Ας ρίξουμε μια γρήγορη ματιά στην ιστορία: Το πρώτο Σύνταγμα της Ελλάδας ορίζει πως «οι Ελληνες είναι ίσοι ενώπιον του Νόμου». Και οι Ελληνίδες; Και όμως, για πολλές δεκαετίες οι γυναίκες εξακολουθούσαν να μην έχουν δικαίωμα ψήφου. Με τη μαχητική Καλλιρόη Παρρέν να χλευάζεται και να υβρίζεται όποτε με γενναιότητα έθετε το θέμα. Το δικαίωμα να ψηφίζουν (όχι και να θέτουν υποψηφιότητα) οι γυναίκες αναγνωρίστηκε το 1930. Επρεπε όμως να είναι πάνω από 30 ετών και να γνωρίζουν γράμματα. Για πρώτη φορά πήγαν στις κάλπες το 1934, λιγότερες από 500 κυρίες. Ισα πολιτικά δικαιώματα για γυναίκες και άνδρες θεσμοθέτησε η Βουλή το 1952. Τόσο αργά.
Γιατί τα θυμήθηκα αυτά; Για να τα θυμίσω σε εκείνους, κυρίως στους νέους, -γυναίκες και άντρες- που ενώ έχουν δικαίωμα ψήφου αρνούνται να το ασκήσουν. Που θεωρώντας το δεδομένο, δεν μπορούν να καταλάβουν πως, και δεδομένο δεν είναι, και υπάρχει πάντα η πιθανότητα να τους αφαιρεθεί (η Δημοκρατία πάντα διατρέχει κινδύνους) με δραματικές συνέπειες. Η κουβέντα περί αποχής επανήλθε τώρα, με μια ψηφοφορία που σίγουρα δεν μας αφορούσε όλους, όμως και αυτή επιβεβαίωσε κάτι που όσο περνάνε τα χρόνια όλο πιο έντονα το συζητάμε: οι μικρές ηλικίες απέχουν από τις εκλογές.
Γιατί; Από αντίδραση, λένε. Αν δεν αντιδράσουν σε αυτές τις ηλικίες πότε θα αντιδράσουν; Ετσι είναι. Ας αντιδράσουν λοιπόν με την ψήφο τους, εκμεταλλευόμενοι το τεράστιο προνόμιο που τους παραχωρεί η Δημοκρατία. Ο θυμός και την απογοήτευσή τους δεν μπορούν να λειτουργούν διαρκώς ως άλλοθι των ανιστόρητων, των γιαλαντζί αναρχικών, όλων αυτών των κακομαθημένων παιδιών που μεγάλωσαν με απόλυτη ασφάλεια για να κάνουν τώρα τους επαναστάτες του γλυκού νερού – ως τη στιγμή που θα βολευτούν και αυτοί στο σύστημα, αν δεν το έχουν κάνει ήδη. Ας μην γελιόμαστε, οι περισσότεροι δεν απέχουν ακολουθώντας μια μελετημένη και θεμελιωμένη ιδεολογία (γιατί υπάρχουν και τέτοιες περιπτώσεις), από άγνοια το κάνουν. Και πίνουν καφέ λοιδορώντας όσους ψηφίζουν.
Ομως, και εκείνοι που επιμένουν να ψηφίζουν απογοητευμένοι είναι. Και εκείνοι έχουν δει τις ζωές τους άλλοι να καταστρέφονται, άλλοι να δυσκολεύουν, αλλά ψηφίζουν. Δεν είναι βίτσιο, δεν είναι συνήθεια, δεν είναι η αμήχανη συμπεριφορά ενός κοπαδιού που έτσι το έχουν μάθει. Είναι συμμετοχή στη Δημοκρατία.
Παρεμπιπτόντως, όσο ανόητο και βλαπτικό είναι να δικαιολογούμε εφηβικές συμπεριφορές του στιλ «δεν συμμετέχω στο σύστημα», τόσο αγενές, απάνθρωπο και άηθες είναι να σχολιάζουμε τη συμμετοχή των μεγαλύτερων ηλικιών στις εκλογές, όπως κάναμε και τώρα, χρησιμοποιώντας απαράδεκτους χαρακτηρισμούς: «στις κάλπες πήγαν οι γέροι γι’ αυτό είχαμε αυτά τα αποτελέσματα», «παρέδωσαν το μέλλον της Kεντροαριστεράς στους παππούδες που το μόνο που ξέρουν είναι το ΠΑΣΟΚ», «οι γιαγιάδες και οι παππούδες αποφασίζουν για το αύριο των παιδιών μας»…
Ας πήγαιναν και τα παιδιά σας! Κανένας, υποθέτω, δεν τα κράτησε κλειδωμένα στα δωμάτιά τους. Ας πηγαίνατε και εσείς! Οι ηλικιωμένοι (έστω «οι μεγάλοι» όπως γράφτηκε για τις ηλικίες άνω των 50) έκαναν το καθήκον τους, κάποιοι από αυτούς φτάνοντας με κόπο ως τις εκλογικές αίθουσες. Οποιος διαφωνεί με την ετυμηγορία τους ας προσπαθήσει να επιβάλει τη δική του οπτική. Αυτό δεν γίνεται ούτε με την απαξίωση των θεσμών και των ανθρώπων, ούτε με τον ηλικιακό ρατσισμό, ούτε με την γκρίνια, ούτε με τις αμπελοφιλοσοφίες της καφετέριας και τις ανιστόρητες και αφελείς κορώνες του στιλ «όλοι ίδιοι είναι» και «δεν περιμένω τίποτα γι’ αυτό δεν ψηφίζω», ούτε με τις μολότοφ, τα συνθήματα στους τοίχους και τους καμένους κάδους σκουπιδιών. Με την ψήφο γίνεται.