Ο Ίρβινγκ Γιάλομ είναι γνωστός στο ευρύ κοινό για μια σειρά λογοτεχνικών έργων που πραγματεύονται το ζήτημα της θεωρίας αλλά και της πρακτικής της ψυχοθεραπείας. Στα βιβλία του συναντάμε τις απόψεις του για τη θεραπευτική διαδικασία σε συνδυασμό με τη μυθοπλασία, γεγονός που τα καθιστά κατάλληλα για το κοινό που επιθυμεί να αποκτήσει μια γενική εικόνα για την περιπέτεια της ψυχοθεραπείας.
Σε όσους όμως ασχολούνται επαγγελματικά με την ψυχολογία, το όνομά του είναι συνδεδεμένο τόσο με την θεμελίωση της υπαρξιακής σχολής ψυχοθεραπείας (Existential Psychotherapy, 1980) όσο και με την ομαδική ψυχοθεραπεία (Τhe Theory and Practice of Group Psychotherapy, 1970).
Στη χώρα μας, λόγω της σημαντικής επιρροής από την γερμανική και την γαλλική σχολή ψυχαναλυτικής σκέψης, το επιστημονικό έργο του Γιάλομ δεν είναι ιδιαίτερα δημοφιλές στους ειδικούς της ψυχικής υγείας. Ωστόσο, τα λογοτεχνικά βιβλία του βρίσκουν μεγάλη ανταπόκριση στο αναγνωστικό κοινό, όπως αναφέρει συχνά ο ίδιος στις συνεντεύξεις του, και όπως πιστοποιείται από τις πωλήσεις των τίτλων του. Σε πρόσφατη συνέντευξή του στην Καθημερινή επισημαίνει ότι: «… οι Έλληνες είναι το καλύτερό μου ακροατήριο. Τα βιβλία μου πουλάνε περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη χώρα στον κόσμο αναλογικά με τον πληθυσμό.» Εξ ου και το ενδιαφέρον που αναμένεται να προκαλέσει η ταινία ‘Ο κήπος του Γιάλομ: η φιλοσοφία μιας ζωής’ που θα βγει στις αίθουσες τον Δεκέμβριο. Σε αυτή την ταινία οι θεατές θα έχουν την ευκαιρία να παρακολουθήσουν τον ίδιο τον Γιάλομ να αυτοβιογραφείται και, ως ένα βαθμό, να αυτο-αναλύεται.
Πού οφείλεται η μεγάλη επιτυχία του Γιάλομ στη χώρα μας; Σε χώρες όπου η ψυχοθεραπεία είναι ευρέως αποδεκτή και συστηματικά ασκούμενη από πλήθος ειδικών που μεριμνούν για μεγάλο αριθμό πελατών, η ζήτηση λογοτεχνικών αναπαραστάσεων αυτής της διαδικασίας είναι αναλογικά μικρότερη. Χωρίς να αμφισβητώ ότι πολλά από τα βιβλία του Γιάλομ είναι καλογραμμένα και ότι πραγματεύονται σημαντικές όψεις της ψυχοθεραπείας και της σχέσης θεραπευτή-θεραπευόμενου, δεν μπορώ την ίδια στιγμή να μην αναρωτιέμαι για ποιους λόγους ο συγγραφέας τους έγινε στην Ελλάδα λαοπρόβλητο είδωλο.
Οφείλεται στο συγγραφικό χάρισμα του Γιάλομ ή στην απουσία ευρύτερης παιδείας για συναφή ζητήματα; Σε μια χώρα που η Ψυχιατρική Μεταρρύθμιση βρίσκεται σε τέλμα (λόγω απουσίας πόρων και έλλειψης επαρκούς οργάνωσης) και όπου η Πολιτεία έχει αποτύχει να καταστήσει στους πολίτες οικείο το ζήτημα της ψυχικής ασθένειας –με αποτέλεσμα η ψυχοθεραπεία να θεωρείται ακόμα ταμπού– ίσως δεν είναι περίεργο ότι τα βιβλία του Γιάλομ καταναλώνονται από το κοινό με μία μανία που ούτε ο ίδιος δεν είναι σε θέση να εξηγήσει.
Όπως είχε φανεί από την κοσμοσυρροή στην ομιλία του Γιάλομ στο Μέγαρο Μουσικής το 2009, μεγάλη μερίδα των πολιτών ελπίζει πως μία ομιλία του από τον ‘άμβωνα’ του Μεγάρου Μουσικής είναι επαρκής για να κατευνάσει τις προσωπικές ανησυχίες και τους φόβους τους, να προσφέρει απαντήσεις σε υπαρξιακές αναζητήσεις τους, να βάλει τη ζωή τους 'σε μια τάξη'. Εικάζω ότι αρκετοί άνθρωποι που δεν θα ξεκινούσαν ποτέ ψυχοθεραπεία ή που θα εγκατέλειπαν τη διαδικασία στην πρώτη -ρεαλιστική ή φανταστική- δυσκολία, δεν είχαν πρόβλημα να περιμένουν τρεις ολόκληρες ώρες προκειμένου να εξασφαλίσουν το εισιτήριο για τη διάλεξη του Γιάλομ, αλλά και να αγοράσουν κάθε τελευταίο βιβλίο αυτοβοήθειας.
Γιατί ψάχνουμε απαντήσεις πάντα τόσο μακριά και τόσο έξω από μας; Γιατί αναζητούμε λύσεις στιγμιαίες, το μαγικό ραβδί που θα μεταμορφώσει τις ζωές μας χωρίς δικό μας μόχθο και που εύκολα και σχεδόν αυτόματα θα χορτάσει την πνευματική μας πείνα, όπως το μάννα εξ ουρανού τους νομάδες της Παλαιάς Διαθήκης;
Η ψυχοθεραπεία μπορεί να μας βοηθήσει όχι μόνο στην αντιμετώπιση συγκεκριμένων χρόνιων ψυχολογικών προβλημάτων, αλλά και στην αναδόμηση της προσωπικότητας μας με σκοπό τη βελτίωση της ζωής, των διαπροσωπικών σχέσεων και του εαυτού μας. Μόνο που όλα αυτά δεν επιτυγχάνονται αυτόματα. Είναι, αντίθετα, διαδικασίες που απαιτούν χρόνο, κόπο, ειλικρινείς προθέσεις και, πάνω απ’ όλα, το θάρρος της ανάληψης ευθυνών.