Protagon A περίοδος

Το αισθηματόμετρο δεν εφευρέθηκε ακόμη

Ένα ξημέρωμα στα τέλη της δεκαετίας του ΄90 σε ένα ρημαδοκαμαρίνι ενός -άστα να πάνε- μπουζουκάδικου στη Λεωφόρο Συγγρού κατάφερα να της πω πόσο διαχρονικά πράγματα είχε πετύχει

Στάθης Παχίδης

Η ανθρώπινη φωνή είναι από χρόνια μετρήσιμη και περιγράψιμη. Στήνεις μια τραγουδίστρια δίπλα σ’ ένα πιάνο και μπορείς να πεις αν τραγουδάει νότες ή πέφτει στη χαραμάδα ανάμεσα στα πλήκτρα (όπως από χρόνια παρατήρησε η Ζαμπετική καυστικότητα), από πού μέχρι πού είναι η έκτασή της, την περνάς κι από δυο ειδικά μηχανήματα και γνωρίζεις με ακρίβεια σε ποιες περιοχές είναι πλούσια και πού πάσχει, πού χωλαίνει και πού ανθίζει με νούμερα, γραφικά και σχεδιαγράμματα.

Αυτό όμως που δεν είναι μετρήσιμο από κανένα μηχάνημα, από καμιά εφαρμογή και από κανένα τεχνολογικό επίτευγμα είναι η μετάδοση αισθήματος μέσω της ανθρώπινης φωνής. Η ανθρώπινη φωνή-αγωγός σπανίων αισθημάτων δεν μετρείται, δεν αποτυπώνεται και παραμένει ανεξερεύνητο εκείνο το μεταίχμιο, που διαφοροποιεί την όποια ταλαντούχα και επιμελή σπουδάστρια φωνητικής με χίλιες οκτάβες από τη σπουδαία ερμηνεύτρια. Το αισθηματόμετρο δυστυχώς δεν εφευρέθηκε ακόμη και μάλλον δε φαίνεται στον ορίζοντα τέτοια πιθανότητα. Αν ποτέ όμως εφευρεθεί, μη σκεφθεί κανείς να του βάλει να μετρήσει την ηχητική παρακαταθήκη της Τζένης Βάνου— ισχυρίζομαι βάσιμα πως θα τιναχθεί η εφεύρεση στον αέρα.

Παίζω στην εκπομπή μου στο ραδιόφωνο, με την αναχώρησή της, τις παλιές ηχογραφήσεις της στη δεκαετία του εξήντα και θαυμάζω τους μάστορες που έγραψαν, ενορχήστρωσαν και τη συνόδεψαν. Αυτή, ένα νέο κορίτσι με αξεπέραστη διακύμανση αισθημάτων, ήταν η αιχμή σ’ ένα δόρυ-ορχήστρα που είχε μεράκι, γνώση και συνεύρεση. Όσες κι όσοι έχουν λιώσει σαρανταπεντάρια ή άκουγαν παλιές εκπομπές του κρατικού ραδιοφώνου ξέρουν καλά πως η διαύγεια και η αμεσότητα των ηχογραφήσεων αυτών αλλά και η ερμηνευτική δεινότητα και η αισθαντικότητα της Τζένης Βάνου είναι σημεία αναφοράς – και να θες να αντιγράψεις, δε γίνεται.

Κι όμως όλος αυτός ο θησαυρός δεν ήταν σε πρώτη ζήτηση για τα χρόνια που ακολούθησαν. Οι εποχές του κωλοπαιδισμού του γενικώς «ενάντια» και των παράπλευρων στηριγμάτων των καπάτσων, που ήρθαν μετά, γέμισαν «μεγάλους» και «μεγάλες» τη χώρα και έβαλαν την «να ‘χαμε να λέγαμε» ετικέτα του «ελαφρού» σε δημιουργούς και φωνές βεληνεκούς – θαρρείς και το καλλιτεχνικό βάρος ζυγίζεται σε άλλη ζυγαριά πέραν αυτής του χρόνου. Η Τζένη Βάνου και το αυτόφωτο ηχητικό της σύμπαν δεν επεδίωξαν αλλά ούτε και είχαν ανάγκη να ετεροκαθοριστούν από εξωμουσικούς παράγοντες – ήταν μόνο αυτό που ήταν: εξαιρετικοί αγωγοί αισθήματος και το στοίχημα ήταν μόνο με τον χρόνο.

Ένα ξημέρωμα στα τέλη της δεκαετίας του ενενήντα σ’ ένα ρημαδοκαμαρίνι ενός -άστα να πάνε- μπουζουκάδικου στη Λεωφόρο Συγγρού (ναι, ο καλλιτέχνης έχει και λογαριασμούς και υποχρεώσεις) κατάφερα να της πω πόσο διαχρονικά πράγματα είχε πετύχει και πως είχε καταφέρει να ενθρονιστεί (κι ας μη φαινόταν τη στιγμή εκείνη) στ’ αυτιά και στην αισθητική όλων μας. Αυτό που θα κρατώ είναι πόσα ατέλειωτα δευτερόλεπτα έκανε να σηκώσει τα μάτια της από το πάτωμα…