Ο Μανώλης Γλέζος γεννήθηκε στις 9 Σεπτεμβρίου 1922, πάνω στις ώρες της σφαγής στη Σμύρνη. Διέτρεξε το μεγαλύτερο μέρος του 20ου αιώνα, αφήνοντας το αποτύπωμά του σε πολλές στιγμές και αρκετά σημεία. Και να τώρα εδώ, στα 95 του χρόνια, να ξεσπάει σε λυγμούς. Για αυτά που έζησε, ίσως και για εκείνα που δεν θα ζήσει.
Oταν είσαι 95 χρονών, δεν σε ορίζουν τόσο οι ιδέες, όσο ο αιώνας που κουβαλάς στην πλάτη σου. Και ναι, τα δάκρυα είναι πάντα εκεί για να απαλύνουν τα μάτια, τα κουρασμένα από τις σκληρές εικόνες που είδαν. Συχνά έρχεται και η σιωπή, για να επιβεβαιώσει τη ματαιότητα των πραγμάτων. Και άλλες φορές, τα λόγια βγαίνουν σαν σφαίρες μέσα από τα δόντια, μήπως και εξηγήσουν το ακατανόητο και αδιανόητο: εκείνο που θέλεις έναν αιώνα για να το καταλάβεις.
Ο Γλέζος ευλογήθηκε από εξαιρετική κράση. Τον βλέπεις και δείχνει 20 χρόνια μικρότερος. Εκανε, το θηρίο, τη διαδρομή Αθήνα-Βρυξέλλες οδικώς επειδή δεν αντέχει τα αεροπλάνα. Είναι ευθυτενής, έχει διαύγεια και όταν χρειάζεται σηκώνεται όρθιος και χτυπάει το χέρι στο τραπέζι. Ετσι έκανε και κατά την χθεσινή παρουσίαση του βιβλίου του «Ακρωνύμια». «Κι αν πεθάνω θα σας κυνηγάει η ύπαρξή μου, για να κάνετε αυτό που πρέπει να κάνετε! Μη νομίζετε ότι θα γλιτώσετε από μένα ποτέ», είπε.
Κρύβει απελπισία αυτή η φράση. Εχει την αγωνία του ανθρώπου που δεν είδε τους αγώνες του να ανθίζουν. Και όταν είσαι 95, ναι, αισθάνεσαι ότι συνομιλείς με τους νεκρούς. Τους εκπροσωπείς: «Το δυσκολότερο πράγμα για μένα είναι ότι ζω και οι άνθρωποι, οι φίλοι μου, οι άνθρωποι που πολέμησα μαζί τους, οι άνθρωποι που αντιμετωπίσαμε μαζί τον θάνατο, δεν ζούνε σήμερα. Μπορώ να τους ξεχάσω; Είναι δυνατόν να ξεχάσω αυτόν τον κόσμο; Εκτελώ εντολές, ή προσπαθώ να εκτελέσω τις εντολές τους. Προσπαθώ. Δεν ξέρω αν θα τα καταφέρω».
Ευτυχώς ο Γλέζος δεν αντιμετωπίζεται, εδώ και χρόνια, ως πολιτικό πρόσωπο, αλλά ως σύμβολο. Δεν είναι, απλώς, κομμάτι της ιστορίας. Είναι η μνήμη που ζει και η λεβεντιά που αρνείται να λυγίσει.