Η αντισυστημική υποψηφιότητα του Μπέρνι Σάντερς για την προεδρία του Δημοκρατικού κόμματος στις ΗΠΑ, ανεξάρτητα από τη μη ευόδωσή της, όχι μόνο προκάλεσε τη μετακίνηση της ατζέντας της Χίλαρι Κλίντον πιο αριστερά, όχι μόνο άνοιξε επίσημα το ζήτημα της μείωσης των οικονομικών ανισοτήτων, αλλά επέφερε τρεις ουσιαστικές ποιοτικές αλλαγές στους Δημοκρατικούς. Πρώτον, έσπασε το μονοπώλιο της νεοφιλελεύθερης ορθοδοξίας του, δεύτερον, κατέδειξε το ρόλο του χρήματος στην πολιτική και τρίτον, δημιούργησε μια γέφυρα επικοινωνίας των κοινωνικών κινημάτων με το κόμμα. Η κληρονομιά του Σάντερς μέσα στο Δημοκρατικό χώρο είναι πλέον εδραιωμένη και φαίνεται πως τη σκυτάλη του παίρνει η Χαβανέζα Τούλσι Γκάμπαρντ που είναι από το 2013 μέλος του Κονγκρέσου.
Στην Βρετανία, η πανηγυρική επανεκλογή του Τζέρεμι Κόρμπιν στην ηγεσία του Εργατικού Κόμματος, μετά τα αλλεπάλληλα πραξικοπήματα της δεξιάς πτέρυγας, κατέστη δυνατή λόγω της εγγραφής χιλιάδων νέων μελών που θέλησαν να στηρίξουν την απαλλαγή του κόμματος από τους νεοφιλελεύθερους μπλερικούς. Η εξέλιξη αυτή οδηγεί στην ριζική ανανέωση του κόμματος των Εργατικών και τη συγκρότηση ενός δυναμικού εθνικού κινήματος από τα νέα μέλη που αναμένεται να παίξει καταλυτικό ρόλο στις επόμενες εκλογές.
Οι δύο αυτές εξελίξεις σηματοδοτούν ποιοτικές αλλαγές που ρίχνουν ήδη την σκιά τους στην ηπειρωτική Ευρώπη, όπου μέσα στο επόμενο δωδεκάμηνο υπάρχουν κρίσιμες εκλογικές αναμετρήσεις οι οποίες θα κρίνουν εάν η επικυριαρχία των νεοφιλελεύθερων και συντηρητικών δυνάμεων θα τερματισθεί και αν θα δημιουργηθεί ένας νέος συσχετισμός δυνάμεων που θα οδηγήσει στην πολιτική ολοκλήρωση της Ευρώπης μέσα από κοινωνικά αποδεκτούς όρους και δημοκρατικότερες και διαφανείς διαδικασίες.
Η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία πληρώνει ακριβά τις επιλογές των ηγεσιών της που ταυτίστηκαν με τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές κατά τις τελευταίες δεκαετίες, με την συρρίκνωση της εκλογικής βάσης και την απουσία εναλλακτικής πρότασης και οράματος. To ΠΑΣΟΚ αποτέλεσε το κορυφαίο παράδειγμα εκλογικής τιμωρίας, αλλά και άλλα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα, όπως το γερμανικό SPD καταδικάστηκε να αποτελεί το δεκανίκι του Χριστιανοδημοκρατικού CDU για περισσότερα από δέκα χρόνια, ενώ η Ιταλία χρειάστηκε να περάσει τη μακρά περίοδο του μπερλουσκονισμού για να ξαναπάρει την εξουσία η Κεντροαριστερά. Η ιστορική εμπειρία είναι νωπή, οι προκλήσεις ζητούν επιτακτικά λύσεις και η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία μοιάζει να μην έχει πάρει το μάθημά της από την Ιστορία.
Παρ΄ όλα αυτά φαίνεται πως μέσα στα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα συντελούνται ζυμώσεις και ανακατατάξεις που -σε μερικές περιπτώσεις- μπορεί να οδηγήσουν και σε διασπάσεις. Οι φυγόκεντρες δυνάμεις άρχισαν τo 2007 με τη δημιουργία του αριστερού Die Linke στη Γερμανία από τον Όσκαρ Λαφοντέν, καταγράφηκαν στο ΠΑΣΟΚ με τη δημιουργία άλλων κομμάτων από τον Γιώργο Παπανδρέου, τον Ανδρέα Λοβέρδο κ.ο.κ. Στην Ισπανία η παραίτηση του πρώην ηγέτη του Σοσιαλιστικού Κόμματος Πέδρο Σάντσεθ από τη βουλευτική του έδρα, για να μην παραβιάσει την κομματική γραμμή αποχής, ώστε να μπορέσει ο Μαριάνο Ραχόι να συγκροτήσει κυβέρνηση μειοψηφίας με τους Ciudadanos, όπως εξήγησε ο ίδιος ο Σάντσεθ, έγινε για να μείνει στο κόμμα και να ξαναδιεκδικήσει την ηγεσία του.
