bρισκόμαστε, λοιπόν, στο ίδιο σημείο όπως και τον Ιούνιο. Σαν να μην διδαχτήκαμε τίποτα!

Και σαν να μην πέρασε μια μέρα από  τη δημιουργική ασάφεια του κ. Βαρουφάκη, ο ίδιος ο Πρωθυπουργός παίζει με τις λέξεις «Η πρόταση της κυβέρνησης για το Ασφαλιστικό τηρεί το γράμμα της συμφωνίας και γι΄αυτό είναι αυτονόητο ότι θα γίνει αποδεκτή από τους θεσμούς…» εδώ. Το «γράμμα της συμφωνίας» αναφέρεται στο 3ο Μνημόνιο και στη ρητή δέσμευση για εξοικονόμηση 1% του ΑΕΠ (2.5.1. σελ. 13 εδώ). Κάποιος θα μπορούσε να θεωρήσει ασαφή τη διατύπωση του κειμένου επειδή δεν διευκρινίζεται στο κείμενο αν η εξοικονόμηση αφορά τη γενική κυβέρνηση ή την κεντρική διοίκηση. Στην 1η περίπτωση, η εξοικονόμηση μπορεί να προέλθει μόνο από μείωση της συνταξιοδοτικής δαπάνης. Στη 2η μπορεί να προέλθει και από αύξηση των εισφορών.

Η ελληνική κυβέρνηση λοιπόν, σαν να μη συνέβη τίποτα το καλοκαίρι, σαν να μην γνωρίζει τι είδους εξοικονόμηση εννοούν οι εταίροι, χρονοτριβεί και παλινωδεί για να φτάσουμε πάλι την τελευταία στιγμή με το μαχαίρι στο λαιμό να τα υπογράψουμε όλα. Παριστάνοντας άλλοτε τους αθώους αδαείς κι άλλοτε τους σκληρούς διαπραγματευτές, φουσκώνουμε τον λογαριασμό που θα πληρώσουν οι πολίτες ακόμη μια φορά.

Αναρωτιέμαι, λοιπόν, το πώς και το πότε, ποιος το αποφασίζει στο Μαξίμου. Ο αρμόδιος υπουργός για το πότε δηλώνει επισήμως: «Καήκαμε, αν καθυστερήσουμε!» Και ό,τι συμβαίνει πλέον δεν μπορεί να αποδοθεί σε άγνοια ή ερασιτεχνισμό. Τι λένε οι συνετοί άνθρωποι του ΣΥΡΙΖΑ, τι λέει ο Αντιπρόεδρος; Είναι μεγάλη η ευθύνη, όταν βολεύεσαι στη θέση του συνοδηγού κι αφήνεις το τιμόνι σε μεθυσμένους ή επικίνδυνους οδηγούς.