Απόψεις

Η επιστροφή στην Belle Époque και η χρονομηχανή του Mega

Οι εντυπωσιακές τηλεθεάσεις του Mega που παίζει μόνο επαναλήψεις δεν αποδεικνύουν μόνο το πόσο ριζωμένο είναι το κανάλι στην τηλεοπτική μας συνείδηση. Αποδεικνύουν και τη γοητεία της επιστροφής σε μια εποχή που ήμασταν πιο νέοι, πιο πλούσιοι και κυρίως αισιόδοξοι για το μέλλον
Παναγιώτης Κακολύρης

Οι εντυπωσιακές τηλεθεάσεις του Mega Channel που συνεχίζει από το 2016 να παίζει αποκλειστικά επαναλήψεις και ταινίες περασμένων δεκαετιών δεν αποδεικνύουν μόνο το πόσο βαθιά ριζωμένο είναι το κανάλι στην τηλεοπτική μας συνείδηση. Αναδεικνύουν επίσης πόσο ρηχή είναι η σημερινή τηλεοπτική παραγωγή, πόσο αδιάφορη, που ένα σημαντικό μέρος των τηλεθεατών προτιμά να ξαναβλέπει τα ίδια και τα ίδια παρά τα καινούργια. Εδώ όμως, ίσως κρύβονται και μερικοί ακόμα ψυχοκοινωνικοί λόγοι

Συνολικά προτιμούμε να κάνουμε flashback στα παλιά όταν τα σημερινά είναι στα γνωστά χάλια.

Μας γοητεύει η επιστροφή στην εποχή που ήμασταν πιο νέοι, πιο πλούσιοι, πιο σίγουροι για τη ζωή μας και κυρίως αισιόδοξοι για το μέλλον.

Βλέποντας τον Παπακαλιάτη στα 24 γυρνάμε κι εμείς τα προσωπικά μας ρολόγια 20 χρόνια πίσω. Θυμόμαστε τους δικούς μας έρωτες. Αναμνήσεις bitter, γλυκές αλλά και δροσερές, σαν τα after eight που εισέβαλαν στα δείπνα της εποχής, μαζί με τα Cohiba και το λιμοντσέλο.

Απολαμβάνοντας τις έξυπνες ατάκες του Παρά Πέντε αναδύεται στη μνήμη  η εποχή της ευημερίας όπου δεν είχαμε μεν τα χρήματα της Ντάλιας, αλλά η ζωή είχε λίγο από την ελαφρότητα μπουρμπουλήθρας σε ποτήρι με Moet.

Υποθέτω ότι ακόμα και αν μεταδίδονταν τα δελτία ειδήσεων της εποχής θα είχαν καλή τηλεθέαση, καλύτερη από μερικά σημερινά δελτία σίγουρα. Διότι από το να βλέπεις τις νέες μειώσεις των συντάξεων ή την κρατική αντίληψη εξωραϊσμένης πραγματικότητας,  είναι προτιμότερο να βλέπεις την πρώτη διέλευση από το Ρίο-Αντίρριο, ή τα εγκαίνια ενός μετρό που λειτουργούσε και όχι ενός άδειου σταθμού που θα δει τρένο σε δύο χρόνια.

Δεν συζητώ καν για τα ρεπορτάζ που το μεγάλο θέμα ήταν η προσαρμογή στην ολυμπιακή λωρίδα της Κηφισίας, η οποία τότε προκαλούσε «πονοκέφαλο» στους, αφελώς ανυποψίαστους για το μέλλον, οδηγούς. H σύγκριση με τη σημερινή πραγματικότητα θα ήταν ένα ευχάριστο διάλειμμα.

Επιλέγουμε να βυθιστούμε στη νοσταλγία από το να βυθιστούμε στην καταθλιπτική πραγματικότητα. Η επιλογή του να ανακατεύουμε τη μνήμη σαν τις αστακομακαρονάδες του παρελθόντος για να πάρουμε λίγη σάλτσα από το βάθος του πιάτου δεν είναι βεβαίως παραγωγική. Δεν δίνει λύσεις. Απλώς  δίνει χρήσιμες – αν όχι απαραίτητες- «ανάσες» από την ασφυξία του σήμερα.
Εξάλλου η νοσταλγία ήταν πάντα χαρακτηριστικό των κοινωνιών, ειδικά όταν βρίσκονται σε κρίση.  Νοσταλγία μιας εποχής που η μνήμη της προσθέτει λούστρο και γοητεία, όπως κάνει πάντα ο χρόνος.

Ομως το να μένουμε εκεί ή να αναζητούμε μάταια τρόπους για να επιστρέψουμε στη φούσκα είναι το πρόβλημα.

Στόχος δεν μπορεί να είναι να «ξαναδεθούν τα σκυλιά με τα λουκάνικα», διότι αυτό δεν έπρεπε, έτσι κι αλλιώς, να είχε συμβεί.

Αυτή η απλή αναγνώριση και σημαντική παραδοχή είναι απαραίτητη προϋπόθεση ώστε η αναπόληση να μην είναι αρρωστημένα αποχαυνωτική, αλλά εκτονωτικά ανακουφιστική και ιδανικά δημιουργική.