Θέλει πολύ τσαγανό και πυγμή, πολιτική, για να διεισδύσει κανείς στα άδυτα του αναρχικού κόσμου. Λίγοι μπορούν να το κάνουν, φαίνεται ότι λιγότερο από όλους μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ, που κυβερνά. Θα σταματήσει κάποιος τον Ρουβίκωνα; Θα κόψει τους εκφοβισμούς «μαχαίρι»; Θα βάλει τέλος σε αυτή την ιδιότυπη αυτοδικία; Oχι εύκολα. Γιατί δεν φαίνεται να θέλουν αυτοί που μπορούν. Και να μην μπορούν αυτοί που θέλουν –μέχρι σήμερα τουλάχιστον.
Για να γίνει σαφέστερος ο προβληματισμός: μια συλλογικότητα που αυτοπροσδιορίζεται στον αναρχικό χώρο, χτυπά συστηματικά και μέσα σε σκάρτα τρία χρόνια έχει κάνει περισσότερες από 70 επιθέσεις, «παρεμβάσεις» προτιμά να τις λέει, σε επιλεγμένους στόχους: από τη Βουλή, το υπουργείο Οικονομικών (χθες, Τετάρτη, κόντεψε να έλθει τετ α τετ με τον ίδιο τον Τσακαλώτο) και πρεσβείες-φρούρια, ως τον Ευαγγελισμό και ένα συμβολαιογραφείο που μπερδεύεται σε πλειστηριασμούς.
Δεν δρουν κρυφά, δεν κάνουν «ντου» τη νύχτα, δεσμεύονται ότι την επόμενη φορά θα είναι «ντάλα μεσημέρι». Ο Πρόεδρος της Βουλής Νίκος Βούτσης τους έχει χαρακτηρίσει επιχειρησιακό πρόβλημα της Αστυνομίας, ο αναπληρωτής υπουργός Προστασίας του Πολίτη Νίκος Τόσκας τους παρακολουθεί, η Δικαιοσύνη συνεχίζει να τους «ψάχνει».
Αυτό ακριβώς μοιάζει να είναι και το κομβικό σημείο. Την εντολή για τη δικαστική έρευνα για τα πεπραγμένα του Ρουβίκωνα –η οποία παρεμπιπτόντως είναι στην τελική της ευθεία– έχει δώσει η ίδια η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ξένη Δημητρίου, μετά την περιβόητη επίθεση τον Οκτώβριο του 2017 στον «Ευαγγελισμό», με σχετικό βίντεο, στο οποίο απειλούσαν γιατρό ότι θα του σπάσουν το κεφάλι. Κι αν τους πιάσουν και μπουν φυλακή, θα βγουν και θα του το ξανασπάσουν, ως παραδειγματισμό – γιατί «παίρνει» φακελάκι.
Αποτέλεσμα ήταν να συνενωθεί σειρά δικογραφιών, περισσότερες από δέκα, με πρωταγωνιστές τα μέλη του. Πρόσωπα που είναι σε θέση να γνωρίζουν αμφισβητούν, όμως, ότι το πρόβλημα μπορεί να συναντήσει σύντομα τη λύση του.
Σε ένα πρώτο επίπεδο, για να υποστούν συνέπειες, πρέπει πρώτα να ταυτοποιηθούν. Και για να ταυτοποιηθούν, πρέπει να βγάλουν τις κουκούλες. Δύσκολο… Είναι ζήτημα αν η ταυτοποίηση αφορά μια δράκα ανθρώπων.
Η άποψη ότι πρόκειται για πρόσωπα λίγο πολύ γνωστά στην Ελληνική Αστυνομία, δεν είναι και πολύ χρήσιμη στο συγκεκριμένο στάδιο. Τα μέλη του Ρουβίκωνα δεν είναι άλλωστε καμιά εικοσαριά. Σύμφωνα με τα όσα κατά καιρούς γράφονται, υπερβαίνουν πλέον τα 120, ενώ συνεχώς αυξάνονται με νέες «εγγραφές» στις ομάδες κρούσης και μάλιστα με πρόσωπα που οι αρχές δεν έχουν ξαναδεί.
Ο κ. Τόσκας θα μπορούσε βεβαίως να βοηθά περισσότερο στο κομμάτι αυτό, αν για παράδειγμα από τα δέκα-δεκαπέντε άτομα που θαυμάσαμε ως εισβολείς στο προαύλιο του υπουργείου-συμβόλου της Εθνικής Αμυνας, ή αν από τα είκοσι που έκαναν βεγγέρα στον θώκο του κ. Τσακαλώτου, κατέληγαν κάποια έστω στο Τμήμα. Αλλά δεν.
Η υπόθεση δεν σηκώνει αυταπάτες. Ο Ρουβίκωνας μπορεί να διαθέτει κάψα αντιεξουσιαστική, να υψώνει τη φωνή και να στηλιτεύει τα μπαζώματα στη Μάνδρα, τα φακελάκια, τους πλειστηριασμούς και τη «φοροληστρική λαίλαπα», μπορεί να επιδίδεται σε «ακτιβισμό» για την Παλαιστίνη και την Καταλωνία, διαθέτει όμως και υψηλού επιπέδου οργάνωση, τέτοια που θα ζήλευαν τεχνοκράτες ολκής, και η οποία του επιτρέπει να χαίρει νομικής υποστήριξης, παροχής συμβουλών από γνώστες του Ποινικού Κώδικα. Δεν είναι άποψη προσωπική, είναι άποψη των ίδιων των Aρχών που παρατηρούν τα μέλη του να ακροβατούν στο νομικό σχοινί, να «επιχειρούν» με ακρίβεια χειρουργική, ξέροντας πώς και πόσο θα αντιδράσουν, έτσι ώστε οι πράξεις τους να συνιστούν πλημμελήματα, που δεν μπορούν να επισύρουν βαριές ποινές.
Μπορείς φερ’ ειπειν να βάλεις κάποιον φυλακή γιατί έλουσε τους υπολογιστές ενός συμβολαιογραφείου με αλατόνερο; Δεν μπορείς…
Κανείς –εκτός από τη Δικαιοσύνη– δεν ξέρει τη συνέχεια και κανείς ασφαλώς δεν μπορεί να είναι απολύτως βέβαιος για την τροπή που μπορεί να πάρουν τα πράγματα από τη μια στιγμή στην άλλη.
Θα ήταν μεγάλη ανατροπή, πάντως, μια εξέλιξη που θα έθετε τη δράση τους υπό έλεγχο. Το μόνο σίγουρο είναι ότι οι ίδιοι δεν φαίνονται διατεθειμένοι να κάνουν στις Αρχές τη χάρη να σταματήσουν, το υποδηλώνει ακόμη και το ίδιο τους το όνομα: δεν υπάρχει επιστροφή.