Χτες, μετά την αναγγελία του φετινού Νόμπελ λογοτεχνίας πήρε φωτιά το διαδίκτυο. Ο Χρήστος Χωμενίδης πανηγύριζε έξαλλα στο FaceBook που βραβεύτηκε ο αγαπημένος του συγγραφέας. Ένας άλλος φίλος ανέκραξε: επιτέλους ένα Νόμπελ που αξίζει τη φήμη του! Μια αναμενόμενη και δίκαιη βράβευση λοιπόν για φέτος. Διαψεύστηκαν όσοι στοιχημάτιζαν υπέρ του εν πολλοίς άγνωστου αφρικανού Ngugi wa Thion.
Ο Χόρχε Μάριο Λιόσα, μοναχογιός ενός οδηγού λεωφορείου και μιας ευκατάστατης κρεολής, παιδί χωρισμένων γονιών πριν ακόμα γεννηθεί, είδε το φως τον Μάρτιο του 1936. Μεγάλωσε πιστεύοντας ότι είναι ορφανός αφού η οικογένεια της μάνας του του έκρυψε την αλήθεια. Γνώρισε τον πατέρα του όταν ήταν 10 χρονών!
Ο βίος του συνέχισε περιπετειωδώς, όπως άρχισε: Ο νεαρός και εντυπωσιακά ωραίος Μάριο παντρεύτηκε 19 χρονών τη νύφη του θείου του, τη Χούλια, 32 ετών. Ο γάμος αυτός έγινε αργότερα η πρώτη ύλη για ένα τρισχαριτωμένη μεταμοντέρνο μυθιστόρημα το οποίο ο Λιόσα αφιέρωσε στην τέως του. Τίτλος: Η θεία Χούλια και ο γραφιάς. Η θεία Χούλια είχε τόσο σουξέ που έγινε και ταινία στο Χόλιγουντ! Αμέσως μετά ο Μάριο σπούδασε Νομικά και Λογοτεχνία στο Πανεπιστήμιο της Λίμα ενώ έκανε την θριαμβευτική του εμφάνιση στα γράμματα. Η διδακτορική του διατριβή ήταν για τον Γκαρσία Μαρκές, έναν συγγραφέα που θαύμαζε πολύ. Ο πολύς θαυμασμός κατέληξε δυστυχώς σε καυγά και μαυρισμένα μάτια. Ο λόγος παρέμεινε άγνωστος αλλά οι δυο άντρες δεν ξαναμίλησαν ποτέ.
Το 1963 δημοσίευσε το εξαιρετικό μυθιστόρημα Η πόλη και τα σκυλιά όπου ο συγγραφέας εφάρμοσε την τεχνική της ανάμιξης προσωπικών εμπειριών και δημόσιας ιστορίας που θα τον δόξαζε στο μέλλον. Η πρώτη ύλη εδώ ήταν οι σκληρές εμπειρίες του από τη στρατιωτική ακαδημία της Λίμα όπου φοίτησε. Όπως αντιλαμβάνεστε οι στρατιωτικοί ήταν έξαλλοι αλλά οι κριτικοί ενθουσιώδεις. Το μυθιστόρημα έγινε μεγάλο χιτ. Το 1965, Το Πράσινο σπίτι (που μεταφράστηκε σχετικά πρόσφατα από τις εκδόσεις Καστανιώτη και αγαπήθηκε πολύ και από το ελληνικό αναγνωστικό κοινό), η ιστορία ενός μπουρδέλου, σάρωσε όλα τα γνωστά βραβεία και έστρωσε οριστικά το δρόμο του νεαρού ισπανοπερουβιάνου προς τη δόξα.
Στη συνέχεια ο Μάριο χώρισε με τη θεία Χούλια και –επιμένοντας οικογενειακά!- παντρεύτηκε τη ξαδέρφη του, με την οποία απέκτησε τρία παιδιά. Ο Λιόσα, κλασσικός αναγεννησιακός άνθρωπος δεν καθόταν εύκολα στα αυγά του. Έγραψε τα πάντα: μυθιστορήματα, διηγήματα, θεατρικά έργα, δοκίμια, κριτικές που μεταφράστηκαν σε όλο τον κόσμο. Δοκίμασε διαφορετικά στυλ: το ένα πόδι στον μοντερνισμό και το άλλο στον μεταμοντερνισμό. Ευκίνητος υπήρξε και πολιτικά. Διένυσε όλο το φάσμα από τα αριστερά στα δεξιά: Στην αρχή γοητεύτηκε από τον Φιντέλ λ.χ. και μετά απογοητεύτηκε απότομα γιατί φυλακίστηκε ένας ποιητής. Τελικά έφτασε να βάλει υποψηφιότητα για πρόεδρος του Περού με την κεντροδεξιά το 1990. Η ιστορία της σύντομης και άδοξης πολιτικής του καριέρας καταγράφεται στο αυτοβιογραφικό Ψάρι στο νερό, όπου με πίκρα καταγγέλλει τους αντιπάλους του ότι έστρεψαν την αγνότητα και την ειλικρίνειά του εναντίον του. Μόλις ηττήθηκε τα παράτησε οριστικά και στράφηκε αποκλειστικά στο γράψιμο. Οι λέξεις άλλωστε είναι τα πιο ισχυρά όπλα, παραδεχόταν τότε στις συνεντεύξεις που έδινε.
Η αγάπη του και η μεγαλύτερη επιρροή του είναι ο μεγάλος Νότιος, Ο Φώκνερ (λάτρευε το μυθιστόρημα που λατρεύω κι εγώ: Το φως τον Αύγουστο). Αγαπούσε όμως και τον Καμύ, τον Φλωμπέρ και φυσικά τον (ξυλοδαρμένο) Μαρκές.
Το 2000 έγραψε το σπουδαιότερο κατά τη γνώμη μου από τα τελευταία έργα του, τη Γιορτή του Τράγου, βασισμένο στην αποτρόπαιη δικτατορία της Δομινικανής Δημοκρατίας. Οι εκδόσεις Καστανιώτη τον είχαν καλέσει στην Ελλάδα για την ελληνική έκδοση του βιβλίου. Ακόμα θυμάμαι εκείνο το απόγευμα. Ο Λιόσα καταγοήτευσε το ελληνικό ακροατήριο που –πράγμα σπάνιο- ήταν γεμάτο συγγραφείς. Είναι κατά γενική ομολογία χαρισματικός αφηγητής.
Ο Λιόσα μεγαλώνει ωραία. Είναι πια 74 ετών και ζει κυρίως στο Λονδίνο με μεγάλα διαστήματα διακοπών στο Περού. Ταξιδεύει σε όλο τον κόσμο, διδάσκει σε γνωστά πανεπιστήμια, κάνει συλλογή βραβείων. Όσοι δημοσιογράφοι του έκαναν συνέντευξη κατέγραψαν έναν αξιαγάπητο εντυπωσιακό άντρα, που έχει γνώμη για όλα. Κάνει τα κεφάλια των γυναικών να γυρνούν,σημειώνει η Έντα Γουώρντ. Ο ίδιος πάντως δηλώνει την ευγνωμοσύνη του στις γυναίκες αναγνώστριες «χάρη στις οποίες θα ζήσει η λογοτεχνία αν τα καταφέρει να ζήσει τελικά…»