Από την ομιλία του Πρωθυπουργού κατά τη συζήτηση των προγραμματικών δηλώσεων της κυβέρνησης κρατώ δύο κρίσιμα και συμβολικά σημεία:
«Η επένδυση στο Ελληνικό θα ξεκινήσει άμεσα και θα γίνει το σύμβολο της νέας Ελλάδας».
Όπως συνηθίζουν να τονίζουν οι ειδικοί, «στο real estate τρία πράγματα έχουν σημασία: location, location & location». Γι΄αυτό ο τόπος μας, όντας προικισμένος από τη φύση και ευνοημένος γεωπολιτικά, είναι πλούτος.
Παρά ταύτα, η Ελλάδα μπορεί – ως τώρα πάντως μπορούσε!- να ταυτίζεται με την τύχη που είχε το Ελληνικό τα τελευταία 20 χρόνια. Ένα πολύτιμο οικόπεδο «φιλέτο» αναξιοποίητο, ρημαγμένο στα γρανάζια της γραφειοκρατίας, της μιζέριας και της αδράνειας.
Με τη νέα κυβέρνηση, οι προτεραιότητες και οι στόχοι δείχνουν να αλλάζουν. Αλλά είναι βέβαιο πως τίποτα δε θα γίνει αυτόματα, χωρίς βούληση, σχέδιο και προσπάθεια, μόνο με δανεικά και επιδοτήσεις. Υπό αυτήν την έννοια, η επένδυση στο Ελληνικό μπορεί, πράγματι, να συμβολίσει τη νέα Ελλάδα. Την Ελλάδα που έχει την αποφασιστικότητα και τις δυνάμεις να αξιοποιήσει τις «τελούσες εν υπνώσει» δυνατότητές της.
Για να εφαρμοστεί το φιλόδοξο πρόγραμμα περικοπής φόρων, που εξήγγειλε ο Πρωθυπουργός, χρειάζεται δημοσιονομικός χώρος. Και για να δημιουργηθεί ο δημοσιονομικός χώρος, υπάρχουν πολλοί τρόποι. Ο πιο συνηθισμένος είναι να μειώνεις κάτι, να κόβεις από κάπου, για να δώσεις κάπου αλλού. Αυτό, άλλωστε, αναρωτήθηκε και ο τέως ΥπΟικ. Ευ. Τσακαλώτος κατά τη συζήτηση των προγραμματικών δηλώσεων στη Βουλή: από πού θα κόψετε;
Ίσως, επειδή στα χρόνια του ΣΥΡΙΖΑ ξεχάσαμε ότι ο πιο παραγωγικός και ανώδυνος τρόπος δημιουργίας δημοσιονομικού χώρου είναι η ανάπτυξη. Διότι, όταν η πίτα μεγαλώνει, αυξάνεται η φορολογητέα ύλη και αντισταθμίζεται έτσι η μείωση των εσόδων που αποφέρουν οι χαμηλότεροι φορολογικοί συντελεστές.
Φανταστείτε ένα παρηκμασμένο εστιατόριο που αποκτά νέα διεύθυνση, νέο chef, σύγχρονο εξοπλισμό κουζίνας, καλύτερες πρώτες ύλες, περισσότερο και ειδικευμένο προσωπικό. Αν παραμείνει άδειο, χωρίς πελάτες για καιρό, η νέα διεύθυνση δεν θα αντέξει να χρηματοδοτεί τις αυξημένες δαπάνες. Για να πετύχει η μεταρρύθμιση και ο εκσυγχρονισμός της επιχείρησης, χρειάζεται να κερδηθεί γρήγορα η εμπιστοσύνη των καταναλωτών, θα χρειαστεί και διαφήμιση και θετικοί συμβολισμοί.
Έτσι ακριβώς και η ανάπτυξη. Χρειάζεται επενδύσεις. Και προϋπόθεση των επενδύσεων είναι η εμπιστοσύνη στην οικονομία και στη χώρα. Και η εμπιστοσύνη χρειάζεται πράξεις, έργα, αποδείξεις. Στη χώρα μας, βλέπετε, οι επενδυτές έχουν χορτάσει από ωραία λόγια. Μόνο λόγια!
Προφανώς βέβαια, ένας κούκος δεν φέρνει την Άνοιξη. Για να κερδηθεί το στοίχημα της ανάπτυξης, δεν φτάνει μία επένδυση, όσο μεγάλη κι αν είναι. Ούτε η fast track διευθέτηση της δαιδαλώδους γραφειοκρατίας μιας επένδυσης αρκεί, για να αλλάξει το δυστοπικό επενδυτικό περιβάλλον που δημιουργούν η γραφειοκρατία και η φορολογία.
