Δεν ήταν ο μακροβιότερος Καγκελάριος. Ηγήθηκε της γερμανικής κυβέρνησης από το 1974 ως το 1982. Ο Αντενάουερ ήταν 14 χρόνια Καγκελάριος, ο Κολ 16. Ο Σμιτ (μόλις!) 8. Το όνομά του δεν συνδέθηκε με τις μεγάλες ανατρεπτικές πολιτικές – της Οστπολιτίκ του Βίλλυ Μπράντ ή της επανένωσης των δύο Γερμανιών του Χέλμουτ Κολ. Ωστόσο, ήταν ένας πολιτικός, η προσωπικότητα του οποίου είχε ένα ειδικό βάρος στη συλλογική συνείδηση της χώρας του. Για την ακρίβεια, όπως σημειώνεται στο Spiegel, «στις τελευταίες δεκαετίες έγινε ο αγαπημένος παλαίμαχος πολιτικός της Γερμανίας και ένας πραγματικά διεισδυτικός σχολιαστής για τα τρέχοντα γεγονότα».
Στο βιογραφικό του σημειώνεται ότι ο πόλεμος τον πρόλαβε πριν απ΄ τις σπουδές στην αρχιτεκτονική, όπου ήθελε να φοιτήσει. Υπηρέτησε στο Ανατολικό Μέτωπο και μετά στο Δυτικό ενώ μεταπολεμικά σπούδασε τελικά οικονομικά. Στην πολιτική μπήκε σταδιακά – μέσω της επαγγελματικής του ενασχόλησης στη διοίκηση της πόλης-κράτους του Αμβούργου. Είχε ήδη προσεγγίσει τη σοσιαλδημοκρατία και οι συγκυρίες της ζωής σε συνδυασμό με τις ικανότητές του τον ανέδειξαν σε βουλευτή του κράτους του Αμβούργου. Εκείνη την περίοδο η φήμη του και η δημοτικότητά του έκαναν άλματα, καθώς απέδειξε αξιοσημείωτες ικανότητες στη διαχείριση του σοβαρού προβλήματος των πλημμυρών, που ταλαιπώρησαν την περιοχή το 1962.
Ο Σμιτ υπήρξε ένας ρεαλιστής πολιτικός, που έκανε πράγματα – αυτό τον ενδιέφερε και αποστρεφόταν τους προσηλωμένους ιδεολόγους και τους κυνηγούς οραμάτων. «Όποιος έχει οράματα να πάει στον γιατρό», συνήθιζε να λέει.
Στη διάρκεια του Μεγάλου Συνασπισμού (των Σοσιαλδημοκρατών και των Χριστιανοδημοκρατών) κράτησε με προσήλωση την πειθαρχία στην ισορροπία, ενώ πολιτικά ανέβαινε – από υπουργός Άμυνας έγινε υπουργός Οικονομικών και τελικά Καγκελάριος.
Ο «γαλλο-γερμανικός άξονας» ήταν η στρατηγική του πεποίθηση – πεπεισμένος ότι «η Γερμανία μπορούσε να παράγει ιδέες, αλλά λόγω της τραγικής της ιστορίας θα έπρεπε να αφήνει τη Γαλλία να τις παρουσιάζει» (όπως σημειώνεται στη Monde) υπήρξε στενός φίλος του Ζισκάρ, στον οποίο εξομολογήθηκε εξάλλου ότι από την οικογένεια του πατέρα του είχε εβραϊκές ρίζες.
Στη γερμανική κοινωνία ο Σμιτ έχει καταγραφεί ως το «αηδόνι» της πολιτικής, χάρη στην αξιοσημείωτη ρητορική του δεινότητα και ως ο «σοφός γέρων», που τολμά να πει ανατρεπτικές σκέψεις. Όπως, όταν ειρωνεύτηκε τη γερμανική οικονομική ορθοδοξία δηλώνοντας πως «καλύτερα είναι να έχεις 5% πληθωρισμό από το να έχεις 5% ανεργία» , ή όταν επέκρινε τη δυτική παρουσία στο Αφγανιστάν, ή ακόμα όταν στηλίτευσε τη γερμανική στάση στην ελληνική κρίση – «σε σχέση με την κατάσταση της Γερμανίας μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου» είχε πει το 2011, «την οποία έσπευσαν να βοηθήσουν οι ΗΠΑ και η Γαλλία παρότι λίγα χρόνια νωρίτερα ήταν εχθροί μας, το σημερινό ελληνικό πρόβλημα είναι μικρότερο. Να πάρει ο διάολος τους ευρωπαίους ηγέτες αν δεν καταφέρουν να σώσουν την Ελλάδα!».
Στη διάρκεια της θητείας του στα ηνία της Γερμανίας, είχε έρθει αντιμέτωπος με ένα σοβαρό δίλημμα συνείδησης – στην απαίτηση της τρομοκρατικής οργάνωσης «Φράξια Κόκκινος Στρατός» να απελευθερώσει κρατούμενος έναντι της απελευθέρωσης του Χ.Μ.Σλάιερ (πρόεδρο της Ένωσης των Εργοδοτών, τον οποίο είχαν απαγάγει) απάντησε αρνητικά. Ο Σλάιερ δολοφονήθηκε.
Ο Σμιτ υπήρξε ένας πολιτικός με ευρωπαϊκή συνείδηση και παθιασμένος αγωνιστής της ευρωπαϊκής ενοποίησης και του κοινού νομίσματος. Με την αποχώρησή του απ΄την πολιτική υπήρξε συνεκδότης της εφημερίδας “Die Zeit”, ο διευθυντής της οποίας αναπολεί στη Monde τις προσκλήσεις του Σμιτ «να κάνουν μαζί ένα τσιγάρο». Για να κουβεντιάσουν «ελεύθερα, ανάλαφρα, ανατρεπτικά» πολιτικά και ιστορικά γεγονότα.
Ο Χέλμουτ Σμιτ έφυγε πλήρης ημερών, ήσυχα και ήρεμα στον ύπνο του. Μανιώδης καπνιστής, είχε πει «Θέληση χρειάζεται. Και τσιγάρα».
(Αν ζηλεύω κάτι αυτή την εποχή, είναι τις κοινωνίες που δείχνουν σεβασμό στην ιστορία τους και τους ανθρώπους που συνδέθηκαν μ΄ αυτήν. Ζήλεψα την τιμή που απόλαυσε εν ζωή ο Χέλμουτ Σμιτ από όλες τις πολιτικές προσωπικότητες της χώρας του και τη θέση του στην Πινακοθήκη της μνήμης που επεφύλαξε γι΄ αυτόν η γερμανική κοινωνία. Στα απόνερα της κρίσης στα καθ’ ημάς ζούμε – αντίθετα – την αποδόμηση, τον βανδαλισμό και τη μικρότητα. Τυχερός ο Σμιτ που ήταν Γερμανός).