Από τη Θεσσαλονίκη λένε ότι κάθε πέντε λεπτά θα ξεκινάει και ένα λεωφορείο με προορισμό την πρωτεύουσα. Μπορούμε να φανταστούμε τι θα συμβαίνει στο εσωτερικό του. Ανθρωποι κυρίως μεγάλης ηλικίας με μία μικρή τσάντα για τα απαραίτητα του ταξιδιού και σημαία με τον ήλιο της Βεργίνας στο πίσω παρμπρίζ.
Μπροστά και στα δεξιά του οδηγού, στις πρώτες θέσεις που συναντάς καθώς επιβιβάζεσαι στο λεωφορείο, θα κάθονται οι επικεφαλής της αποστολής. Ο πρόεδρος ή ο αντιπρόεδρος του σωματείου και, αν υπάρχει ανάμεσα στους επιβάτες, ένας ιερέας. Υποθέτω θα υπάρξουν και λεωφορεία μόνο με ιερείς ή, ακόμα καλύτερα, με μοναχές που κατεβαίνουν στην Αθήνα υπό τη συνοδεία, την επίβλεψη και την καθοδήγηση του πνευματικού τους.
Η Εκκλησία δίνει τις ευλογίες της και συμμετέχει στο συλλαλητήριο της Αθήνας. Ο Αρχιεπίσκοπος άλλαξε γνώμη. Πιθανότατα ανησύχησε από τα πρωτοσέλιδα της «Ελεύθερης Ωρας» που, περίπου, τον αποκαλούσαν πράκτορα της Μοσάντ. Μετά θα διέκρινε και τη διάθεση ποιμνίου και κλήρου για να ακουστεί το «Τη Υπερμάχω Στρατηγώ» στο Σύνταγμα. Φανταστείτε τώρα την πλατεία από ψηλά, σε λήψη από drone, να είναι διάστικτη από τα ράσα, ενώ ο προκαθήμενος της Εκκλησίας θα είχε πάρει σαφείς αποστάσεις. Θα ήταν ταπεινωτικό. Ομως μισό λεπτό. Εδώ υπάρχει ένα πρόβλημα. Μπορεί και δύο.
Πάνε σχεδόν 200 χρόνια από τότε που αρχίσαμε την κουβέντα για το δικαίωμα της Εκκλησίας να εκφέρει λόγο επί κοσμικών θεμάτων. Και εντάξει, αν πρόκειται για θέματα που άπτονται των ποιμαντικών καθηκόντων της, όπως οι γάμοι ας πούμε, η Πολιτεία είναι υποχρεωμένη να ακούσει. Το αυτό ισχύει και για πτυχές του δημοσίου βίου με πτυχές προσωπικής ηθικής και υπαρξιακής τοποθέτησης των πιστών. Υπάρχει συζήτηση για τη δωρεά οργάνων ή την ευθανασία; Ασφαλώς και πρέπει να ακούσουμε τη γνώμη της Εκκλησίας διότι πολλοί συμπολίτες μας αναμένουν από εκεί πνευματική καθοδήγηση.
Ωστόσο η Εκκλησία δεν έχει κανένα λόγο και, νομίζω, κανένα δικαίωμα να γνωμοδοτεί επί θεμάτων εξωτερικής πολιτικής και διεθνούς διπλωματίας. Δεν έχει τη γνώση, την εξειδίκευση, δεν είναι η δουλειά της. Οι εκκλησιαστικοί λειτουργοί μισθοδοτούνται, ως δημόσιοι υπάλληλοι, από τον κρατικό προϋπολογισμό. Μπορεί να μη διαπράττουν θεσμικό, αλλά σίγουρα υποπίπτουν σε ηθικό ατόπημα όταν διαδηλώνουν ως σώμα εναντίον μίας πολιτικής που δεν σχετίζεται με το λειτούργημά τους. Είναι δημόσιοι υπάλληλοι. Δηλαδή τι έμεινε; Να εκδώσει και ο Στρατός ανακοίνωση με τις θέσεις του για το συλλαλητήριο και τη Μακεδονία; Και τι κάνουν οι δικαστές;
Οι Μητροπολίτες, οι διάκοι, ο πάπα Λάμπρος από το χωριό έχουν, φυσικά, το δικαίωμα να συμμετάσχουν ως άτομα στο συλλαλητήριο. Ο πάπα Λάμπρος μπορεί να πάρει και την Παπαλάμπραινα, αν έχει θέση στο λεωφορείο. Ομως ο Αρχιεπίσκοπος όφειλε να σιωπήσει. Πώς είναι δυνατόν η Εκκλησία να μη στέκεται δίπλα στην κυβέρνηση και μάλιστα για ένα εθνικό θέμα; Μην πιάσουμε τα χαριτωμένα περί προσευχής, αλλά, αν η Εκκλησία θέλει να επιδεικνύει το ανάστημα της σε εθνικά θέματα, οφείλει να το κάνει ως παραστάτης της εκάστοτε κυβέρνησης.
Σε όλο αυτό υπάρχει και η χαριτωμένη ουρά των σχέσεων του Διαπραγματευτή με τον Αρχιεπίσκοπο. Ολόκληρο Φίλη έσφαξε μπροστά στο ράσο του και, είναι αλήθεια, πάλεψε για να οικοδομήσει μία καλή, έντιμη στάση. Και ο Αρχιεπίσκοπος πήγε μπρος-πίσω. Μεταξύ μας, τον δούλεψε όπως του αξίζει.