Είναι η πολλοστή φορά μέσα στους τελευταίους μήνες που ένας ιεράρχης προσπαθεί να πολεμήσει με τον λόγο του, να αφορίσει, να αφανίσει «εχθρούς» της Εκκλησίας. Τη μια ήταν η παρέμβαση για τα Θρησκευτικά, την άλλη για τους ομοφυλόφιλους, τη παράλλη για το Σκοπιανό και τους πλειστηριασμούς· είτε από άμβωνος είτε με ανοικτές επιστολές, ενίοτε και με συνεντεύξεις, επιφανείς εκπρόσωποι της Εκκλησίας, με απήχηση στο ποίμνιο, κρίνουν σκόπιμο να προβάλλουν τις θέσεις της (ή μήπως τις δικές τους αγωνίες;), στα χαρακώματα μιας αμφίβολης υπερασπιστικής γραμμής της.
Τη Δευτέρα του Πάσχα, ρίχτηκε στο πυρ το εξώτερον και η κοσμοθεωρία του Στίβεν Χόκινγκ. «Τιμωρός», ο Μητροπολίτης Κηφισιάς, Αμαρουσίου και Ωρωπού, Κύριλλος, κατά κόσμον Κωνσταντίνος Μισιακούλης, ο οποίος στο μήνυμα των ημερών –το οποίο σημειωτέον διαβάστηκε σε δεκάδες ενορίες– αναλώθηκε σε ύβρεις για τον σπουδαίο αστροφυσικό που έσβησε πριν από λίγες εβδομάδες.
Σε αυτό το ιδιότυπο και βεβιασμένο μνημόσυνο, καθώς δεν έχουν συμπληρωθεί καν σαράντα μέρες από την απώλεια, ο κ. Κύριλλος καταλόγισε στον Χόκινγκ έπαρση και αλαζονεία, αμφισβήτησε τις θέσεις του μέσα από το πρίσμα του ορθόδοξου χριστιανικού δόγματος, απέδωσε την τυφλότητά του έναντι της ύπαρξης του Θεού στο θάμπος των επιστημονικών επιτευγμάτων του, προσπάθησε να τον «μικρύνει» υπογραμμίζοντας την κοινή ανθρώπινη «μοίρα» του, τον θάνατο.
«Πρόσφατα πέθανε ένας διακεκριμένος αστροφυσικός, ο Στίβεν Χόκινγκ», είπε. «Εσβησε κι αυτός όπως τόσοι άλλοι. Θαμπωμένος από τα επιστημονικά του επιτεύγματα, γεμάτος έπαρση και αλαζονεία ισχυριζόταν ότι δεν χρειάστηκε το χέρι του Θεού, για να δημιουργήσει το σύμπαν, αλλά έγινε μόνο με την δύναμη των νόμων της φύσης. Ο Θεός αποσύρθηκε από το σύμπαν και τον άνθρωπο και ως εκ τούτου η μεταθανάτια ζωή είναι ένα παραμύθι. Βέβαια αυτός και όσοι τον ακολουθούν ξεχνάνε ότι υπάρχουμε, επειδή υπάρχει ο Θεός. Ζούμε, γιατί το θέλει Εκείνος. Η αναπνοή μας είναι στα χέρια Του. Όσοι, λοιπόν, σκοτώνουν τον Θεό στον ουρανό, αφήνουν τον άνθρωπο στη γη ορφανό, μόνο του και απελπισμένο στις οδύνες και τα αδιέξοδά του».
Το κείμενο του Σεβασμιότατου βρίθει ανακριβειών, με κορυφαία αυτή της τελευταίας φράσης: ο Χόκινγκ μπορεί να υποστήριζε ότι «δεν υπάρχει Παράδεισος ή μετά θάνατον ζωή, αυτό είναι ένα παραμύθι για όσους φοβούνται το σκοτάδι…», αλλά όχι, δεν ήταν ορφανός, μόνος και απελπισμένος στις οδύνες και τα αδιέξοδα του. Για την ακρίβεια, ήταν το εντελώς αντίθετο: αειθαλής και δημιουργικός παρά τη συγκλονιστική αναπηρία του, γενναίος και χιουμορίστας με την ίδια τη ζωή, ένας άνθρωπος που μόνο ορφανός δεν μπορούσε να νοιώθει· ο Χόκινγκ, καθώς η ασθένεια του εξελισσόταν χρόνο με τον χρόνο δραματικά, κατάφερε να γίνει ένας μικρός «Θεός» για τον ίδιο του τον εαυτό. Νίκησε τον θάνατο που οι γιατροί προέβλεπαν ότι θα κατέφθανε μόλις στη μετεφηβεία του, υπερέβη τις επίγειες δυνάμεις του με την αντοχή που επέδειξε απέναντι στο πρόβλημα του, έζησε έξω και πάνω από τα μέτρα των κοινών θνητών. Ο θάνατος του, δεν συγκλόνισε μόνο για την απώλεια της στραφταλιστής του σκέψης – λίγοι άλλωστε μπορούν να κατανοήσουν σε βάθος τα όσα διατύπωσε γύρω από την Επιστήμη του. Συγκλόνισε γιατί μαζί του χάθηκε στο Σύμπαν ένα μοναδικό χωμάτινο αστέρι, που έλαμπε, καθηλωμένο μόνο σωματικά στο αναπηρικό καρότσι.
