| CreativeProtagon
Απόψεις

Δώσε και μένα, ΣΥΡΙΖΑ

Παραδοσιακά, η αντιπολίτευση είναι πιο «γενναιόδωρη» από την κυβέρνηση στα προγράμματα παροχών και ενισχύσεων. Ωστόσο η πρόταση που παρουσίασε ο ΣΥΡΙΖΑ περιέχει και εξωπραγματικά δεδομένα που παραπέμπουν σε πλούσιες χώρες και σε μνήμες από το Πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης
Κώστας Γιαννακίδης

Την τελευταία φορά που ο ΣΥΡΙΖΑ παρουσίασε «ολιστική» πρόταση για την οικονομία, γεννήθηκε το Πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης, ένα ωραίο ανέκδοτο, αρκεί να το διηγείσαι μετά από χρόνια. Επίσης όλοι θυμούνται τι συνέβη όταν ο ΣΥΡΙΖΑ αποφάσισε να βγάλει τη χώρα από την κρίση. Οποιος ξέχασε, μπορεί να ανατρέξει στις κασέτες του Γιάνη, μήπως και τις ακούσει κανένας άνθρωπος. Μας έμεινε, βέβαια, το περίφημο «μαξιλάρι», που προέκυψε από την επιμονή των δανειστών σε υψηλά πλεονάσματα και την πιστή εφαρμογή της πολιτικής που επέβαλαν.

Τώρα ο ΣΥΡΙΖΑ επανέρχεται με πρόταση για την οικονομία, ως όφειλε να κάνει. Και, μεταξύ μας, ορθώς έπραξε, διότι οι μοναδικές ειδήσεις που εκπέμπονται από την αντιπολίτευση έχουν να κάνουν με εμπαθείς ή γραφικές κορώνες και με πείσματα εκπορευόμενα από μία άρνηση αποδοχής της πραγματικότητας.

Η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ συνοψίζεται σε μία φράση: «σας κληροδοτήσαμε ένα μαξιλάρι 30 δισεκατομμυρίων, μοιράστε χρήμα και ανάψτε και ένα κερί στη χάρη μας». Και επειδή πολλά από όσα παρουσίασε εντάσσονται με συνοπτικές διαδικασίες στη σφαίρα του ανέφικτου, από αύριο ο πολιτικός του λόγος θα εστιάζει στις νεοφιλελεύθερες εμμονές του Μητσοτάκη που δεν υιοθετεί τολμηρές λύσεις για να δώσει ανάσα στην οικονομία. Λογικό. Ομως αυτά που ανακοίνωσε ο κ. Τσίπρας δεν διατηρούν την καλύτερη σχέση με τη λογική.

Η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ κοστολογείται στο 15% του ΑΕΠ. Το άμεσο δημοσιονομικό κόστος αντιστοιχεί στο 5% του ΑΕΠ (έναντι 3,5% που κοστίζουν τα κυβερνητικά μέτρα), ενώ το υπόλοιπο 10% αντιστοιχεί σε κρατικές εγγυήσεις για τη δανειοδότηση των επιχειρήσεων. Κοινώς να πέσει χρήμα στην αγορά με την εγγύηση του Δημοσίου. Αυτό είναι εφικτό, όταν το κάνει, σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό, η Γερμανία που διαθέτει δυσθεώρητο ύψος πλεονασμάτων. Οταν το κάνει η Ελλάδα, οι αγορές διακρίνουν τη ζοφερή προοπτική του αφανούς χρέους και οι αποδόσεις των ελληνικών «χαρτιών» ανεβαίνουν. Αλλά, εντάξει, όταν το λες από τη θέση της αντιπολίτευσης, όλα δείχνουν εύκολα. Παλαιότερα έλεγες στα καφενεία ότι θα μας διαγράψουν το χρέος, τώρα μιλάς για εγγυοδοσία του Δημοσίου, στο 10% του ΑΕΠ, πάνω σε δάνεια που θα δώσουν τράπεζες οι οποίες έχουν ήδη θέμα με υψηλές επισφάλειες. Δεν έγινε κάτι, λίγοι θα κολλήσουν στις λεπτομέρειες. Και είναι απολύτως βέβαιο ότι όλοι θα ενθουσιαστούν με την πρόταση για εξάμηνη αναστολή των φορολογικών υποχρεώσεων. Ενα νέο «Δεν πληρώνω» για τα χρόνια του κορονοϊού.

Σε ρεαλιστική βάση, η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ είναι κατά 1,5% πιο γενναιόδωρη από το κυβερνητικό πακέτο -οι κρατικές εγγυήσεις στο 10% του ΑΕΠ για δάνεια επιχειρήσεων είναι, απλώς, ένα καινούργιο «σκίσιμο μνημονίου», όταν μιλάμε για τέτοιο ύψος, τουλάχιστον αυτή τη στιγμή.

Από την άλλη η κυβέρνηση προτίμησε ουσιαστικά να «κάψει» το πρωτογενές πλεόνασμα του 2020 και να μην «γυρίσει» προς το παρόν, σε ελλείμματα. Σε επίπεδο ευρωζώνης η Ελλάδα διαθέτει το τρίτο μεγαλύτερο πακέτο δημοσιονομικής στήριξης, ως ποσοστό του ΑΕΠ, μετά την Αυστρία (7,3%) και τη Γερμανία (3,8%). Οσον αφορά την εγγυοδοσία επιχειρηματικών δανείων, το εθνικό ποσοστό είναι στο 0,5%. Σε άλλες χώρες της ευρωζώνης: Ολλανδία 0,4%, Ισπανία 9,1%, Ιταλία 7,3%, Γαλλία 12,5%, Γερμανία 32,2%. Είναι προφανές ότι υπάρχει περιθώριο ανόδου και του ελληνικού ποσοστού, ωστόσο φαίνεται ότι η κυβέρνηση έχει επιλέξει να κινηθεί κλιμακωτά, προσβλέποντας και στους πόρους που θα εκταμιευθούν από ευρωπαϊκούς μηχανισμούς.

Παρεμπιπτόντως, ο κ. Τσίπρας φάνηκε να «μαζεύει» κάπως την πρόταση για την έκδοση ομολόγου από τις χώρες του Νότου, λέγοντας ότι υπάρχουν και άλλα εργαλεία, ακόμα και μέσω του ευρωπαϊκού Μηχανισμού Στήριξης. Διότι, πράγματι, θα είχε πλάκα να βγαίναμε εμείς η Ισπανία και η Ιταλία να πουλήσουμε ομόλογο. Θα έπιανε καλύτερη τιμή ως ταπετσαρία.