Οταν είδα τη συνέντευξη του Γιάννη Μπουτάρη μέσα από οίκο ανοχής, στη διαδικτυακή εκπομπή «Ο,τι Thess», κόλλησα λίγο, και δεν μπορούσα ν’ αποφασίσω αν μου αρέσει ή όχι αυτό που βλέπω. Για όσους δεν την πήραν χαμπάρι, μιλάμε για μια συνέντευξη που έδωσε ο δήμαρχος Θεσσαλονίκης μέσα σε οίκο ανοχής στην περιοχή των παλιών σφαγείων, στα δυτικά της πόλης.
Τον Μπουτάρη τον εκτιμώ ιδιαιτέρως. Και θεωρώ ότι, παρά τα όποια λάθη του καταλογίζουν, έχει καταφέρει πολλά κι έχει αλλάξει τη Θεσσαλονίκη σε μεγάλο βαθμό, προς το καλύτερο. Εκτιμώ την ευθύτητά του και το γεγονός ότι δεν φοβάται να συγκρουστεί για να υποστηρίξει τις θέσεις του. Και απολαμβάνω τον ακομπλεξάριστο χαρακτήρα του, που τον αφήνει να εκφράζεται χωρίς σοβαροφάνεια και ταμπού.
Προφανώς, ο ακομπλεξάριστος χαρακτήρας τον ώθησε να δεχτεί να συνεντευξιαστεί μέσα σ’ ένα οίκο ανοχής, δίπλα σ’ ένα κλουβί με κρεβάτι, και να χαζεύει σεξουαλικά εκθέματα. Το θέμα όμως είναι ότι όταν συνεντευξιάζεσαι σ’ ένα τόσο ξεχωριστό σημείο, όσο ένας οίκος ανοχής, πρέπει να υπάρχει λόγος. Οι συνειρμοί που προκαλεί ο τόπος είναι ισχυροί, κι αν ο λόγος παρουσίας σου εκεί δεν είναι ευδιάκριτος, τότε οι συνειρμοί του θεατή πέφτουν σε κενό αέρος: γιατί ο Μπουτάρης έδωσε συνέντευξη στον οίκο ανοχής; Έτσι του ήρθε; Έτσι του ήρθε του δημοσιογράφου και ο Μπουτάρης συμφώνησε; Γιατί συμφώνησε; Μερικές ερωτήσεις που πέρασαν απ’ το μυαλό μου (και φαντάζομαι και απ’ το μυαλό πολλών ανθρώπων που είδαν το 14λεπτο βίντεο της συνέντευξης).
Δεν έχω κανένα πρόβλημα που ένας δήμαρχος δίνει συνέντευξη μέσα από οίκο ανοχής, απλώς μου φαίνεται κάπως άστοχο να το κάνει χωρίς εμφανή λόγο. Εμφανής λόγος λοιπόν δεν υπήρχε. Δεν ήταν μια συνέντευξη επικεντρωμένη, ας πούμε, στους οίκους ανοχής της Θεσσαλονίκης και στο πώς βοηθά ο δήμαρχος την ομαλή λειτουργία τους. Ήταν μια συνέντευξη λίγο απ’ όλα, μίλησαν μέχρι και για το Σκοπιανό.
Κι επειδή ο λόγος απουσίαζε, ακούγονταν και κάπως περίεργα, έως και κωμικά, όσα έλεγε ο συνεντευξιαζόμενος.
Μιλούσε για την πρώτη φορά που επισκέφτηκε οίκο ανοχής ως πελάτης, και για το ότι χρησιμοποιεί φαρμακευτικά σεξουαλικά βοηθήματα με τη νυν σύντροφό του, και νόμιζες ότι θα πεταχτεί από μια γωνία η Βίκυ Μιχαλονάκου να του κάνει ερώτηση. Καλτ, η λέξη που περιγράφει καλύτερα την ατμόσφαιρα που σου απέπνεε αυτή η συνέντευξη. Το καλτ μιας άλλης τηλεοπτικής, μεταμεσονύχτιας εποχής, με εθνικούς σταρ και μίστερ μπούτια.
Σου δημιουργούσε επίσης και μια υπόνοια ότι έγινε επί τούτου σε οίκο ανοχής, για να προκαλέσει. Είναι όπως το γυμνό στο θέατρο. Καταλαβαίνεις πότε γίνεται απλώς για να προκαλέσει και πότε έχει πράγματι λόγο ύπαρξης μέσα σε μια παράσταση, πότε είναι ντεμέκ και πότε αληθινά προοδευτικό. Η συνέντευξη αυτή λοιπόν σου έδινε την εντύπωση του ντεμέκ προοδευτικού, ήταν λίγο σα να είπε κάποιος: πάμε να τα πούμε με τον δήμαρχο με φόντο ένα μπουρδέλο, γιατί είμαστε και πολύ προχώ…
Και κάπως έτσι υποψιάζομαι ότι έγινε. Υποψιάζομαι δηλαδή ότι ήταν φαεινή ιδέα κάποιου δημοσιογράφου ή αρχισυντάκτη, στην οποία ο Μπουτάρης είπε το ναι χωρίς να το πολυσκεφτεί. Και κάπως έτσι, ο ακομπλεξάριστος δήμαρχος έπεσε «θύμα» ενός δήθεν προοδευτισμού, που πουλάει εικόνα χωρίς ουσία.
Ναι, ήταν μια συνέντευξη εκτός τόπου και χρόνου. Και το γεγονός ότι δεν έτυχε μεγάλης καζούρας οφείλεται στον δήμαρχο. Χαίρει τέτοιας εκτίμησης που του συγχωρείς μιαν αστοχία.
ΥΓ. Μήπως να συζητούσαν και οι κυβερνήσεις το Σκοπιανό μέσα σε οίκο ανοχής; Ισως έτσι να λυθεί ευκολότερα.