Το 2012 αγόραζες ένα δυάρι στο Κουκάκι ή γύρω από το Αρχαιολογικό Μουσείο με 5.000 ευρώ. Νοίκιαζες ένα δυάρι στα Πετράλωνα ή στην Αχαρνών πληρώνοντας μόνο την ΔΕΗ και τον φόρο. Κι όμως, τα σπίτια εκείνα έμεναν απούλητα, ανοίκιαστα και ρημαγμένα, σκέτη απελπισία για τους ιδιοκτήτες τους που δεν ήξεραν τι να κάνουν με δαύτα. Ούτε τα παιδιά τους τα ήθελαν, αποποιούνταν αβέρτα τις κληρονομιές των γονιών τους που είχαν την φαεινή ιδέα να κρατήσουν ιδιοκτησίες στις πιο παρατημένες και υποβαθμισμένες συνοικίες της Αθήνας. Τότε όλοι, από τους πιο αντιμνημονιακούς ψεκασμένους μέχρι τους τεχνοκράτες σαν τον Χάρη Θεοχάρη, τον νέο υπουργό Τουρισμού, έλεγαν ότι η οικονομική κρίση απαξίωσε τις περιουσίες των πολιτών, πάει να πει τους έκανε φτωχότερους ή φτωχότατους.
Επειτα ήρθε η Airbnb. Η οποία δεν γέμισε απλώς με τουρίστες τα χάλαστρα του κέντρου. Πρώτα έφτιαξε τα ερείπια και μετά τα γέμισε με ενοικιαστές που πλήρωναν αδρά. Και πώς τα έφτιαξε; Βγάζοντας από τα στρώματα και τα σεντούκια κρυμμένο (εκ του φόβου των αριστερών Ιουδαίων) χρήμα, που το έριξε στην αγορά ανακατασκευών και των επίπλων. Μέσα σε πέντε χρόνια, μια αστική περιουσία που κατέρρεε αναστηλώθηκε, ένα κεφάλαιο που δεν είχε καμιά αξία (συχνά είχε αρνητική) απέκτησε καινούρια. Τώρα πια, ένα μέρος αυτών που είχε φτωχύνει η κρίση ξανάγιναν νοικοκυραίοι ή έστω έπαψαν να παίρνουν τρόφιμα και φάρμακα βερεσέ, με εγγραφή στο μπλοκάκι του συνοικιακού μπακάλη και φαρμακοποιού.
Η άνθηση των βραχυχρόνιων μισθώσεων, βέβαια, ξεκίνησε με την διακίνηση αφορολόγητου χρήματος. Αυτό έπρεπε να σταματήσει. Σήμερα υπάρχει επαρκές πλαίσιο ώστε οι φόροι να αποδίδονται κανονικά. Χρειάζεται βελτιώσεις και απλούστευση ίσως, αλλά το πρόβλημα αντιμετωπίστηκε εν πολλοίς. Από κει και πέρα, όλες οι υπόλοιπες κρατικές διευθετήσεις, ρυθμίσεις και οριοθετήσεις είναι για τα μπάζα. Προάγουν απλώς την φοροδιαφυγή, την παραβατικότητα και την επαναφορά της βραχυχρόνιας μίσθωσης στην γκρίζα ζώνη της μαύρης οικονομίας.
Ξενοδόχοι που δεν κατανοούν ότι ο μαζικός τουρισμός τους είναι άλλη αγορά από τον τουρισμό της βραχυχρόνιας μίσθωσης και «συλλογικότητες πολιτών» που ανησυχούν για την «αλλοίωση του χαρακτήρα της πόλης τους» πιέζουν αφόρητα την πολιτεία να «ρυθμίσει» την αγορά με ντουζίνες περιορισμών. Μέχρι τόσες ημέρες, μέχρι τόσα σπίτια κατά ιδιοκτήτη, μέχρι τόσα σπίτια ανά πόλη, μέχρι τόσα λεφτά ανά χρόνο και όλα τα υπόλοιπα που πονοκεφαλιάζουν και τον σχολαστικότερο λογιστή. Βλακείες. Λες και μια εγκύκλιος ενός γραφειοκράτη του υπουργείου Οικονομικών ή Τουρισμού, μπορεί να υποχρεώσει οποιονδήποτε πολίτη να νοικιάσει το σπίτι του στον τάδε για τρία (υποχρεωτικά) χρόνια κι όχι στον δείνα για τρία Σαββατοκύριακα.
