Και ξαφνικά μας αναγκάζουν να βαθμολογήσουμε τη βία. Οχι με βάση το επίπεδο βαρβαρότητάς της, που είναι αυτονόητο, αλλά ανάλογα την πολιτική της καταγωγή. Και να πρέπει να αποφανθούμε ποιας πολιτικής απόχρωσης βία είναι πιο επιβλαβής για την κοινωνία γιατί η συζήτηση βολεύει τα πολιτικά σχέδια ενός κόμματος. Αλλου κάθε φορά. Σήμερα της Νέας Δημοκρατίας και του αρχηγού της, ο οποίος άνοιξε απρόκλητος το θέμα και δεν μπορεί να μείνει αναπάντητη η άτοπη θέση που πήρε. Λοιπόν, τα τελευταία χρόνια, κύριε Μητσοτάκη, η φασιστική βία της Χρυσής Αυγής είναι χωρίς αμφιβολία αυτή που αποτελεί το μεγαλύτερο καρκίνωμα της Δημοκρατίας.
Μοιάζει λίγο με αντιστροφή της εικόνας σε σχέση με το παρελθόν, τότε που οι φιλοαριστερές δυνάμεις είχαν σχετικοποιήσει την τρομοκρατική αριστερή βία ενώ ήταν η κυρίαρχη απειλή της δημοκρατικής γαλήνης, πάλι για να να μαζέψουν ψήφους στα θολά νερά των αριστερών απωθημένων. Και είναι και στις δύο περιπτώσεις αντιστροφή της πραγματικότητας, να υποβαθμίζουν την πιο απειλητική βία της κάθε εποχής, διαπαιδαγωγώντας την κοινωνία στην ανοχή της. Της τρομοκρατίας τότε, της Χρυσής Αυγής σήμερα.
Γιατί αυτή ακριβώς είναι η ουσιωδέστερη παράμετρος που καθορίζει την επικινδυνότητα της βίας. Η λαϊκή αμεριμνησία ή και επιδοκιμασία. Παλιά η κινητήρια δύναμη της τρομοκρατίας ήταν η φαντασίωση της λαϊκής ηρωοποίησης, κάτι που ακουσίως υπέθαλπε κομμάτι του αριστερόστροφου δημοσίου λόγου και του φιλικού του Τύπου. Σήμερα οι νεοναζί αποθρασύνθηκαν όταν ένιωσαν ότι η βαρβαρότητά τους βρίσκει απήχηση σε ένα καθόλου ευκαταφρόνητο κομμάτι της κοινωνίας.
Η Χρυσή Αυγή, κύριε Μητσοτάκη, τα τελευταία χρόνια που εσείς κρίνετε ότι μας απειλεί μόνο αριστερή βία, κυμαίνεται από 7-10% του εκλογικού σώματος. Έχει θρονιαστεί στη Βουλή αποτελώντας έναν διαρκή θεσμικό κίνδυνο, με τις δημοκρατικές διαδικασίες αναποτελεσματικές ακόμα στην κοινοβουλευτική χαλιναγώγησή τους, και δυστυχώς τα πράγματα δείχνουν ότι παρά τις δολοφονίες και τις κτηνώδεις ρατσιστικές βιαιοπραγίες που τη βαραίνουν, τα ποσοστά της στο εκλογικό σώμα ελάχιστα επηρεάζονται. Κανείς άλλος μηχανισμός στις μέρες μας δεν είναι πιο αποτελεσματικός στην εξοικείωση της κοινωνίας με τη βία, ενώ η ολιγωρία της Δικαιοσύνης στον καταλογισμό των εγκληματικών της ευθυνών έχει κανονικοποιήσει εκ νέου τα κηρύγματα μίσους και βίας από επίσημο βήμα. Δεν έχουν ρίξει μόνο μια σφαλιάρα μέσα στη Βουλή στον κ. Δένδια, ανθρώπους έχουν δολοφονήσει, και ο κόσμος συνεχίζει και τους ψηφίζει.
Καταλαβαίνω ότι θα τον θέλατε αυτόν τον κόσμο, αλλά ο τρόπος της πολιτικής αποφόρτισης και απενοχοποίησης αυτού που ψηφίζουν μέχρι τώρα, είναι λάθος. Το δοκίμασε άλλωστε και ο κ. Σαμαράς και το μόνο που αποκόμισε είναι ένα πολιτικό στίγμα. Αυτό που καταφέρνετε είναι να τους δικαιώνετε για την συμφιλίωσή τους με τη βία και να ενθαρρύνετε τη διαιώνισή της. Από αυτό κινδυνεύει η κοινωνία μας. Από την υποβάθμιση του κινδύνου και την έλλειψη διαρκούς εγρήγορσης απέναντι στη φασιστική απειλή. Διαφορετικά δεν θα αργήσει η στιγμή που θα ξανανιώσουν άτρωτοι και θα ξαναβγάλουν τα τάγματα ασφαλείας στους δρόμους υπό τις επευφημίες του οργισμένου πλήθους. Η αριστερή βία, όσο εγκληματική και αν είναι, τουλάχιστον έχει χάσει τη δυνατότητά της να δηλητηριάζει την κοινωνία και να αποκομίζει λαϊκή αποδοχή.