Όμως, η πορεία της επένδυσης στο Ελληνικό μπορεί να αποτελέσει τη διαφήμιση, το μαγνήτη των επενδυτών, ενώ παράλληλα θα γίνονται βήματα ουσιαστικής και καθολικής βελτίωσης του επενδυτικού περιβάλλοντος.
Υπό αυτήν την έννοια, η ταχεία εκκίνηση της επένδυσης στο Ελληνικό είναι το σύμβολο της νέας Ελλάδας. Τώρα έγινε και το στοίχημα της νέας διακυβέρνησης.
«Στην κατάσταση που βρίσκεται σήμερα η χώρα, πραγματικά δεν ξέρω τι ιδεολογικό πρόσημο θα έβαζε κανείς. Εγώ θα την αποκαλούσα πολιτική του μέτρου, της λογικής και του αποτελέσματος».
Τα τελευταία 40 χρόνια η χώρα μας είχε απογοητευτικές αποδόσεις. Μη σας ξεγελά το βέλος του χρόνου, αυτό πάντα δείχνει μπροστά. Η Ελλάδα του 2019 δεν θυμίζει την Ελλάδα του 1980. Έγιναν τεράστια βήματα, συντελέστηκε μεγάλη πρόοδος.
Όμως, πρόοδος συντελέστηκε παντού. Σχεδόν παντού προχώρησε ο κόσμος. Η πραγματική μας πρόοδος και η υστέρησή μας αναδεικνύονται συγκρίνοντάς την με την υπόλοιπη Ευρώπη. Ήμαστε τελευταίοι στην Ευρώπη σε όρους ανάπτυξης στα χρόνια της ΕΟΚ τη δεκαετία του ‘80 και του ’90. Είμαστε ουραγοί και στην Ευρωζώνη τα τελευταία 20 χρόνια. Σήμερα είμαστε πίσω από χώρες που ήταν πίσω μας το 1981 (Πορτογαλία). Είμαστε πίσω και από χώρες, από τις οποίες μας χώριζε άβυσσος σε όρους βιοτικού επιπέδου το 1990 (Τσεχία, Ουγγαρία, Πολωνία, Βαλτικές χώρες). Γιατί;
Η τελετή θεμελίωσης του Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών «Ελευθέριος Βενιζέλος» έγινε στις 5 Σεπτεμβρίου 1996. Η λειτουργία του άρχισε την 28η Μαρτίου 2001.
Και σ’ έναν κόσμο που κατασκευάζει τεχνητά νησιά στην έρημο, για να ωθήσει τον τουρισμό και την οικονομία του, τίποτα δεν φαινόταν πιο λογικό από την αξιοποίηση ενός τεράστιου οικοπέδου στα πόδια του Παρθενώνα και στις ακτές του Αργοσαρωνικού.
Αν ήμαστε μια κανονική χώρα, στο διάστημα που μεσολάβησε από τον Σεπτέμβρη 1996 ως τον Μάρτιο 2001 θα είχαμε ξεκινήσει, ίσως και ολοκληρώσει, τις προκαταρκτικές εργασίες διευθέτησης όλων των πολεοδομικών εκκρεμοτήτων, τη σύνταξη των σχετικών μελετών & την προκήρυξη του διεθνούς διαγωνισμού για την αξιοποίηση του «Ελληνικού». Αλλά εμείς θυμηθήκαμε την αναξιοποίητη περιουσία, μόνον όταν ήρθε η κρίση και τα μνημόνια.
Και πάλι, ένα βήμα μπρος, δυο πίσω.
Από το 1996 μέχρι το 2010 η Ελλάδα κυβερνήθηκε από σοσιαλιστές, μεταρρυθμιστές και συντηρητικούς πολιτικούς. Αλλά η πολιτική για το Ελληνικό δεν άλλαξε. «Το ζήτημα του Ελληνικού» δεν είχε ιδεολογικό πρόσημο, η συναίνεση στην αδράνεια ήταν διακομματική.
Ακριβολογούσε, λοιπόν, ο Κ. Μητσοτάκης. Αυτό που χρειάζεται σήμερα η χώρα δεν ορίζεται από ιδεολογίες. Είναι η πολιτική της κοινής λογικής και του αποτελέσματος.
Θα συμπλήρωνα ότι χρειάζεται και πολίτες του μέτρου και της λογικής. Γιατί πριν από την κρίση, η αξιοποίηση του Ελληνικού, η εξυγίανση της ΔΕΗ, ο εξορθολογισμός του Ασφαλιστικού, η μεταρρύθμιση της Παιδείας και πολλά άλλα εγχειρήματα εκσυγχρονισμού και μεταρρύθμισης έβρισκαν το μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας εχθρικό.
Τώρα, ας ελπίσουμε ότι το πάθημα της κρίσης έγινε μάθημα. Μάθημα για τα θεμελιώδη της Οικονομίας και της Πολιτικής.