Είναι πασίγνωστη η οικονομική συνταγή του Ρόναλντ Ρίγκαν: «Ο,τι δουλεύει το φορολογούμε. Αν συνεχίσει να δουλεύει το ρυθμίζουμε. Αν σταματήσει να δουλεύει το επιδοτούμε». Ας γίνουμε λοιπόν όλοι Ριγκανικοί στην Σοβιετική του εκδοχή, να τελειώνει το παραμύθι. Βάλτε δέκα ρυθμίσεις και είκοσι περιορισμούς και αν η αγορά επιμένει να μην προσαρμόζεται και να κάνει του κεφαλιού της κερδίζοντας μέσω της μαύρης οικονομίας, μην σκεφθείτε την απελευθέρωση αλλά προσθέστε ρυθμίσεις και απαγορεύσεις. Αν μη τι άλλο, για να ελέγχονται τόσες κρατικές ρυθμίσεις θα προσληφθούν δημόσιοι υπάλληλοι που θα ρίχνουν τους μισθούς τους στην αγορά και θα έρθει η ανάπτυξη. Κεϊνσιανή λογική, που όμως θα έκανε τον Κέινς να αυτοκτονήσει.
Θα μου πείτε ότι σ’ αυτές τις περιοχές δεν υπάρχουν σπίτια για να νοικιάσουν οι οικογένειες και ότι ανεβαίνουν τα νοίκια. Σύμφωνοι, όμως εγώ δεν θυμάμαι το 2012 κανέναν να θριαμβολογεί που τα νοίκια ήταν στα τάρταρα. Ολοι οδύρονταν για την εξαΰλωση της περιουσίας των ανθρώπων. Ούτε θυμάμαι το κέντρο της Αθήνας να σφύζει από ζωή λόγω των ελλήνων ενοικιαστών, ένα εγκαταλειμμένο ρημαδιό ήταν. Οι τουρίστες και οι επισκέπτες του Σαββατοκύριακου το ξαναζωντάνεψαν. Ούτε βλέπω στις ημέρες μας να συνυπολογίζεται η παράμετρος κατοικία ως κριτήριο για την πραγματοποίηση οποιασδήποτε άλλης επένδυσης ή δραστηριότητας. Όταν ο Γαβρόγλου εξήγγειλε καινούρια Νομική στην Πάτρα, δεν άκουσα κανέναν να ρωτά «και πού θα μείνουν αυτά τα παιδιά;» ή, «και πού θα πάνε τα νοίκια στην πόλη αν έρθουν κι άλλοι φοιτητές;» Όλοι εκεί την καλωσόρισαν την Νομική, όπως θα καλωσορίσουν ένα καινούριο εργοστάσιο ή μια μεγάλη εταιρεία. Την Airbnb γιατί την καταριούνται;
Στις ελεύθερες και ανοικτές οικονομίες, όταν υπάρχει πρόβλημα στέγης δεν επιτάσσουν μέσω φορολογίας και περιορισμών τα ιδιωτικά σπίτια για να βάλουν με το ζόρι μέσα στρατιωτικούς και δασκάλους. Ούτε υποχρεώνουν τον νεαρό που θέλει να ταξιδέψει να πληρώσει 100 ευρώ στο ξενοδοχείο, ώστε το σπίτι που θα νοίκιαζε με 50 ευρώ να πάει υποχρεωτικά στον δημόσιο υπάλληλο που πήρε μετάθεση στην πόλη. Δεν λύνονται έτσι τα προβλήματα. Σουλουπώστε τις τράπεζες να μπορούν να δίνουν κατασκευαστικά και στεγαστικά δάνεια, ώστε να δημιουργηθούν οι νέες κατοικίες που χρειάζονται. Όλα τα άλλα είναι ανοησίες και ψευτιές και ζουρλές πολιτικές, για να θυμηθώ τον Σαββόπουλο της νεότητας μας.
Κλείνω μ’ ένα παράδειγμα:
Προσφάτως, ο δήμος Βερολίνου, διαπιστώνοντας ότι υπάρχει πρόβλημα υψηλών ενοικίων στην πόλη, ακριβώς λόγω Airbnb, αποφάσισε να παρέμβει (σχετικό ρεπορτάζ εδώ). Πώς όμως; Αγόρασε 900 διαμερίσματα που νοικιάζει σε χαμηλές τιμές, ώστε να αυξηθεί ο ανταγωνισμός και να συμπιεστούν τα νοίκια προς τα κάτω. Μπήκε λοιπόν στο πρόβλημα με ενεργητικές πολιτικές και δεν σκέφτηκε να το «ρυθμίσει» με νόμο επεμβαίνοντας στην περιουσία των ιδιωτών. Έτσι γίνεται, υπουργέ μου. Οχι μ’ αυτά που εξαγγέλλετε ή μάλλον μ’ αυτά που υπονοούνται πίσω από τις εξαγγελίες σας.
(Και μην διαβάσω υπαινιγμούς περί νεοφιλελευθερισμού, διότι δεν είμαι εγώ νεοφιλελεύθερος, άλλοι ζουν ακόμα στην εποχή του Μπρέζνιεφ).