Οταν το 2013 διάβασα την είδηση ότι ο Τζακ Νίκολσον θα έβγαινε στη σύνταξη, είχα λυπηθεί πολύ. Τότε ήταν 76 ετών, και σύμφωνα με το δημοσίευμα θα σταματούσε να γυρίζει ταινίες επειδή άρχισε να υποφέρει από άνοια και δεν μπορούσε να θυμηθεί τα λόγια του σεναρίου… Αυτό είναι κάτι που δεν θέλεις να ακούσεις ποτέ για τους καλλιτέχνες που είναι συνώνυμοι της δημιουργίας και με τίποτα βέβαια για αυτούς που αγαπάς.
Και τον Τζακ Νίκολσον τον αγαπώ. Είναι ο γρουσούζης, ο κακός, ο παράξενος, αλλά είναι αυτός που αγαπώ επειδή στο λαμπερό βλέμμα του, βλέπω τις δικές μου σκέψεις για όλα όσα με νευριάζουν, τις οποίες δεν τολμώ να εκφράσω ποτέ, επειδή δεν είμαι ο Τζακ Νίκολσον.
Δεν ήθελα λοιπόν να σκέφτομαι αυτόν τον γεροπαράξενο τύπο, με το λαμπερό βλέμμα, να παθαίνει άνοια… να αισθάνεται πως ξεχνάει… Οχι! Ούτε ως συνταξιούχο ήθελα να τον σκέφτομαι. Πώς μπορείς να είσαι ο Τζακ Τόρανς της «Λάμψης» (1980) και να γίνεσαι συνταξιούχος; Με παντόφλες και ένα τηλεκοντρόλ στο χέρι; Θλίψη μαύρη!
Αυτός ο τύπος λοιπόν, ξαφνικά, αυτή την εβδομάδα, ένιωσα ότι θέλει να μου/μας κάνει ένα δώρο – γι’ αυτό συμπαθώ τους γρουσούζηδες! Επειδή σου δίνουν το δώρο τους την πιο μίζερη στιγμή και σε γεμίζουν χαρά, άθελά τους.
Μέσα λοιπόν στη θλίψη, στην πλήξη και στον εκνευρισμό που προκάλεσαν όλες οι ειδήσεις αυτής της εβδομάδας (αδιέξοδο με τον ΔΟΛ, αδιέξοδο με τον ΕΦΚΑ, αδιέξοδο με την αξιολόγηση, πικρή γεύση για εκείνα τα χρόνια που έβαζε ο πατέρας μου στο κασετόφωνο του αυτοκινήτου Κηλαηδόνη) έρχεται ο «γρουσούζης» (στην ιστοσελίδα Variety) και λέει:
«Επιστρέφω! Μου άρεσε ο “Toni Erdmann” (2016), αυτός ο Γερμανός με τα απαίσια ψεύτικα δόντια και την περούκα, που θέλει να βοηθήσει την εργασιομανή κόρη του, που ζει χάλια, να φτιάξει κάπως τη ζωή της, και αυτοπλασάρεται ως life coach στον εργοδότη της για να του περνάει τα σωστά μηνύματα για την υπάλληλό του.
» Μου άρεσε τόσο πολύ αυτός ο ρόλος, ώστε τηλεφώνησα στην Paramount και τους το είπα, κι εκείνοι έκλεισαν τα δικαιώματα». (Στην πραγματικότητα δεν έκανε καμία δήλωση ο Τζακ Νίκολσον. Τα πιο πάνω είναι το αποκλειστικό ρεπορτάζ του Variety, αλλά σημασία έχει ότι ο Τζακ επιστρέφει)
Ο Τζακ Νίκολσον λοιπόν, θα υποδυθεί τον πατέρα με τα άσχημα δόντια. Την ταλαίπωρη κόρη θα την ενσαρκώσει η Κρίστεν Γουίγκ. Σκηνοθέτης και σεναριογράφος δεν έχουν ακόμη βρεθεί. Τα δικαιώματα έχουν κατοχυρωθεί. Η Γερμανίδα Μάρεν Αντε, που έγραψε και σκηνοθέτησε το πρωτότυπο «Toni Erdmann» (υποψήφιο εφέτος για Οσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας) θα αναλάβει την παραγωγή. Η ίδια σε συνέντευξή της στον Observer είχε πει πως δεν έχει κανέναν λόγο να γυρίσει την ταινία στο Χόλυγουντ, διότι θα χάσει όλες τις ελευθερίες που έχει ένας σκηνοθέτης όταν γυρίζει ευρωπαϊκές ταινίες.
Ας μην τη γυρίσει. Ας τη γυρίσει άλλος. Το θέμα είναι πως ο 80ντάρης σήμερα Νίκολσον θα παίξει σε μία ακόμα ταινία – μετά την τελευταία εμφάνισή του στο «Ποιον από τους δύο;» (2010).
Από τότε έχει πει «όχι» στο «42»(2013), τη βιογραφία του παίκτη του μπέιζμπολ Τζάκι Ρόμπινσον και στον «Δικαστή»(2014) με τον Ρόμπερτ Ντάουνι Τζούνιορ, για έναν ρόλο που πήρε τελικά ο Ρόμπερτ Ντιβάλ. Δεν ξέρω γιατί ο Τζακ αρνήθηκε τα σενάρια και δεν με ενδιαφέρει πια.
Ο «γρουσούζης» με τα τρία Οσκαρ και τις 12 υποψηφιότητες έκανε την επιλογή του: του γυάλισε ο ρόλος του τρελο-πατέρα με τα απαίσια δόντια και την περούκα. Και το Χόλιγουντ υπάκουσε (ευτυχώς!). Το μήνυμα που μου πέρασε λοιπόν ο Τζακ Νίκολσον με αυτό το δωράκι του αυτή τη μίζερη εβδομάδα με τα αδιέξοδα και τα «αντίο» ήταν ό,τι χρειαζόμουν να ακούσω: «Δεν τελειώνουν όλα, έτσι απλά».