Παραμονή απόψε του άγιου Μύρωνα
Θυμήθηκα τα χρόνια που ακόμα πλήρωνα
Ενός ακραίου μου πάθους το μέγα τίμημα
Και στου μοιραίου μου λάθους το παραλήρημα
Επτώχευσα τελείως από αισθήματα
Κι΄αρκέστηκα, βεβαίως, στα συναισθήματα
Που σ΄οδηγούν αλόγως, σαν όμορφα άλογα
Χωρίς να υπάρχει λόγος στα ωραία παράλογα
Τα λάθη τα μεγάλα, τα ανεξάλειπτα
Που σ΄όλη τη ζωή μας μένουν ακάλυπτα
Και δέχονται τις σφαίρες και τα χτυπήματα
Τραύματα ρημαγμένα με τόσα πλήγματα
Που δεν μπορούν να γιάνουν γιατί η αγάπη μας
Δεν θέλει να τα βλέπει, δείχνει την πλάτη μας
Και βλέπουνε τα μάτια μόνο ότι βλέπουμε
Τα κρύβουμε όλα τ’ άλλα ή τ’ ανατρέπουμε
Με λόγια, θεωρίες, γνώσεις, διδάγματα
(Μέσα στις τρείς διαστάσεις χωμένα πράγματα)
Γιατί έτσι, με τα χρόνια, λέει, μεγαλώνουμε
Μαθαίνουμε τον κόσμο και προσγειώνουμε
Το σκάφος της ψυχής μας μα και του σώματος
Στην άσφαλτο ασφάλεια του ιδίου μας πτώματος
Και σκέφτομαι και λέω, μοιραίο πάθος μου
Που σαν αστέρι λάμπεις στο κατά βάθος μου
Πως αν δεν είχα πέσει μες στην παγίδα σου
Δεν είχα παραπέσει στην καταιγίδα σου
Παραμονή απόψε του αγίου Μύρωνα
Δεν θάμουν χρεωμένος, δεν θα ξεπλήρωνα
Κι΄όμορφα τυλιγμένος στα συναισθήματα
Ούτε που θα θυμόμουν τι είναι τα αισθήματα
Τ΄αληθινά ταξίδια που δεν τελειώνουνε
Κι΄όσο τα ταξιδέυεις, τόσο απλώνουνε
Μέχρι να φτάσουν κάπως πέρα από τ΄όνειρο
Εκεί που οι καταιγίδες βρέχουν ανθόνερο
Κι΄όλα τα ακραία πάθη έχουνε νόημα
Φρούτα που τα γευτήκαν μι΄ανάσα πρώϊμα
Παιδιά που φτερουγίσαν ως τον Παράδεισο
Κι΄ύστερα περπατήσαν μέχρι την άβυσσο.
Και σκέφτομαι και λέω, άγιε μου Μύρωνα
Πως δίχως χαρτζηλίκι πώς θα τα πλήρωνα
Τα ναύλα για το πάθος και για την άβυσσο
Που αν δεν την περάσεις δεν πάς Παράδεισο;
Τα ναύλα μου τα πήρα από μια δύναμη
Που μόνο με το Σύμπαν είναι ισοδύναμη
Και νοιώθω πώς χρωστάω κάπου στο άπειρο
Αυτό το ευχαριστώ μου που μοιάζει ανάπηρο
Μπροστά στο μεγαλείο που αξιώθηκα
Την ώρα που με πήρε κι΄όλος του δόθηκα.
Και λέω το σώμα εκείνο που τόσο χάϊδεψα
Πώς έμοιαζε με κρίνο που δεν το πάντρεψα
Και πώς η αγκαλιά μας, αυτή που χώρεσε
Τέτοια ανθισμένη πάλη και τη συγχώρεσε
Είναι ανοιχτή κι΄απόψε, κι΄όλο κι΄απλώνεται
Γιατί ο ερωτευμένος μονάχα σώνεται.
(Δευτέρα 16 Αυγούστου 2010, 38ο χιλιόμετρο Αθηνών-Σουνίου).