Η σταδιακή επαναφορά της κοινωνικοποίησης μετά την άρση του lockdown, όσο κι αν μας χαροποίησε και μας έκανε να ξεχυθούμε ενθουσιωδώς σε καφέ και εστιατόρια, με φίλους που είχαμε καιρό να δούμε, δεν είναι μια περίοδος χωρίς προκλήσεις. Σε ορισμένες περιπτώσεις έφερε στο προσκήνιο την ανάγκη να γυαλιστούν κοινωνικές δεξιότητες που είχαν σκουριάσει ανεπαισθήτως, έπειτα από αυτή τη μακρά περίοδο πεπερασμένης επικοινωνίας με τον πολύ κόσμο.
Καθώς ήρθε η ώρα να κλειστούν τα ραντεβού των περιβόητων «να τα πούμε κάποια στιγμή, βρε παιδί μου, μετά την καραντίνα», διευρύνθηκε κάπως απότομα ο κύκλος των επαφών μας, υπενθυμίζοντας ενίοτε δοκιμασίες των ανθρώπινων σχέσεων που παρέμεναν σε υγειονομική απομόνωση.
Διότι το «μαζί ξανά» δεν είναι πάντα μια απλή διαδικασία: η επαναφορά στο ίδιο τραπέζι ύστερα από τόσους μήνες γρήγορων καφέδων στα παγκάκια, η επιστροφή στις ολονύκτιες κοινωνικές ωσμώσεις επάνω από μεζέδες και τσίπουρα, διευρύνει εκ των πραγμάτων το θεματικό εύρος και βάθος της επικοινωνίας. Ευτυχώς, θα πω. Ομως η φυσική επανασύνδεση έβγαλε στην επιφάνεια του μη ψηφιακού κόσμου έναν νέο διχασμό που είχε ήδη αρχίσει να σχηματοποιείται στις διάφορες ομάδες του facebook.
Ολα ξεκινούν όταν πέφτει στην ομήγυρη το θεμελιώδες ερώτημα: εσείς εμβολιαστήκατε; Οσο πιο πολύχρωμο είναι το patchwork της παρέας, τόσο πιο σύνθετες ή και αντικρουόμενες οι απαντήσεις. Η πανδημία έβγαλε στην επιφάνεια νέες διαιρέσεις, αν και παρατηρώ ότι σε πολλές περιπτώσεις έβαλε τις παλαιότερες σε νέο θεματικό πλαίσιο. Δεν έχει τύχει να δω στοιχεία για την Ελλάδα, αλλά στις ΗΠΑ οι αρνητές των εμβολίων είναι λιγότερο πιθανό να είναι υψηλού μορφωτικού επιπέδου ή εισοδήματος, ενώ οι Ρεπουμπλικάνοι έχουν περίπου δύο φορές μεγαλύτερη πιθανότητα να ανήκουν στους αρνητές ή τους επιφυλακτικούς απέναντι στον εμβολιασμό.
Στην Ελλάδα, για πρώτη φορά μετά τον διχασμό μνημόνιο – αντιμνημόνιο, αισθάνομαι ότι δημιουργούνται ξανά βαθιές διαχωριστικές γραμμές. Δεν είναι σε καμία περίπτωση βεβαίως αντίστοιχης έντασης μ’ εκείνες του 2015, ωστόσο σίγουρα υπερβαίνουν την απλή διαφορά γνώμης. Εχουν πιο πυρηνικά χαρακτηριστικά.
Εκφράζουν θεμελιωδώς διαφορετικές απόψεις για τη ζωή, εξ ου και συχνά αυτός ο διαχωρισμός μοιάζει να πατά στα βήματα του 2015, καθώς διαπιστώνω εμπειρικά ότι ο κύκλος του αντισυστημισμού τέμνεται σε κάποιο βαθμό με τον κύκλο του αντιεμβολιασμού. Επίσης, η έλλειψη εμπιστοσύνης απέναντι σε θεσμούς, η ενστικτώδης αντίδραση σε κάθε «κοινή αντίληψη», η βαθιά ριζωμένη επιφυλακτικότητα απέναντι στη νεωτερικότητα κάνουν τον φόβο απέναντι στο άγνωστο εμβόλιο ακόμα πιο έντονο. Κι εκείνοι που απλώς φορούν σφιχτά τα ιδεολογικά γυαλιά τους προτιμούν να τα βλέπουν «όλα γύρω σινεμά», παρά να έρχονται αντιμέτωποι με τη σκληρή πραγματικότητα της πανδημίας.
Ως αποτέλεσμα, όσο περισσότερες τρύπες ανοίγουμε στην κοινωνική φούσκα μας, τόσο περισσότερο βρισκόμαστε μπροστά σε αυτόν τον διχασμό, ο οποίος είναι βεβαίως λίγο και σαν εθνικό σπορ. Η δυσκολία τού να βρούμε τη μέση οδό, να συνεννοηθούμε, να κατανοήσουμε ο ένας της βαθιές ανησυχίες και τα επιχειρήματα του άλλου, δημιουργούν ένα νέο πεδίο κοινωνικής τριβής, υγειονομικού χαρακτήρα αυτή τη φορά. Τα πράγματα γίνονται πιο δύσκολα καθώς το ζήτημα είναι κυριολεκτικά ζωής ή θανάτου. Η δε απόφαση του ενός μπορεί να έχει ξεκάθαρη επίδραση στον άλλον, όχι εξ αντανακλάσεως, όχι διασταλτικά, αλλά άμεσα.
Επίσης, η συλλογική ανοσία συνδέεται με τη συλλογική επιβίωση αλλά και τη συλλογική ευημερία: δύο τουριστικά νησιά να βρεθούν στο κόκκινο εξαιτίας του μη εμβολιασμού των κατοίκων τους, το αποτέλεσμα θα είναι ορατό στους δείκτες της εθνικής οικονομίας. Για όλα τα παραπάνω, έχει σημασία να αντιμετωπισθεί το φαινόμενο. Και αυτό μπορεί να γίνει όχι μέσα από τη σύγκρουση, την απαξίωση, την απομόνωση ή τον διδακτισμό, αλλά από την κοινωνική ενθάρρυνση και τις πιο «out of the box» προσεγγίσεις. Στις ΗΠΑ οι ιστοσελίδες γνωριμιών συνασπίσθηκαν με τον Λευκό Οίκο και προσέθεσαν στις εφαρμογές τους λειτουργίες οι οποίες θα επιτρέπουν στους χρήστες να προβάλουν ότι έχουν εμβολιαστεί. Οι δε εμβολιασμένοι χρήστες θα μπορούν να έχουν πρόσβαση σε δωρεάν premium περιεχόμενο.
Μήπως το Tinder δείχνει τον δρόμο;