Ο Μπέντζαμιν Μπάτον είναι ένα κινηματογραφικός ήρωας που γεννήθηκε γέρος και έζησε τη ζωή του περπατώντας αντίστροφα το χρόνο προς τη νεότητά του. Κάτι σαν άνθρωπος χωρίς μέλλον εξ αρχής, αφού μπροστά του είχε να διανύσει μόνο το δρόμο προς το παρελθόν, αλλά και χωρίς παρελθόν, γιατί η ώριμη ζωή του δεν εμπεριείχε την εμπειρία της διαδρομής προς τον γερασμένο εαυτό του. Αν σας θυμίζει κάτι στα πολιτικά μας πράγματα έχετε δίκιο. Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ένας Μπένζταμιν Μπάτον της πολιτικής.
Ενα γερασμένο κόμμα χωρίς παρελθόν. Το κοινό παρελθόν το έχει πάρει ολόκληρο ο Γλέζος και Λαφαζάνης με τους συντρόφους τους και το κουβαλάνε με συνέπεια στον δρόμο που όλοι μαζί βάδιζαν μέχρι τότε. Οπως έχει παραδεχτεί και ο Αλέξης Τσίπρας το κόμμα αυτό που ξέραμε μέχρι το 2015 δεν υπάρχει πια, τίποτα στην σημερινή προχωρημένη ηλικία του δεν θυμίζει ότι έρχεται από ένα οποιοδήποτε δρόμο και μεταφέρει μια οποιαδήποτε εμπειρία πίστης, ιδεολογίας, κουλτούρας.
Αριστερό κόμμα δεν είναι. Τα αριστερά κόμματα δεν εξανεμίζουν συντάξεις και μισθούς, δεν επιβάλλουν αιματηρή λιτότητα, δεν εκπλειστηριάζουν τα σπίτια του κοσμάκη, δεν υποθηκεύουν την εθνική περιουσία, δεν δίνουν μπιρ παρά τις τράπεζες σε ξένους τοκογλύφους, δεν τσουβαλιάζουν μετανάστες σαν ζώα σε παγωμένες σκηνές, δεν κατεβάζουν τα ΜΑΤ να δέρνουν συνταξιούχους.
Δεξιό κόμμα αρνούνται ότι είναι, και μάλλον έχουν δίκιο, παρά τα τακίμια τους με τους ακροδεξιούς και τις αγάπες τους με την Εκκλησία και τα στρατά. Ολημερίς βρίζουν το σύστημα, την Ευρώπη, τον φιλελευθερισμό, τις αστικές αξίες και τους θεσμούς της Δημοκρατίας που τα δεξιά κόμματα σέβονται. Είναι κόμμα μετέωρο στον χρόνο και τον πολιτικό χάρτη.
Ετσι κάνουν το μόνο που τους μένει, να έχουν μονίμως το βλέμμα στραμμένο στο παρελθόν, των άλλων, αφού αυτοί δεν έχουν, γιατί αυτό είναι το δικό τους μέλλον –η μοίρα τους είναι να βαδίζουν αντίστροφα από τους άλλους στη ροή του χρόνου. Γι’ αυτό ασχολούνται με κακοδαιμονίες των προηγούμενων 30 χρόνων αντί να ενδιαφέρονται για το αύριο του τόπου. Γι’ αυτό τους ακούμε να επιστρέφουν εμμονικά στα χρόνια της Χούντας και να κάνουν ξαφνικά μνεία της ταράτσας της Νομικής και των κρατητηρίων της Μπουμπουλίνας όταν εμείς μιλούμε για την αγωνία του μέλλοντός μας – δεν είναι ούτε από νοσταλγία ούτε για φόρο τιμής, είναι ο πραγματικός χρόνος του Μπέντζαμιν.
Για αυτό μιλούν αίφνης, χωρίς πραγματική αφορμή, για τις διώξεις, τις δίκες, τις φυλακίσεις, και τη φρίκη του μετεμφυλιακού κράτους όταν ο υπόλοιπος κόσμος ζει 60 χρόνια μετά – είναι που ο Μπέντζαμιν συνεχίζει να μικραίνει. Και τώρα έχουν φτάσει στον Εμφύλιο και ο πεισιθανάτιος λόγος τους στο απώγειο. Μιλούν σε μία ειρηνική δημοκρατική χώρα της Ευρωπαϊκής Ενωσης για το άδικο αίμα που χύθηκε σε εποχές που όλοι θέλουμε να ξεχάσουμε, μιλούν, σαν να αφορούν το σήμερα, για τις πληγές που η Δημοκρατία μας με κόπο και ωριμότητα επούλωσε, απλώς γιατί ο Μπέντζαμιν έφτασε ήδη στη δεκαετία του ’40. Μιλούν για τον Εμφύλιο γιατί ζουν στον Εμφύλιο, γιατί στην ουσία δεν αναγνωρίζουν στον εαυτό τους καμία υπόσταση έξω από αυτόν.
Και επειδή δεν είναι απλώς ένα παράξενο αγόρι που τραβά τον μοναχικό του αντίστροφο δρόμο στο χρόνο αλλά η κυβέρνηση της χώρας, τον εμφύλιο που συμβαίνει στο άχρονο μυαλό της θεωρεί φυσικό να τον επιβάλει και στη ελληνική κοινωνία και στην πολιτική ζωή της χώρας. Ο Μπέντζαμιν είναι φορέας διχασμού γιατί δεν μπορεί να υπάρξει σε άλλη εποχή και με άλλον τρόπο.