Protagon A περίοδος

Κήποι γεμάτοι σεξ

Πρέπει να σας πως πως ο συζυγός μου έκανε εξαιρετικό σεξ, ανεπανάληπτο. Και τι και αν έχουν περάσει 63 χρόνια, ακόμη  θυμάμαι το σεξ του με κάθε λεπτομέρεια.

Νίκη Κόλλια

Σα δυο μπάλες παγωτό μουστάρδας σε κυπελάκι που το  ξεχάσανε στο τραπεζι ενός ηλικιωμένου ζαχαροπλαστείου, με πραγματική κρέμα, σπιτική καραμέλα, άρωμα λιωμένου μελιού και τραγανιστά καβουρντισμένα αμύγδαλα: αυτή είναι η γεύση της κας Τούλας και αν εσύ τώρα κουνάς το κεφάλι σου θεωρώντας με για χιλιοστή φορά γραφική, το μόνο που έχεις να κάνεις είναι να την γευτείς ο ίδιος, και ύστερα σίγουρα θα με πιστέψεις.

«Με έχουν κλέψει τρεις φορές –την τρίτη μάλιστα χρειάστηκε να μείνω τρεις ολόκληρες ημέρες στον Ευαγγελισμό- αλλά δεν μπορώ να μην τα κρεμάω στο λαιμό μου». Αυτό θα σου πει η κα Τούλα μόλις γνωριστείτε και κάτσεις συντροφιά της. Και ύστερα θα σου δείξει όλο νάζι και περηφάνεια μια σειρά μικρά μαργαριτάρια, τα μισά από τα οποία βεβαίως θα κρύβονται στις πιέτες του πλισέ λαιμού της, αλλά μη πεις περασμένα μεγαλεία, το ξέρει και η ίδια άλλωστε πως αυτά πέρασαν οριστικά, και όμως προτιμά το κόκκινο κραγιονάκι από τα κλάματα.

«Το δήλωσα ρητά στα παιδιά μου• αν είναι να κυκλοφορώ χωρίς κολιέ, δεν ξαναβγαίνω από το σπίτι».

Είμαι σίγουρη πως στην αρχή θα πεις πως τούτη η γριά το ‘χασε τελείως, όμως, παρόλα αυτά μη σηκωθείς αμέσως και φύγεις.
«Το συνολάκι που φοράω το έχω ράψει, ξέρετε, το ύφασμα αυτό μου το είχε φέρει ο σύζυγός μου από την Αγγλία. Είναι πανσέδες το μοτίβο του, γαλάζιοι πανσέδες, τα λουλούδια που αγαπάω και ο σύζυγός μου που μου είχε τρελή αδυναμία, μου το έφερε για να με ευχαριστήσει. Εσείς έχετε αγαπημένα λουλούδια;».

Χέστηκα για τους πανσέδες σου θα πεις σίγουρα από μέσα σου, αλλά βρες ένα λουλούδι, τόσα υπάρχουν άλλωστε και  πες της «φρέζες, εμένα μου αρέσουν οι φρέζες». Την βλέπεις; Χαμογελάει ήδη. Και ύστερα άκου τη λιγάκι ακόμη, δεν θα σου πάρει πάνω από ένα τέταρτο να την ακούσεις, τι νόημα έχει ένα τέταρτο λιγότερο στη μέρα σου;

«Από παιδί αγαπούσα τα σαλιγκάρια. Θα κοιμηθώ λιγάκι μαμά μου, ξαφνικά είμαι ένα πολύ κουρασμένο παιδάκι, έλεγα, γεμάτη πειστικότητα και το έσκαγα η πονηρούλα για να βρω εκείνα τα σαλιγκάρια με τα μάτια-κεραίες, που περπατούν σαν φακίρηδες στα χωράφια.
Έχετε δει ποτέ σαλιγκάρια κύριε;

Και ύστερα κρατούσα μισάνοικτη την πόρτα του δωματίου μου τα φθινοπωρινά βράδια και έβρεχα το μάρμαρο για να δροσίζονται τα μικρά αυτά αδύναμα ζωάκια και να νιώθουν προστατευμένα. Θυμάμαι μια φορά ο σύζυγός μου είχε φέρει μια σακούλα σαλιγκάρια (ένας συνάδελφός του, του τα κέρασε από το χωριό του) και καθώς άνοιξα τη σακούλα αυτά πετάχτηκαν με μιας παντού και μετά άρχισα να κυνηγάω τα μικρά πλασματάκια στα ντουλάπια και τα πατώματα της κουζίνας μας.

2 Οκτωβρίου, η ημέρα που έχασα τον άνδρα μου, στα 40 του, σε τροχαίο στην εθνική. Πάνε 63 χρόνια από τότε. Ήμουν μόνο 31. Ναι, ναι κάνετε την πρόσθεση, 94 στα 95. Και σκορπιός. Τον πλάκωσε που λέτε ένα λεωφορείο. Το τελευταίο συναίσθημα του άνδρα μου ήταν ο τρόμος. Χήρα με δυο παιδιά, ο μικρός μας μόλις στα 12, δεν ήρθε ούτε στην κηδεία του μπαμπά του, κλείστηκε στο σπίτι και είπε τώρα πια θα προχωρήσω χωρίς μπαμπά.

