Στις εκλογικές αναμετρήσεις της Μεταπολίτευσης (εξαιρείται η του 1974, λόγω ειδικών συνθηκών και οι μετά το 2010, λόγω της οικονομικής κρίσης) δύο ήταν οι βασικοί αντίπαλοι που διεκδικούσαν και ασκούσαν την εξουσία. Η παραδοσιακή Δεξιά (ΝΔ) με ηγέτες τους Κωνσταντίνο Καραμανλή, Γεώργιο Ράλλη, Κωνσταντίνο Μητσοτάκη και Κώστα Καραμανλή. Και ο κεντρώος-κεντροαριστερός χώρος (ΠΑΣΟΚ) με τους Ανδρέα Παπανδρέου και Κώστα Σημίτη.
Μετά το ξέσπασμα της κρίσης, στις εκλογές του 2015, για πρώτη φορά άλλαξε ο ένας από τους δύο (εκλογικά) μεγάλους. Παρτενέρ της ΝΔ έγινε ο ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα, με καταβολές από ένα μικρό κόμμα της παραδοσιακής Αριστεράς. Πώς συνέβη αυτό; Απορρόφησε ένα πολύ μεγάλο αριθμό παραδοσιακών ψηφοφόρων του (μέχρι τότε) ΠΑΣΟΚ.
Τι συμβαίνει σήμερα; Και τι αναμένεται να συμβεί στις προσεχείς εκλογές; Ας δούμε τα δεδομένα:
— Η κλασική ανάλυση δεν έχει αλλάξει. Βασικοί αντίπαλοι είναι ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ, Τσίπρας και Κυριάκος Μητσοτάκης.
— Ομως, η κρίση φαίνεται ότι έχει αρχίσει να επηρεάζει αυτό το δίπολο και μένει να δούμε πόσο. Η διαχείρισή της από τον ΣΥΡΙΖΑ, το μόνο κόμμα που είχε μείνει αλώβητο από αυτήν μέχρι το 2015, οδηγεί σε αναδιάταξη των δυνάμεων. Ενώ η ΝΔ παραμένει σταθερά ο ένας πόλος εξουσίας, για τον ΣΥΡΙΖΑ υπάρχουν πλέον αμφιβολίες. Η ΝΔ, σύμφωνα με όλες τις προβλέψεις, θα αντικαταστήσει τον ΣΥΡΙΖΑ στην πρώτη θέση, αλλά δεν έχει πλέον (δημοσκοπική) δυναμική και η αυτοδυναμία της «παίζεται».
— Η αυτοδυναμία θα εξαρτηθεί από τη αντοχή του ΣΥΡΙΖΑ, δηλαδή από το πόσες απώλειες θα έχει και προς ποια κατεύθυνση. Αν σημαντικό μέρος των απωλειών κατευθυνθεί προ τη ΝΔ, με βάση τον «κανόνα» ότι οι μετακινούμενοι ψηφοφόροι στρέφονται προς τον διαφαινόμενο νικητή, τότε η αυτοδυναμία εξασφαλίζεται. Όμως, τα μέχρι στιγμής δεδομένα δείχνουν ότι η ΝΔ έχει πάρει από τον ΣΥΡΙΖΑ ό,τι ήταν να πάρει και έχει πιάσει (δημοσκοπικό) ταβάνι. Η συσπείρωσή της είναι σχεδόν απόλυτη.
Ετσι ανακύπτει το ερώτημα: ποιος είναι ο πιο επικίνδυνος αντίπαλος για τον ΣΥΡΙΖΑ και τον Αλέξη Τσίπρα; Θεωρητικά είναι η ΝΔ και ο Κυριάκος Μητσοτάκης, αφού αυτοί απειλούν την εξουσία του. Υπό τον όρο ότι θα καταφέρουν να αποσπάσουν ικανό αριθμό ψηφοφόρων και αποκτήσουν αυτοδυναμία.
Σε μια δεύτερη ανάγνωση, όμως, ο μεγαλύτερος κίνδυνος για ΣΥΡΙΖΑ και Τσίπρα βρίσκεται στην άλλη πλευρά. Ο μεγάλος όγκος των ψηφοφόρων του είναι ένα μείγμα αριστερόστροφων και αντιδεξιών ψηφοφόρων. Οι πρώτοι (αριστερόστροφοι) προέρχονται από τον παλιό πυρήνα του, ο οποίος μέχρι το ξέσπασμα της κρίσης δεν έφτανε το 5%. Οι δεύτεροι (αντιδεξιοί) είναι πρώην ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ, που τον εκτόξευσαν στο 16% το 2012 και στο 35% το 2015.