Ο Μητροπολίτης Κηφισιάς και έλληνας επίσκοπος έκανε το λάθος να τα βάλει με τον Χόκινγκ, όπως κάποτε ο επίσκοπος του Παρισιού Etienne Tempier έπεσε στην παγίδα και αναμετρήθηκε με τον Αριστοτέλη και τους σχολιαστές του, μεταξύ άλλων τον Θωμά τον Ακινάτη. Κι έφερε τον 13ο αιώνα, κοντά στον 21ο (τι κατόρθωμα κι αυτό!). Ηταν 7 Μαρτίου του 1277 όταν εξεδόθη η πράξη του Επισκόπου, με την οποία καταδικάστηκαν 219 προτάσεις από τα έργα τους («Ο κόσμος είναι αιώνιος», ήταν μία από αυτές), καθώς έρχονταν σε σύγκρουση με την χριστιανική πίστη και κυρίως με το δόγμα της παντοδυναμίας του Θεού. Ο Πάπας Ιωάννης ΚΑ’ απεδέχθη την πράξη και άρχισε να μοιράζει αφορισμούς…
Σχεδόν 350 χρόνια αργότερα, το 1633, η δίκη και η καταδίκη του Γαλιλαίου, σχεδόν ένα αιώνα μετά την δημοσίευση του έργου του Κοπέρνικου, ήλθε να ταράξει τα νερά. Ποιος ήταν αυτός που τολμούσε να ερμηνεύσει τη δημιουργία του κόσμου, σε σύγκρουση με τις γραφές;
Μοιάζει τουλάχιστον σκονισμένη, απηρχαιωμένη, αναχρονιστική μια τέτοια διαμάχη Επιστήμης και Θρησκείας. Διότι η πρώτη έχει καταδείξει ότι δεν προσπαθεί να εκθεμελιώσει τη δεύτερη, στόχος της είναι η κατανόηση της βαθύτερης δομής του κόσμου,
Και η δεύτερη έχει καταστήσει σαφές ότι με δεδομένη τη βαθιά πίστη στον Θεό, αξιοποιεί την Επιστήμη ώστε να βρει αφορμές δοξολογίας του.
Η Εκκλησία προφανώς ενοχλείται για το γεγονός ότι η πρόοδος και η τεχνολογία, τα επιτεύγματα της Επιστήμης, μετατοπίζουν πολλές φορές το επίκεντρο της συζήτησης από τον Θεό. Δεν είναι όμως κάπως παράδοξο το να μπαίνει σε πόλεμο, θεωρώντας ότι μπορεί να εξακολουθεί να αποτελεί τον μοναδικό ρυθμιστή της γνώσης του κόσμου;
Δεν μπορεί να γίνεται casus belli η απουσία του Θεού από το κάδρο μιας επιστημονικής εικόνας του Σύμπαντος. Αυτός είναι ο μόνος σίγουρος δρόμος για να απομονωθεί, να ξεκόψει από ό,τι πιο σημαντικό υπάρχει στη σύγχρονη σκέψη, κάτι που –είναι σίγουρο– δεν θα το ήθελαν πολλοί πεφωτισμένοι ιεράρχες της, διακεκριμένοι επιστήμονες μεταξύ άλλων.
Ας σκεφθεί πρώτα από όλα πού θέλει να απευθύνεται. Σε ποιο κοινό, ηλικιακά αλλά και μορφωτικά, κάτω από αυτές τις προϋποθέσεις;
Η Εκκλησία ήταν, είναι και θα είναι ισχυρότατη, θεσμικά, κοινωνικά, πολιτικά, στην ελληνική κοινωνία, για λόγους που όλοι λίγο πολύ κατανοούμε.
Το μόνο που καταφέρνει με παρεμβάσεις όπως αυτή κατά του Χόκινγκ, το μόνο που επιτυγχάνει όταν απασχολεί τη δημόσια σφαίρα με ύβρεις, αφορισμούς, κραυγές μίσους και απαξίας για τους όποιους διαφωνούντες, είναι να υποσκάπτει τη δύναμη της.
Γιατί δεν είναι αυτή η δουλειά της. Το έχει διατυπώσει πολύ ωραία ο Αρχιεπίσκοπος κ. Ιερώνυμος. Η Εκκλησία ασκεί μία και μοναδική εξουσία, την εξουσία να αγαπά ολοκληρωτικά τον Θεό και απροϋπόθετα τον άνθρωπο. Τελεία και παύλα.
ΥΓ: Ο Χόκινγκ, όπως και ο Αριστοτέλης, ο Ακινάτης και ο Γαλιλαίος, θα έχουν πάντα θέση στην καρδιά και το μυαλό της ανθρωπότητας, Σεβασμιότατε. Η μάχη μαζί τους είναι άνιση. Ολοι γνωρίζουμε για ποιον.