Παντρευτήκαμε από έρωτα. Τρελό και ωραίο. Δούλευε οδηγός στα τρένα ο σύζυγός μου και το σπίτι μας στην εξοχή ήταν ακριβώς δίπλα στις γραμμές. Ήξερα απέξω και ανακατωτά όλα τα δρομολόγια. Μια ώρα πριν περάσει το τρένο του, έτρεχα στον καθρέφτη, έφτιαχνα μια ωραία γαλλική πλεξίδα καθόμουν στο κρεβάτι με τα χεριά πλεγμένα και μετρούσα ανάποδα τα λεπτά. Δεν περνούσαν με τίποτε τα σκασμένα.
Έχετε νιώσει ανυπομονησία κύριε για μια γυναίκα;

Να χτυπάει η καρδιά σας σαν ρολόι. Αυτό. Και καθώς σφύριζε το τρένο από μακριά η αναπνοή μου κοβόταν, τα πόδια μου μούδιαζαν, έτρεχα στο παράθυρο, τραβούσα την κουρτίνα και αυτός -όμορφος και γελαστός- έβγαζε το μισό του σώμα από τη μηχανή, κρεμόταν στον αέρα, μόνο και μόνο για να με κοιτάξει και καθώς εγώ κουνούσα το χέρι μου σαν τρελή, μου φώναζε Τούλα μου! Μπορείς μετά να μην αγαπάς το όνομά σου; Και ας βγαίνει από το Παναγιώτα.

Έζησα πολύ όμορφα με τον άντρα μου. Πηγαίναμε για χορό, στο δάσος του Λυκαβηττού, και ύστερα για καφέ σε ένα μικρό μαγαζάκι με ψάθινες καρέκλες κάτω από τον Άγιο Ισίδωρο, παίρναμε το λεωφορείο μέχρι τη Δροσιά για πεϊνιρλί, βόλτα χέρι-χέρι στα δρομάκια του λόφου του Αρδηττού και τα καλοκαίρια ξημεροβραδιαζόμασταν στις ξύλινες εξέδρες του Νέου Φαλήρου.
Και είχε κάτι μπράτσα. Αχ! που γυάλιζαν στον ήλιο και καθώς με σήκωναν και με έκαναν 100 στροφές, εγώ έλεγα ότι θα πεθάνω από ευτυχία.
Μη με ρωτήσετε αν μου λείπει ο συζυγός μου. Σας προλαβαίνω εγώ. Δεν είναι σωστή η λέξη έλλειψη. Γιατί εγώ τον χόρτασα όσα χρόνια ζούσε. Και χόρτασα μαζί και την ευτυχία.
Μόνο που τον νοσταλγώ. Ιδίως το καλοκαίρι. Που όλα πια έχουν γίνει τόσο ήσυχα.

Και, αν και κοκκινίζω λιγάκι, εκείνο που νοσταλγώ περισσότερο είναι το σεξ. Όχι γενικά το σεξ, αλλά μονάχα το δικό του.
Γιατί πρέπει να σας πως πως ο συζυγός μου έκανε εξαιρετικό σεξ, ανεπανάληπτο. Και τι και αν έχουν περάσει 63 χρόνια, ακόμη  θυμάμαι το σεξ του με κάθε λεπτομέρεια. Η τελευταία μας νύχτα πριν χαθεί, έχω ακόμη τα μπράτσα του στο νου μου, έχω ακόμη όλες τις λέξεις και όλες τις μυρωδιές του στην καρδιά μου. Και δεν πάνε πουθενά και ας λιώνει ο χρόνος και το σώμα μου μαζί.
 
Δεν είμαι ερημική κύριε, ούτε μόνη, όπως ενδεχομένως θα σκέφτεστε τώρα.
Και για να σας προλάβω ξανά, εγώ, δεν θέλησα να ξαναπαντρευτώ. Δική μου ήταν η απόφαση. 63 ολόκληρα χρόνια έχω να κάνω σεξ. Και δεν μου λείπει, μονάχα το νοσταλγώ. Γιατί, να, πώς γίνεται να πας παρακάτω, όταν αισθάνεσαι ότι είσαι ήδη στην κορυφή της ευτυχίας; Χαμογελάτε κύριε, ίσως με βρίσκετε λιγάκι συντηρητική, μπορείτε να το αποδώσετε στις γενιές που μας χωρίζουν, αλλά πώς να σας εξηγήσω ότι αν εγώ παλλιδρομούσα αυτή τη στιγμή όλα πάλι θα σταματούσαν εδώ που τα άφησε πεθαίνοντας ο σύζυγός μου;

Είμαι χορτασμένη και ήσυχη κύριε. Για το μόνο που στεναχωριέμαι καμιά φορά καθώς περνάει ο χρόνος, είναι που δεν είμαι πια ζεν και έχω αποκτήσει και λίγακι ass και έτσι έκοψα και την θάλασσα. Γιατί είναι άσχημο το θέαμα γριές με ass και μαγιό. Δεν βρίσκετε;»
Γελάς ε; Φαντάζομαι τα μάτια σου, έχουν ήδη διασταλεί και συ γελάς δυνατά και με τρυφερότητα, ακόμη και αν δεν πιστεύεις στη νοσταλγία.

Αλλά παραδέξου το, ακόμη και αν το παίζεις στριμμένος, παραδέξου το, πως υπάρχουν κάτι στιγμές που νιώθεις γαμώτο την ανάγκη να μπορούσες να κατασκευάσεις έστω και ένα μόνο λόγο νοσταλγίας, να μπορούσες να βρεις ένα λόγο για να σου χαρίσει μία γλυκιά απαλλαγή από το ρεαλισμό, μια τρυφερή και λεπτή τόση δα στιγμούλα που θα σε κάνει να πεις «μες τη ζωή εσύ και γω, μονάχα και για πάντα εσύ και γω». Λες και η γη γέμισε ξαφνικά κήπους και χιλιάδες γαλάζιοι πανσέδες σα μοτίβο υφάσματος πνίγουν όλα τα άχρωμα και  τα λειψά της καρδιάς σου.

Γιατί πώς να το κάνουμε, υπάρχει λόγος σοβαρός να μην είσαι πάντα τόσο χλιαρός.