Επομένως ο πραγματικός κίνδυνος για τον κ. Τσίπρα δεν είναι τα κόμματα και γκρουπούσκουλα που βρίσκονται στ’ αριστερά του (Λαϊκή Ενότητα του Παναγιώτη Λαφαζάνη, Πλεύση Ελευθερίας της Ζωής Κωνσταντοπούλου κ.α). Θα έχει μεν κάποιες απώλειες προς αυτά, αλλά δυναμική τους είναι περιορισμένη.
Αντίθετα, ενδεχόμενες μεγάλες απώλειες από τους πρώην ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ, που «μετανάστευσαν» στον ΣΥΡΙΖΑ σταδιακά μετά το 2102 και τον έφεραν στην εξουσία το 2015, μπορεί να τον οδηγήσουν όχι μόνο στην απώλεια της εξουσίας (αυτή σήμερα θεωρείται βέβαιη), αλλά και σε εκλογική συντριβή. Οι ψηφοφόροι αυτής της κατηγορίας είναι ο αστάθμητος παράγοντας.
Ο κ. Τσίπρας και ο συν αυτώ το γνωρίζουν πολύ καλά. Γι’ αυτό και ανησύχησαν από τη μεγάλη συμμετοχή στην ψηφοφορία για την εκλογή αρχηγού στο νέο φορέα της Κεντροαριστεράς. Γι’ αυτό και ο κ. Τσίπρας οξύνει συνεχώς της αντιπαράθεση με τον κ. Μητσοτάκη, προσπαθώντας να κεντρίσει τα αντιδεξιά αντανακλαστικά αυτών των ψηφοφόρων. Γι’ αυτό και προσπαθεί να μιμηθεί τον Ανδρέα Παπανδρέου, όπως έγινε με τον πρόσφατο «καληνύχτα σας, κύριε Μητσοτάκη» στη Βουλή. Γι’ αυτό και προσπαθεί να δείξει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ανήκει πλέον στη μεγάλη ευρωπαϊκή οικογένεια των σοσιαλδημοκρατικών και κεντροαριστερών κομμάτων.
Ο κίνδυνος, λοιπόν, για τον κ. Τσίπρα και τον ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι ούτε εκ δεξιών τους (ΝΔ και Μητσοτάκης) ούτε εξ αριστερών τους (Λαφαζάνης, Κωνσταντοπούλου κ.α). Είναι το υπό (ανα)συγκρότηση νέο κόμμα («Κίνημα Αλλαγής» ή όπως αλλιώς θα ονομαστεί στο συνέδριο που θα ακολουθήσει), αφού αυτό είναι το μόνο στο οποίο μπορεί να στραφεί η μεγάλη μάζα των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό το κόμμα είναι η κοιτίδα τους (ως συνέχεια του ΠΑΣΟΚ).
Αν και είναι ακόμα πολύ νωρίς για συμπεράσματα, οι πρώτες έρευνες δείχνουν ότι, μετά την εκλογή αρχηγού, το νέο κόμμα αναπτύσσει αξιόλογη δυναμική. Αν συνεχιστεί, θα αποτελέσει διέξοδο για τους ψηφοφόρους εκείνους που έχουν απογοητευθεί από τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά δεν θέλουν να κατευθυνθούν στην κάλπη της ΝΔ.
Αυτούς τους ψηφοφόρους φοβάται ο κ. Τσίπρας και θα κάνει το παν να τους κρατήσει στον ΣΥΡΙΖΑ, αυτούς θέλει να τραβήξει, να φέρει πίσω, το υπό συγκρότηση νέο κόμμα. Από το ποιος θα επικρατήσει σ’ αυτή τη μάχη θα εξαρτηθούν τα πάντα στις επόμενες εκλογές: αν θα υπάρχει αυτοδυναμία, αν θα σχηματισθεί κυβέρνηση συνεργασίας και ποια, αν ο ΣΥΡΙΖΑ θα παραμείνει ισχυρός στην αντιπολίτευση ή αν θα χάσει κάθε δυνατότητα να επηρεάσει τις εξελίξεις.