Είναι ίσως η μοναδική φορά στη μεταπολιτευτική πολιτική ιστορία και σίγουρα στα χρόνια της κρίσης, που μία κυβέρνηση έχει ορίζοντα τακτικών κινήσεων που δεν ξεπερνά την εβδομάδα! Η στρατηγική είναι προφανώς η παγίωση μίας δυναμικής είτε σε ρόλο κυβέρνησης είτε αντιπολίτευσης, αλλά ο ορίζοντας κινήσεων και δράσεων δεν ξεπερνά τις λίγες μέρες. Αυτός είναι και ο λόγος που ο δημόσιος διάλογος και οι εκτιμήσεις αναλυτών δεν μπορούν να διακρίνουν τις προθέσεις του κυβερνώντος κόμματος.
Η κυβερνητική αυτή τακτική έχει ως άμεση συνέπεια την απομείωση του κεφαλαίου αξιοπιστίας της χώρας, καθώς όταν η τακτική αλλάζει τακτικά, τότε και οι εταίροι διστάζουν και κρατούν επιφυλακτική στάση.
Η αβεβαιότητα, λοιπόν και η έλλειψη εμπιστοσύνης δεν είναι ό,τι το καλύτερο για την ελληνική οικονομία. Στο σημείο αυτό η κυβέρνηση έχει τρεις επιλογές.
Πρώτον, να διαπραγματευθεί για λίγο καιρό ακόμη προσπαθώντας να αποκομίσει έστω και κάτι και κατόπιν να νομοθετήσει τα μέτρα λιτότητας, δίνοντας έμφαση στα πιθανά θετικά ανταλλάγματα, όπως η ποσοτική χαλάρωση.
Δεύτερον, να προχωρήσει σε πρόωρες εκλογές.
Τρίτον, να αποφασίσει η κυβέρνηση να επεκτείνει τη διαπραγμάτευση όσο το δυνατόν περισσότερο με αβέβαιες, όμως, προεκτάσεις και συνέπειες.
Κατά την εκτίμησή μας το ενδεχόμενο ενός δημοψηφίσματος δεν έχει πολλές ελπίδες, καθώς είναι σχεδόν βέβαιο ότι τα περισσότερα κόμματα της κοινοβουλευτικής αντιπολίτευσης, θα επιλέξουν την ενεργητική αποχή ακυρώνοντας το.
Κατά την εκτίμησή μας πιο πιθανό είναι το πρώτο σενάριο της σύντομης ελεγχόμενης έντασης, δηλαδή, που συνδυάζει δήθεν διαπραγμάτευση με σαφή προσανατολισμό διατήρησης της εξουσίας.
Σε κάθε περίπτωση κρίσιμο, για το αν θα επιστρέψουν οι Θεσμοί στην Αθήνα, θα είναι το Euro Working Group της 9ης Φεβρουαρίου.