Στα μακρινά και αθώα 80s κάθε δημοτική αρχή με δημοκρατικές ευαισθησίες ώφειλε να πάρει θέση για την κούρσα των πυρηνικών εξοπλισμών. Για την ακρίβεια οι περισσότεροι δήμαρχοι είχαν θέμα με τους αμερικανικούς Πέρσινγκ και Κρουζ, αλλά καμία ενόχληση για τους σοβιετικούς SS20. Οι ίδιοι δήμαρχοι θεωρούσαν τη σοβιετική επέμβαση στο Αφγανιστάν κάτι μεταξύ ειρηνευτικής παρέμβασης και ανθρωπιστικής βοήθειας.
Η θέση τους, βέβαια, δεν είχε την παραμικρή σημασία. Δεν νομίζω, δηλαδή, ότι η πολιτική Ρέιγκαν επηρεάστηκε από την ανακήρυξη της Λάρισας και της Τριανδρίας Θεσσαλονίκης σε αποπυρηνικοποιημένες ζώνες. Και τελικά, όσες πορείες ειρήνης και αν έγιναν, η κατάσταση θα παρέμενε ως είχε αν δεν ξεκινούσαν οι Ανατολικογερμανοί να μπαίνουν στα τρένα και ο Γκορμπατσόφ να ξηλώνει το πουλόβερ -είναι σχεδόν βέβαιο πως ούτε εδώ μέτρησαν οι ελληνικές ευαισθησίες. Βέβαια τότε μετρηθήκαμε και εμείς. Είδαμε ποιος είναι με τα γεράκια και ποιος με τις σοβιετικές περιστερές. Ακούσαμε ποιοι λυπήθηκαν για την πτώση του Τείχους και πόσοι το έριξαν στους καλαματιανούς πανηγυρίζοντας. Μέχρι εκεί.
Περίπου το ίδιο πάει να γίνει με το σχέδιο του Τσίπρα για αναθεώρηση του Συντάγματος. Μία άτυπη σφυγμομέτρηση, λες και δεν γνωριζόμαστε. Θα μου πείτε, είναι κακό να γνωριστούμε καλύτερα; Οχι. Είναι κακό να γνωριστούμε καλύτερα παίζοντας με το Σύνταγμα. Και οι σχέσεις Κράτους-Εκκλησίας είναι ιδανικές για κάτι τέτοιο. Βέβαια έχει την πλάκα του το να θέτουν ζήτημα διαχωρισμού οι άνθρωποι που δεν διευκολύνουν την απαλλαγή των παιδιών από τα Θρησκευτικά, επιμένουν να αναγράφεται το θρήσκευμα στα απολυτήρια Λυκείου και ούτε να ακούσουν για αφαίρεση των εικόνων από τις δημόσιες υπηρεσίες. Εχει την πλάκα του και δείχνει το είδος των προθέσεων.
Ωστόσο μια και άνοιξε η σχετική κουβέντα, αξίζει να θυμηθούμε πώς αντιμετωπίζει ευρύτερα ο ΣΥΡΙΖΑ το ζήτημα της συνταγματικής αναθεώρησης.
Πέρασαν σχεδόν δύο χρόνια από τη σεμνή εκδήλωση στο προαύλιο της Βουλής, κατά την οποία ο Πρωθυπουργός παρουσίασε τις προτάσεις του για τη συνταγματική αναθεώρηση. Και τότε μας είχε απογοητεύσει, καθώς απέφυγε να μιλήσει για διαχωρισμό Κράτους-Εκκλησίας. Τι έλεγε η πρόταση; «Ρητή κατοχύρωση της θρησκευτικής ουδετερότητας του κράτους, με διατήρηση, όμως, για ιστορικούς και πρακτικούς λόγους της αναγνώρισης της Ορθοδοξίας ως κρατούσας θρησκείας. Κατοχύρωση της υποχρεωτικότητας του πολιτικού όρκου». Σιγά το πράγμα! Ας πάει να ρωτήσει τον Σημίτη, να του εξηγήσει τι σημαίνει σύγκρουση με την Εκκλησία.
Ομως ο βαθμός σοβαρότητας της προσέγγισης Τσίπρα, αναδεικνύεται από την πρόταση για ενίσχυση των θεσμών της άμεσης δημοκρατίας καθώς προέβλεπε τη «δυνατότητα διενέργειας δημοψηφίσματος με λαϊκή πρωτοβουλία και συλλογή άνω των 500.000 υπογραφών για εθνικά θέματα». Και με ένα εκατομμύριο υπογραφές, να διενεργείται δημοψήφισμα για ψηφισμένο νόμο. Φαντάζεστε το λαϊκό αμεσοδημοκρατικό πάρτι της Χρυσής Αυγής ή της Εκκλησίας, έτσι δεν είναι; Θυμίζω ότι όλα αυτά είχε αναλάβει να τα επεξεργαστεί η επιτροπή σοφών (κάποιοι ήταν πράγματι σοφοί) με τη συμμετοχή του Γιώργου του Κιμούλη.
Εντάξει, αλλά ο διαχωρισμός Κράτους-Εκκλησίας δεν είναι κάτι που οφείλει να απασχολήσει τη συνταγματική αναθεώρηση; Ναι και το ελπίζω αν και δεν νομίζω να το τολμήσει κάποιος. Έτσι όπως το θέτει η κυβέρνηση, με διαρροές προς τον Τύπο, υπονομεύεται η σοβαρότητα των προθέσεων. Αυτά δεν τα «σπρώχνει» ο Τζανακόπουλος σε ρεπόρτερ, τα παρουσιάζει ο Πρωθυπουργός προς τον πολιτικό κόσμο και την κοινή γνώμη, μέσα από μία σοβαρή διαδικασία διαβούλευσης. Τώρα όποιες αντιδράσεις και αν εκδηλωθούν, έχουν τόση αξία, όση και η πολιτική των δημάρχων που κυνηγούσαν πυρηνικά. Αλλά εδώ οι άνθρωποι κάνουν πολιτική του Τwitter.