Το ενδιαφέρον τώρα επικεντρώνεται στην Ιταλία, όπου στις 4 Δεκεμβρίου θα γίνει το δημοψήφισμα για την συνταγματική αναθεώρηση που γίνεται με πρωτοβουλία του πρωθυπουργού της κεντροαριστερής συμμαχίας Ματέο Ρέντσι. Στην συγκέντρωση υπέρ του «ναι» που έγινε στην Πιάτσα Ντελ Πόπολο της Ρώμης από το Δημοκρατικό Κόμμα του Ιταλού πρωθυπουργού, έλαμψαν δια της απουσίας τους οι εκπρόσωποι της αριστερής εσωκομματικής αντιπολίτευσης…
Στην Πορτογαλία, η σοσιαλιστική κυβέρνηση μειοψηφίας του Αντόνιο Κόστα που προέκυψε έπειτα από συμφωνία με το Μπλοκ της Αριστεράς, το Κομμουνιστικό Κόμμα αλλά και τους Πρασίνους, με στόχο τον περιορισμό της λιτότητας, τα πράγματα είναι δύσκολα. Η δημοσιονομικές πιέσεις είναι μεγάλες και έχουν αρχίσει αψιμαχίες με τον Γερμανό υπουργό Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε.
Στην Γαλλία υπάρχει απελπισία και κινητικότητα στο Σοσιαλιστικό Κόμμα, καθώς η δημοτικότητα του Φρανσουά Ολάντ έχει γκρεμιστεί και οι μετρήσεις δείχνουν πως δεν περνά στον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών που θα γίνουν τον Μάιο του 2017. Παρ΄ όλα αυτά, ο Ολάντ θέλει να διεκδικήσει ξανά το χρίσμα των σοσιαλιστών, αν και το κόμμα έχει ήδη στραφεί προς τον πρωθυπουργό Μανουέλ Βαλς και την Σεγκολέν Ρουαγιάλ. Οι μεταρρυθμίσεις και οι δημοσιονομικές περικοπές έχουν τραυματίσει καίρια το Σοσιαλιστικό Κόμμα και έφυγαν πολλοί υπουργοί που αντιτάχθηκαν σε αυτές τις πολιτικές (Εμανουέλ Μακρόν, Αρνό Μοντεμπούρ, Μπενουά Αμόν, Ορελί Φιλιπετί), όμως το βασικό πρόβλημα είναι η ηττοπάθεια που κυριαρχεί στο αριστερό στρατόπεδο. Οι κοινωνικές συμμαχίες εργατών και μεσαίων στρωμάτων έχουν διαβρωθεί, με αποτέλεσμα να μην διαφαίνεται σανίδα σωτηρίας. Βέβαια, οι δυναμικές φτιάχνονται στην πορεία και υπάρχει ένα εξάμηνο μπροστά. Ο Βαλς έχει αρχίσει ηγετικές εμφανίσεις και προσπαθεί να ξαναφέρει στο κόμμα πολλούς, ενώ ορισμένα στελέχη προτείνουν συμμαχία και με τον Ζακ-Λυκ Μελανσόν του Αριστερού Κόμματος.
Στην Γερμανία τα πράγματα είναι περίπλοκα για το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα SPD, το οποίο κατέχει έξι υπουργικά χαρτοφυλάκια στην κυβέρνηση Μέρκελ, καθώς και την αντικαγκελαρία. Πρώτον, γιατί υπάρχει μεγάλος εσωτερικός ανταγωνισμός για το ποιος θα κατέβει απέναντι στην Άνγκελα Μέρκελ ή τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και δεύτερον, με τι ατζέντα. Ο Μάρτιν Σουλτς που κανονικά πρέπει να παραδώσει την προεδρία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στο Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα (ΕΛΚ) ψάχνει για δουλειά και φαίνεται ότι θα διεκδικήσει το χρίσμα του SPD, αν και ο πρόεδρος του κόμματος και αντικαγκελάριος Ζίγκμαρ Γκάμπριελ θεωρεί πως ήρθε η σειρά του, ενώ πάντα τον ίδιο ρόλο διεκδικεί και ο υπουργός Εξωτερικών Φρανκ Βάλτερ Στάινμάιερ. Το θέμα είναι με τι ατζέντα θα διεκδικηθεί η καγκελαρία, γιατί το κόμμα μπορεί να βγαίνει πρώτο στις εκλογές των ομόσπονδων κρατών, αλλά βγαίνει πρώτο με μειωμένα ποσοστά και κυρίως, γιατί καταποντίζεται το CDU της Μέρκελ. Από την άλλη, η πτώση των Χριστιανοδημοκρατών και η άνοδος του AfD, του ακροδεξιού κόμματος της Εναλλακτικής Γερμανίας, αναδεικνύει μια ευκαιρία να είναι το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα πρώτο στις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2017. Οι δρόμοι είναι δύο: είτε στην προοπτική ενός ακόμη «μεγάλου συνασπισμού» με το CDU, μόνο που αυτή τη φορά θα είναι σοσιαλδημοκράτης καγκελάριος, είτε σε συμμαχία με το αριστερό Die Linke και τους Πράσινους. Το ζήτημα είναι τι θέματα θα αναδειχθούν μέχρι τις εκλογές και ποιο από αυτά θα κυριαρχήσει. Σίγουρα, οι εξελίξεις στις ΗΠΑ, στην Ιταλία και τη Γαλλία θα παίξουν το ρόλο τους, όπως άλλωστε το μεταναστευτικό και η Deutsche Bank… το θέμα όμως είναι τι θέλει να κάνει το SPD.
Γενικά πάντως, η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία μοιάζει να είναι μπροστά σε ένα σταυροδρόμι. Πολλοί πιστεύουν πως αν δεν ριζοσπαστικοποιηθεί, θα αυτοκτονήσει. Ο κόσμος πάντως περιμένει νέες πολιτικές που θα ανατρέψουν τον κοινωνικό κατήφορο της Ευρώπης και θα επαναφέρουν μια θετική δυναμική στις ευρωπαϊκές εξελίξεις.