Η συμφωνία της Μάλτας είναι μια καλή συμφωνία μόνο αν τη συγκρίνει κανείς με την απόλυτη καταστροφή.
Πέρα από τα προφανή, δηλαδή την έμμεση πλην σαφή αποδοχή ενός νέου μνημονίου μέσω της επιβολής νέων μέτρων για τη διετία 2019-2020 (το τρίτο πρόγραμμα λήγει τον Ιούλιο του 2018), η συμφωνία λειτουργεί με ενδιαφέροντα τρόπο και σε δύο ακόμη επίπεδα.
Πρώτον, διατηρεί την προσδοκία στην κυβέρνηση ότι τα μέτρα θα τα φορτωθούν οι επόμενοι και ότι με αφορμή την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας και την ισχύ της απλής αναλογικής στις μεθεπόμενες εκλογές κλπ. κλπ. Αλλά κι αυτό είναι μάλλον προφανές…
Δεύτερον, συμπληρώνει έναν κύκλο για τον υπουργό Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτο ο οποίος φαίνεται ότι πέτυχε το «δύο στα δύο».
Πέρυσι τέτοια εποχή, στο όνομα της αντίστασης στην πίεση του ΔΝΤ για το κόψιμο των συντάξεων, ο υπουργός Οικονομικών συμφώνησε με την τρόικα (ως έχων το γενικό πρόσταγμα της διαπραγμάτευσης αμέσως μετά τον Πρωθυπουργό) τις εισφορές του Ασφαλιστικού Κατρούγκαλου και ένα νέο πακέτο έμμεσων φόρων, φόρων για τις επιχειρήσεις και τους ελεύθερους επαγγελματίες.
Η αξιολόγηση έκλεισε, χωρίς το ΔΝΤ, κυρίως για πολιτικούς λόγους, καθώς η Γερμανία ήθελε πάση θυσία την εφαρμογή της συμφωνίας για το Προσφυγικό. Η κυβέρνηση την «πούλησε» ως αναδιανομή -«χτυπάμε τους πλούσιους- δίνουμε στους φτωχούς»- και ταυτόχρονα έλεγε ότι έλυσε το Ασφαλιστικό και απέτρεψε την περικοπή των συντάξεων.
Όλα καλά μέχρι εδώ -για την κυβέρνηση και την ανάγκη της να μείνει στην εξουσία, αλλά όχι απαραιτήτως για τη χώρα και την οικονομία. Το τίμημα φανερώθηκε σε όλο του το «μεγαλείο» όταν άρχισαν να καταφτάνουν τα σημειώματα του ΕΦΚΑ και οι ελεύθεροι επαγγελματίες (πριν καν φτάσουν) είχαν σχηματίσει ουρές στις εφορίες για να κλείσουν τα μπλοκάκια και να περάσουν στη μαύρη οικονομία. Όχι από επιλογή. Από ανάγκη.
Στο μεταξύ ο «αόρατος εχθρός» που πολεμούσε πέρυσι το καλοκαίρι για να ρίξει την κυβέρνηση της Αριστεράς ηττήθηκε κατά κράτος και οι Κατρούγκαλος και Τσακαλώτος συνέχισαν νε λένε ότι έλυσαν το Ασφαλιστικό και ότι αυτό δεν θα αποτελέσει καν θέμα συζήτησης στην δεύτερη αξιολόγηση.
Η συνέχεια είναι γνωστή: Η αξιολόγηση κράτησε επτά μήνες (και κρατάει ακόμη), όσοι ψάχνουν δουλειά δεν βρίσκουν και ο ΣΥΡΙΖΑ συνεχίζει απτόητος να διορίζει παντού ακόμη και τους πλέον ακατάλληλους, αρκεί να έχουν κομματική ταυτότητα.
Και κάπως έτσι, μετά την απαραίτητη δραματοποίηση που βούλιαξε ξανά στην ύφεση την οικονομία, ο κ. Τσακαλώτος συμφώνησε, υπό την πίεση πάντα του ΔΝΤ, να κοπούν και οι συντάξεις.
Δύο στα δύο.
Κάποιοι θεωρούν ότι η ευγένεια, το φλεγματικό χιούμορ και οι «στιγμές αλήθειας» του υπουργού φτάνουν για να τον συμπαθήσεις, ιδίως αν δεις με ποιούς συγχρωτίζεται στην κυβέρνηση. Είναι αλήθεια ότι η φράση «υπάρχουν πράγματα που θα στεναχωρέσουν, όχι πρωτίστως την διαπραγματευτική ομάδα, αλλά τον ελληνικό λαό» ήταν καίρια μετά από μια δύσκολη δοκιμασία για κάθε έλληνα υπουργό Οικονομικών, όπως είναι πάντα τα Eurogroup.
Το αποτέλεσμα όμως της πολιτικής του ειδικά κατά τους τελευταίους 12 μήνες είναι ξεκάθαρα αρνητικό. Ιδίως αν ισχύει η πληροφορία ότι έχει δεχτεί, εκτός από την παράταση των μνημονιακών «υποχρεώσεων» ως το 2020 και την παράταση της λιτότητας ως το 2023, με πρωτογενή πλεονάσματα στο 3,5% του ΑΕΠ.
Οι εφημερίδες αναφέρονται ακόμη στον υπουργό Οικονομικών με το μικρό του όνομα: «Ο Ευκλείδης ανησυχεί», «Το ΔΝΤ πιέζει τον Ευκλείδη», «Στα όριά του ο Ευκλείδης» κ.ο.κ.. Και κάπως έτσι, με ένα νοερό φιλικό χτύπημα στην πλάτη, η ζωή στην Ελλάδα συνεχίζεται από το ένα μνημόνιο στο άλλο…