Του Λέοναρντ Κοέν του αρέσει όταν τραγουδάει, να του διαβάζω Καρούζο. Νίκο Καρούζο. Κι αυτό κάνω, δεν του χαλάω ποτέ χατίρι γιατί κι αυτός όταν του το ζητάω, πάντα μου τραγουδάει.
Της Κυριακές και τις μεγάλες μέρες κλειδωνόμαστε στο σπίτι από το πρωί -πολύ, πολύ πριν χτυπήσουν οι καμπάνες και τα ρολόγια- και αρχίζουμε.
Έχει αναλάβει το τσάι, έχει βάλει και αυτόν τον όρο, του αρέσει να φέρνει το τσάι το ζεστό στο τραπέζι της κουζίνας αυτός και μόνο αυτός, όσες φορές και αν προσπάθησα να πω, πως αυτό είναι πάρα πολύ από μέρους του, δεν το δέχτηκε.
Έχουνε τις ιδιοτροπίες τους και οι μεγάλοι καλλιτέχνες.
Δεν κάθεται πολύ στο τραπέζι της κουζίνας, πηγαίνει μέσα εκεί που είναι η μπάντα του και αρχίζουν τις μουσικές και τα τραγούδια, εγώ στην κουζίνα με τον Καρούζο ανοιχτό, του διαβάζω φωναχτά, αφήνοντας την πόρτα της κουζίνας σπαστή, γιατί όλα τα ποιήματα του Νίκου Καρούζου κρατούν τσιγάρο αναμμένο στο χέρι και το χαρμάνι τους είναι βαρύ.
Ο Κοέν έχει αδυναμία στο ποίημα που μιλάει για τον Χαϊρεντίν Βαρβαρόσσα, τον κοκκινοτρίχη αρχικουρσάρο της Άσπρης Θάλασσας, το γνωρίζω και το έχω μάθει από στήθους, και κάθε φορά που μου τραγουδάει το that don’t make it junk αφήνω το βιβλίο ορθάνοιχτο στο τραπέζι και αρχίζοντας την απαγγελία ψιθυριστά, μπαίνω σιγά-σιγά στην μπάντα με τα λόγια του Καρούζου, εκεί ακριβώς που αρχίζει ο Κοέν να τραγουδάει i fought against the dottle –But i had to the drunk, δεν χρειάζεται να προχωρήσω πολύ στο ποίημα, γιατί παίρνει τα λόγια από το στόμα μου ο Κοέν και συνεχίζει αυτός να το απαγγέλλει και να το τραγουδάει με τον μειλίχιο τρόπο του Χαϊρεντίν Βαρβαρόσσα.
«με συγχωρείτε, τι να κάνω, οι αισθήσεις με πάνε στις αισθήσεις.»
i know that i’m forgiven
but i don’t know how i know
i don’t trust my inner feelings
inner feelings come and go
…………………………….
«αχ να ’τρωγα το φως! Να μην έβλεπα
τα σταυρωτά σίδερα ρολόγια…»
……………………………….
took my diamond to the pawnshop
but that don’t make it junk.