Οι δομικές ελλείψεις της προσωπικότητας τού κ. Τσίπρα ήταν εξόφθαλμες εξαρχής | Nikos Libertas / SOOC
Απόψεις

Η ανοιχτή πληγή του ΣΥΡΙΖΑ

Τι μέλλει γενέσθαι; Ο,τι συμβαίνει κάθε φορά στην ελληνική ιστορία. Η ασυνάρτητη Αριστερά έχοντας ψηφίσει τα πάντα αλλά χωρίς να τα εφαρμόσει, σπρώχνει ξανά τον κόσμο στην αγκαλιά της Δεξιάς
Κώστας Λογαράς

Το μεγάλο πρόβλημα του ΣΥΡΙΖΑ ως πολιτικού σχηματισμού είναι ο αρχηγός του. Ο ίδιος άνθρωπος που έφερε το κόμμα του στην εξουσία, ο ίδιος το οδηγεί στη συρρίκνωση και την απαξίωση. Όσο κι αν αυτό δεν θέλει κανείς, φαντάζομαι, στο εσωτερικό του Σύριζα να το παραδεχτεί.

Ούτε οι δυσμενείς συνθήκες αποτελούν πρόβλημα δυσεπίλυτο ούτε οι αντίξοες συγκυρίες που αντιμετωπίζει η χώρα. Ο Πρωθυπουργός δεν έχει την ικανότητα να τις μετρήσει, να τις ζυγιάσει, να υπολογίσει τον αντίκτυπο των ενεργειών του -πολλώ δε μάλλον να αποτιμήσει το εύρος του διεθνούς περιβάλλοντος όπως θα έκανε ένας ικανός «ηγέτης».

Οι δομικές ελλείψεις της προσωπικότητας τού κ. Τσίπρα ήταν εξόφθαλμες εξαρχής : η απόλυτα αρνητική στάση του «Όχι σε όλα», η ειρωνεία «Βρε, καλώς τα, τα παιδιά!» της αρχικής του περιόδου, προοιωνιζόταν είτε επιπόλαιους χειρισμούς και εθνικές περιπέτειες είτε ντροπιαστικές υποχωρήσεις, στα πρώτα χαστούκια που η πραγματικότητα θα τού έδινε. Η στενότητα αντίληψης, η απουσία μέτρου αποτελεί το μεγάλο του μειονέκτημα (και δεν εννοώ την καπατσοσύνη στην οποία αντιθέτως διαπρέπει, αλλά την ευρύτερη πνευματική υποδομή που καθιστά έναν άνθρωπο συνετό, ακόμα και μέσα στις υπερβολές του).

Πού είχε στηρίξει ο κ. Αλαβάνος την επιλογή τού διαδόχου του; Στη νεότητά του. Μόνο. Σ’ ένα «επικοινωνιακό φαίνεσθαι», σε μια «δημαγωγική πειστικότητα» τού νεαρού δελφίνου. Το καινοφανές ήταν μόνον αυτό, και με τούτο το προσόν έγινε εφικτή η κατάληψη της εξουσίας. Ο Αλαβάνος γνώριζε ότι αρκούσαν αυτά για να συγκινήσουν ένα λαό που έχει εθιστεί να δελεάζεται με «καθρεφτάκια». Η επίτευξη της σύγχρονης «Αλλαγής» ήταν η επένδυση σε μια νεανική μορφή : απατηλά αισιόδοξη και ανενδοίαστα υποσχόμενη τα πάντα (που στη συνέχεια θα αποδεικνυόταν και εξουσιομανής – μίγμα καταστροφικό για τη χώρα).

Δεν είναι τυχαίο ότι εκτός από ένα εύπιστο κοινό, πολλοί καλλιτέχνες (ο ρομαντισμός και η συναισθηματική προσέγγιση είναι χαρακτηριστικά της καλλιτεχνικής φύσης) στήριξαν πάνω του ελπίδες. Για να δοκιμάσουν στη συνέχεια τη διάψευση — in vivo πια, όχι in vitro. Ούτε εντυπωσιάζει καν η προσκόλληση τού ώριμου γυναικείου πληθυσμού στον εθνικό κανακάρη.

Είναι όμως απορίας άξιο πώς άνθρωποι με γνώση της Ιστορίας που ξέρουνε καλά ποιος ο Δηλιγιάννης, που διδάσκουνε με κάθε λεπτομέρεια την εθνική καταστροφή μετά τις εκλογές του 1920 – πώς δεν κατάφεραν να κάνουν μια απλή αναγωγή ότι σ’ έναν «Οικονομικό πόλεμο» οι καταστροφές είναι αντίστοιχες. Αυτή κυρίως η κατηγορία οπαδών έχει τεράστιο μερίδιο ευθύνης για τα 80 δις επιπλέον χρέος από την διακυβέρνηση των Συριζανέλ και την υποτέλεια της χώρας για 99 χρόνια εξαιτίας των χειρισμών του κ. Τσίπρα.

Τι μέλει γενέσθαι; Ο,τι συμβαίνει κάθε φορά στην ελληνική ιστορία. Η ασυνάρτητη Αριστερά έχοντας ψηφίσει τα πάντα αλλά χωρίς να τα εφαρμόσει, σπρώχνει ξανά τον κόσμο στην αγκαλιά της Δεξιάς. Ενώ η θεσμική Δεξιά θα εφαρμόσει ασμένως τους νόμους που δεν θα έχει ψηφίσει. Και οι δύο παρατάξεις θα ξεπλύνουν τα χέρια τους στο άλλοθι της υποκρισίας τους. Το πολιτικό προσωπικό θα διασωθεί ξανά, θα αναγεννηθεί από τις στάχτες του. Χωρίς να έχει μάθει ο ελληνικός λαός τι έχει συμβεί. Και κάθε παράταξη θα αφηγείται στις επόμενες γενιές τη δική της εκδοχή για την «κρίση στην χώρα» κατηγορώντας εκ του ασφαλούς η μια την άλλη.

Ξέρουν άλλωστε ότι απευθύνονται σε έναν κόσμο που άνετα μπορούν να τον εξαπατούν, να τον βαυκαλίζουν και να τον τροφοδοτούν με ψέματα. Το μεγάλο πρόβλημα της χώρας θα παραμένει πάντα η απαιδευσιά. Η απουσία της μνήμης. Και ως εκ τούτου η έλλειψη της εθνικής αυτοσυνειδησίας.