Πέρασαν αρκετές μέρες από το θλιβερό διάγγελμα της κυρίας Δούρου για την πυρκαγιά στο Μάτι. Αν χρησιμοποίησε επικοινωνιολόγο και σκηνοθέτη για το βίντεο που είδαμε, ας προστεθεί τότε και αυτό στο βιογραφικό της. Να την κρίνουν οι ψηφοφόροι και για την ικανότητά της να επιλέγει συνεργάτες. Το θέμα αυτό όμως δεν πρόκειται να εξαφανιστεί από την προεκλογική ατζέντα με ένα «φου». Έχει καρφωθεί τόσο βαθιά μες τις ψυχές των ανθρώπων, όχι μόνο ως εγκληματική διαχείριση, αλλά και ως βεβαιότητα πως μπορεί να ξανασυμβεί παρόμοια τραγωδία οπουδήποτε, «με αυτούς που μας κυβερνούν», που θα στοιχειώνει αιώνια το επιτελείο εκείνης της βραδιάς …
Πήγα στο σινεμά την περασμένη Παρασκευή – «Μια Αγάπη Ανέφικτη», η ταινία. Αξίζει να τη δείτε. Γαλλική, κοινωνική, σε σκηνοθεσία Κατρίν Κορσινί, και με πρωταγωνίστρια την Βιρζινί Εφιρά, στον ρόλο της Ρασέλ, μιας γυναίκας που με απλή κοινή λογική διαχειρίζεται μια οικογενειακή κρίση τρομακτική: Ο μεγάλος της έρωτας την εγκαταλείπει έγκυο, για να προωθήσει καριέρα. Επιστρέφει αραιά και που, γιατί την γουστάρει τρελά. Το μόνο που του ζητά η Ρασέλ, που κι αυτή τον ποθεί πολύ, είναι να αναγνωρίσει το παιδί της. Δεν άντεχε να το βλέπει καταχωρισμένο στα μητρώα ως «τέκνο αγνώστου πατρός». Να της πει, με αυτό που του ζητούσε, μια απλή «συγγνώμη», και ένα «αναλαμβάνω τις ευθύνες μου». Γέρασε, μα το πέτυχε τελικά. Με προσωπικό κόστος, αλλά χωρίς μίση και πάθη.
Στο διάλειμμα της ταινίας, εκεί στο φουαγιέ που δεν είναι μεγάλο, ούτε είχε και πολύ κόσμο εκείνο το βράδυ, μια παρέα γυναικών μεταξύ 65-70 χρονών υπολόγισα, συζητούσαν για τη Δούρου! Ηρεμα, αλλά αυστηρά. «Σα δε ντρέπεται», έλεγαν όλες. Κι εγώ είχα ακόμα μέσα μου τη φράση που έγραψε η φίλη μου, διδάκτωρ ψυχολογίας από την Ιατρική Αθηνών, διδάσκει τώρα στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο της Κύπρου, Ειρήνη Αγαπηδάκη στο facebook για την Περιφερειάρχη, που θέλει να επιβραβευτεί και να ξαναγίνει Περιφερειάρχης: «Υποδύθηκε ρόλο, με σκηνικό 102 ανθρώπους που κάηκαν ζωντανοί».
Την προηγούμενη μέρα, μια άλλη καλή φίλη, η Αννίτα Λουδάρου, ψυχοθεραπεύτρια ψυχαναλυτικής κατεύθυνσης, μέλος της Ελληνικής Εταιρείας Ομαδικής και Οικογενειακής Ψυχοθεραπείας, και συγγραφέας (Ιώδιο, Τράνζιτ, Εκδόσεις Απόπειρα), έζησε και ανάρτησε ακόμα μια ιστορία… περιφερειαρχική! Με την άδειά της, την προσθέτω στο Ημερολόγιο:
«Τελειώνοντας πολύ αργά από τη δουλειά αποχαιρετώ στο σταθμό του Μαρουσιού έναν φίλο μου στις 24:10. Η νύχτα αρχίζει να θυμίζει καλοκαίρι. Περπατώ ανάμεσα στις καφετέριες μέχρι που τη προσοχή μου κεντρίζει ένα πορτοκαλοκκόκινο σακάκι, ένα πορτοκαλοκόκκινο παντελόνι, δωδεκάποντες γόβες και κινητό με στρας. Η σύζυγος του υποψήφιου περιφερειάρχη συζητά μεγαλόφωνα με ένταση στο κινητό ενώ κάθεται στη καρέκλα σκηνοθέτη μιας εκ των καφετεριών. Αρχίζω να παρατηρώ καλύτερα τη πλατεία. Πολύ λίγες παρέες στις καφετέριες. Καθημερινή και αργά, σκέφτομαι. Λίγο παρακάτω τα παγκάκια. Στο πρώτο κάθεται μόνος ένας άντρας στα πενήντα plus, έχει ανοίξει δίπλα του ένα πετρολ τρανζιστοράκι κι ακούει μουσική. Στο δεύτερο παγκάκι ένας άντρας μπορεί και διακόσια κιλά, κοιτά απλανώς τα κορδόνια του. Στο τρίτο παγκάκι ένας αδύνατος, ξερακιανός άντρας , με μαύρα ρούχα , γυρίζει τη πλάτη του στους άλλους και μιλάει χαμηλόφωνα στο κινητό του. Προχωρώ, περνώ μπροστά από μια γιγάντια, φωτισμένη αφίσα χαμογελαστού, κολλαριστού υποψηφίου που θέλει να καθαρίσει τη πόλη. Γυρίζω άλλη μια φορά προς τα παγκάκια. Τίποτα δεν έχει αλλάξει. Όλοι είναι στις ίδιες θέσεις. Ακίνητοι, βαριοί κι ασήκωτοι. Το τρανζιστοράκι συνεχίζει να παίζει χαμένο κορμί με φωνάζεις κι αλήτη. Άλλος με τη βάρκα μας;»