Θεσσαλονίκη, κέντρο, πρωί Τρίτης 10 Ιανουαρίου | ΙΝΤΙΜΕΝΕWS/ΜΩΥΣΙΑΔΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ
Απόψεις

Με ασθενή στην εντατική…

Στη Θεσσαλονίκη πάγωσαν όλα. Μείναμε από θέρμανση, μείναμε από ζεστό νερό, μείναμε από νερό, μείναμε από σωλήνες, μείναμε από πλυντήριο, μείναμε από ρεύμα, μείναμε απ’ όλα. Και όσοι, λίγοι, έχουμε ακόμη θέρμανση και ζεστό νερό, ζούμε λες κι έχουμε ασθενή στην εντατική
Χριστίνα Ταχιάου

Ανέβηκα στο λεωφορείο για να κατέβω στο κέντρο. Ετσι το λέμε εμείς εδώ στη Θεσσαλονίκη, «κατεβαίνω στο κέντρο», άσχετα αν δεν μένουμε σε ανηφόρα. Το χιόνι είχε ήδη αρχίσει να στρώνεται στη γειτονιά μου, δίνοντας εκείνη την όμορφη ησυχία που συνοδεύει την παρουσία του. Την ησυχία που απορροφά κραδασμούς, ήχους, κόρνες, εξατμίσεις, φωνές και υποβάλλει.

Το λεωφορείο ήρθε γρήγορα και ήταν φίσκα. Κατάφερα και μπήκα, χωρίς να μπορώ να κουνηθώ σε όλη τη διαδρομή, όπως κι οι υπόλοιποι επιβάτες. Τους κοιτούσα – μας κοιτούσα. Ολοι σκυθρωποί, όλοι μουτρωμένοι, όλοι αμίλητοι, όλοι απεριποίητοι, όλοι ακίνητοι, όλοι μαυρισμένοι εσωτερικά. Κανένας δεν κοιτούσε έξω με μια ελάχιστη έστω χαρά για το χιόνι. Ολοι κοιτούσαμε με απόγνωση σαν να περιμένουμε ένα μεγάλο κακό να μας βρει. Οσοι περαστικοί φωτογράφιζαν τους δρόμους με το χιόνι το έκαναν με αδιαφορία στην καλύτερη περίπτωση, από συνήθεια, επειδή συνηθίσαμε να φωτογραφίζουμε τα πάντα: από τα σκουπίδια της γειτονιάς μέχρι τα δαχτυλάκια στις ξαπλώστρες και από τους καφέδες μέχρι τα άπλυτα. Στη χειρότερη περίπτωση το φωτογράφιζαν βρίζοντας για τα δεινά που μας φέρνει.

Γιατί, όμως, συνέβη αυτό; Γιατί νιώθουμε ότι το χιόνι ήρθε να μας αποτελειώσει; Ας δούμε τις συνθήκες αντικειμενικά. Στη Θεσσαλονίκη ζούμε σε αρνητικές θερμοκρασίες για πέμπτη μέρα κι είναι η τέταρτη μέρα που έχουμε παγετό όλο το 24ωρο. Για πρώτη φορά συμβαίνει κάτι τέτοιο με τόσο μεγάλη διάρκεια και μας βρήκε απροετοίμαστους. Πάγωσαν όλα. Μείναμε από θέρμανση, μείναμε από ζεστό νερό, μείναμε από νερό, μείναμε από σωλήνες, μείναμε από πλυντήριο, μείναμε από ρεύμα, μείναμε απ’ όλα. Ολοι ανεξαιρέτως συζητάμε για τις απώλειες των ημερών, ενώ μέσα μας ξέρουμε ότι ακόμη δεν είδαμε τα χειρότερα: όταν λιώσουν οι πάγοι, τότε θα δούμε τις πραγματικές ζημιές. Η πιο συχνή ερώτηση, πάντως, είναι: «εσύ πώς κάνεις μπάνιο;», διότι η μεγάλη πλειοψηφία των σπιτιών δεν έχει ζεστό νερό. Βλέπετε, οι προσπάθειες να λιώσει ο πάγος στους σωλήνες στο μπαλκόνι ζεσταίνοντάς τους με το πιστολάκι των μαλλιών δεν πιάνουν πάντα.

Οσοι έχουμε ακόμη θέρμανση και ζεστό νερό, ζούμε λες κι έχουμε ασθενή στην εντατική, όπως είπε ευφυώς μια φίλη. Κάθε λίγο και λιγάκι ελέγχουμε εάν λειτουργεί ο λέβητας, έχουμε μια βρύση μονίμως να τρέχει λίγο νερό και με την παραμικρή αλλαγή στους θορύβους αυτούς που μας κάνουν να νιώθουμε στοιχειωδώς ασφαλείς, πανικοβαλλόμαστε. Ξυπνάμε τη νύχτα έντρομοι, προκειμένου να βεβαιωθούμε ότι έχουμε θέρμανση και νερό. Κάποιοι, από το φόβο του παγώματος, καίνε αερόθερμα μονίμως στο μπαλκόνι, ώστε οι σωλήνες να ζεσταίνονται.

Γιατί, όμως, μας έπιασε τέτοια μαζική υστερία; Ολοι μας, λίγο πολύ, έχουμε ζήσει σε πολύ πιο κρύα σπίτια από τα τωρινά μας. Γιατί τώρα ειδικά τρέμουμε μπροστά στο ενδεχόμενο να σταματήσει για λίγο η λειτουργία της θέρμανσης;

Τρέμουμε διότι φοβόμαστε ότι δεν θα μπορέσουμε να επισκευάσουμε αυτό που χαλάει, γι’ αυτό τρέμουμε. Επειδή μας πανικοβάλει η ιδέα ότι η ζωή μας μπορεί να υποβαθμιστεί ακόμη περισσότερο, σε κάθε επίπεδο. Επειδή ξέρουμε ότι ούτε καν αυτό που μέχρι πριν από πέντε μέρες μάς φαινόταν ελάχιστο σε σχέση με το παρελθόν, δεν είναι δεδομένο και μπορεί ανά πάσα ώρα και στιγμή να το χάσουμε. Επειδή βλέπουμε ότι τα πράγματα μπορεί να γίνουν πολύ χειρότερα χωρίς να μπορούμε να τα επαναφέρουμε. Επειδή ξέρουμε ότι δεν πρόκειται για τη θέρμανση και το ζεστό νερό, αλλά για τις ζωές μας τις ίδιες, για τις υπάρξεις μας.

Επειδή ξέρουμε ότι έχουμε τον ασθενή στην εντατική και δεν μπορούμε να τον διατηρήσουμε ακόμη για πολύ. Ήρθε και το χιόνι, αυτό θα τον κρατήσει παγωμένο για λίγο. Αλλά κι αυτό σύντομα θα λιώσει, κι ο ασθενής μας θα αποκαλυφθεί άκαμπτος, άψυχος, τελειωμένος.

Και κανείς μας δεν σκέφτεται ότι ίσως έρθουν Αλκυονίδες κι ότι, μοιραία, θα έρθει η άνοιξη και να χαρεί λιγάκι. Μόνο μένουμε ξάγρυπνοι τα βράδια, να ελέγχουμε τους σφυγμούς του ασθενή μας…