Στις καταιγιστικές αλλαγές και προβλήματα που έφερε η πανδημία του κορονοϊού στην εκπαίδευση και τη διδασκαλία εξ αποστάσεως, έρχεται να προστεθεί και το ζήτημα που προέκυψε με τις εξετάσεις εξαμήνου των φοιτητών στα πανεπιστήμια.
Απ’ ό,τι φαίνεται, το πρόβλημα ήταν δύσκολο και μάλλον δυσεπίλυτο για τα ελληνικά δεδομένα, αφού χρειάστηκε να αποφανθεί το υπουργείο Παιδείας και να εκδώσει ολόκληρο ΦΕΚ με την περιγραφή του τρόπου και των μέσων διεξαγωγής των εξετάσεων του εξαμήνου. Eτσι, οι φοιτητές μας μπορούν απ’ όλα: να εξεταστούν με γραπτή εργασία ή/και ασκήσεις, με γραπτή εξέταση με φυσική παρουσία, με προφορική εξέταση με φυσική παρουσία, ή τέλος με γραπτή ή προφορική εξέταση με εξ αποστάσεως μεθόδους, υπό την προϋπόθεση ότι εξασφαλίζεται το αδιάβλητο και η αξιοπιστία διενέργειας της εξέτασης.
Αυτές οι τελευταίες λέξεις, αδιάβλητο και αξιοπιστία, αποτελούν την επιτομή του όλου προβλήματος, αφού με την φυσική παρουσία και τεκμηριώνονται και προστατεύονται, καθώς η αντιγραφή και τα σκονάκια καλά κρατούν στις φοιτητικές σπουδές. Η Σύγκλητος αποφασίζει τελικά τον ακριβή τρόπο και αναρτά την απόφαση στη Διαύγεια. Σε τόσο υψηλό επίπεδο αναδείχτηκε το πρόβλημα την ώρα που θα έπρεπε να ήταν απλά μία εσωτερική υπόθεση!
Για να είμαστε δίκαιοι, το πρόβλημα συζητήθηκε σε πολλά πανεπιστήμια και κολέγια ανά τον κόσμο, μόνο που εκεί, εκτός από την μεγάλη τους εμπειρία στην εξ αποστάσεως εκπαίδευση, τις εξειδικευμένες πλατφόρμες, την υλικοτεχνική υποδομή και την προηγμένη τεχνολογία κλειδώματος των προγραμμάτων περιήγησης για τους εξεταζόμενους φοιτητές, υπήρχε και μία άλλη επιλογή.
Ποια ήταν αυτή; Μία απλή δήλωση που υπέγραφαν οι φοιτητές πριν αρχίσουν τις εξετάσεις εξ αποστάσεως, ότι θα τηρήσουν τον κώδικα τιμής του πανεπιστημίου (!). Eτσι για τους φοιτητές του πανεπιστημίου Drexel, του Haverford College στην Πενσιλβάνια και πολλών άλλων ανώτατων ιδρυμάτων στην Αμερική, στη Βρετανία και αλλού, κατά τη διάρκεια των εξ αποστάσεως εξετάσεων δεν χρειάστηκαν διαδικτυακοί επιτηρητές ή εξωτερική παρακολούθηση για να τεκμηριωθεί το αδιάβλητο και να προστατευτεί η αξιοπιστία!
Η πρακτική αυτή βέβαια δεν εφαρμόστηκε έτσι ξαφνικά με την ευκαιρία της πανδημίας. Ήταν αποτέλεσμα μιας μακροχρόνιας σχέσης αμοιβαίας εμπιστοσύνης και εφαρμογής αντίστοιχων πρακτικών σε αυτά τα σχολεία. Επειδή όμως πάντα υπάρχουν και εξαιρέσεις «ανομίας», όντως σε πολλά σχολεία καταγράφηκε ένα μεγαλύτερο ποσοστό φοιτητών που πέρασαν επιτυχώς τις τελικές τους εξετάσεις ενώ αυξήθηκαν και οι μεγάλοι βαθμοί και τα άριστα. Η δομή όμως των σπουδών σε αυτά τα σχολεία είναι τέτοια που η γενικότερη απόδοση των φοιτητών στη διάρκεια των εξαμήνων δεν κρίνεται από μία και μόνο τελική εξέταση, αλλά και από ενδιάμεσες εργασίες και εξετάσεις και τη γενικότερη παρακολούθηση των μαθημάτων.
Δυστυχώς εδώ μας λείπουν τα περισσότερα από τα παραπάνω εργαλεία. Οι μεγάλοι αριθμοί φοιτητών ανά τμήμα είναι τις περισσότερες φορές απαγορευτικοί για στενή καθοδήγηση και εποπτεία των φοιτητών. Oσο για τον κώδικα τιμής υπό την παραπάνω μορφή, δεν υπάρχει θεσμοθετημένος στα ελληνικά πανεπιστήμια.
Η πρόσφατη επιστολή της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργαζομένων στα Δημόσια Νοσοκομεία (ΠΟΕΔΗΝ), προς τα υπουργεία Υγείας και Παιδείας για την λήψη μέριμνας για τα παιδιά υγειονομικών και προνοιακών υπαλλήλων που είναι υποψήφιοι στις Πανελλήνιες 2020 (βλέπε ευκαιριακή μοριοδότηση), αναδεικνύει τη βαθιά ριζωμένη νοοτροπία μας απέναντι στις εξετάσεις, τις αξιολογήσεις, τα πτυχία. Ό,τι μπορεί ο καθένας… Τα παραδείγματα πολλά… Πώς λοιπόν να αναπτυχθεί κώδικας τιμής στους φοιτητές, όταν γνωρίζουν ότι με την πρώτη ευκαιρία κάποιοι μπορεί να τον καταστρατηγήσουν εκ των έσω;
Τον Σεπτέμβρη με το καλό θα αρχίσει η νέα ακαδημαϊκή χρονιά σε ένα εντελώς νέο τοπίο: αυτό που καθόρισε η πανδημία. Έχουμε κάποιους μήνες καιρό να σκεφτούμε αλλιώς. Σίγουρα ο χρόνος είναι μικρός για να εδραιώσουμε σχέσεις εμπιστοσύνης με τους φοιτητές, τέτοιες που μία απλή δήλωση τιμής θα ήταν αρκετή για να διενεργηθούν εξετάσεις χωρίς επιτήρηση και επιτηρητές. Είναι όμως αρκετός για να μας βάλει σε σκέψεις για το πόση εντιμότητα διδάσκουμε στα σχολεία μας, πόσο επιθυμούμε αυτή να εδραιωθεί και αν τελικά τα ίδια τα πανεπιστήμια μπορούν να γίνουν θεματοφύλακες της…
* Η Εφη Μπάσδρα είναι καθηγήτρια στην Ιατρική Σχολή του ΕΚΠΑ