Ξυπνάω σήμερα το πρωί παίδες και βλέπω τη μάνα(τζερ) ντυμένη του κουτιού με αγνώστου προελεύσεως λινό κοκκινοκαρπουζί συνολάκι ( έφερνε κάπως σε Μιουτσια Πραντα αλλά πολύ πιο τσιριμπίμ τσιριμπόμ, if you know what I mean) Όχι δεν πήγαινε στο νοσοκομείο γιατί είναι Κυριακή. Ούτε στην εκκλησία γιατί ως γνωστόν δεν έχει το Θεό της. Που σκατά πήγαινε λοιπόν;
«Τι έγινε μάνα; Έχουμε γκόμενο και βάλαμε τα καλά μας;» ρώτησα διευκρινιστικά.
«Αν είχαμε γκόμενο θα βγάζαμε τα καλά μας, δεν θα τα βάζαμε», μου πέταξε δηκτικά. Ατσά η ώριμος καλλονή. Ξεψάρωσε κι αυτή τώρα στα γεράματα, πάει… Ελπίζω να μη μου βγαίνει αύριο μεθαύριο στα κανάλια σαν τη σέξι οδοντίατρο… (φτου στο κόρφο μου, τι θυμήθηκα πάλι η ανώμαλη!!!)
«Τότε τι μου ντύθηκες Μοιραράκη πρωί πρωί;»
«Έχω σεμινάριο στη Μεγάλη Βρετανία αγάπη μου. Θα μας διδάξουν τα στελέχη της Κόκα Κόλα πως να απολύουμε έναν υπάλληλο μας χωρίς να νιώθουμε στρες.»
Κωλόπαθα παίδες. Πρώτα απ΄όλα η μάνα(τζερ) δεν διαθέτει απολύσιμους υπαλλήλους. Στο ΕΣΥ είναι γιατρός και ως γνωστόν στο δημόσιο δεν απολύεται ούτε κουλός χειρουργός (απλώς παίρνει το ειδικό έξτρα μπόνους ανικανότητος προς εργασίαν για λόγους άλλους πέραν της τεμπελιάς)
«Γιατί καλέ; Ποιόν θα απολύσεις;» απόρησα ως εκ τούτου.
«Τον πατέρα σου» μου είπε ψυχρά και αναχώρησε. Σύρθηκα ως την καφετιέρα να φτιάξω ένα εσπρέσο μπας ξυπνήσω και συνέλθω απ’ το σοκ. Ώστε σαν υπάλληλο τον έβλεπε τον πατέρα μου τόσα χρόνια; Κοίτα ρε φωτιές που μας άναψε το ΔΝΤ. Ξύπνησαν όλα τα αφεντικά (δεξιά κι αριστερά) και πλακωθήκανε στις απολύσεις. Εδώ που τα λέμε αν το δεις υπό ορισμένη οπτική γωνία ο φάδερ είναι εντελώς αντιπαραγωγικός: Δεν γ*αμάει σπίτι, δεν φέρνει φράγκα σπίτι, δεν κάνει μερεμέτια στο σπίτι. Άρα ούστ! Όξω π**στη απ΄την παράγκα, που θα έλεγε και η μακαρίτισσα η Μαλβίνα η θεά.
Ένα ρίγος διέτρεξε τη σπονδυλική μου στήλη: Ρε συ λες να την πιάσει καμιά τρέλα και απολύσει κι εμένα; Πανικός στις γραμμές μας αδέρφια. Δε φτάνει που θα γίνω στα καλά καθούμενα παιδί χωρισμένων γονιών (=ψυχολογικό πλήγμα), κινδυνεύω σοβαρά να βρεθώ άστεγη (=οικονομοτσεπικό πλήγμα). Αν το δεις από δημοσιονομικής απόψεως είμαι σκέτη χασούρα παίδες, να μη κοροϊδευόμαστε και μεταξύ μας τώρα… Και την ξέρω τη μάνα(τζερ). Αν βάλει στόχο να εξυγιάνει τη λειτουργία του οίκου μας θα μας σουτάρει χωρίς δεύτερη σκέψη. Έπρεπε να οργανωθώ. Να χτίσω άμυνες. Να σκεφτώ ψύχραιμα. Πως να σκεφτώ ψύχραιμα όμως που είχα πάρει ανάποδες η μαρξίστρια; Φωτιά στα μπατζάκια μας έβαλαν οι μάνατζερς της Κόκα Κόλα (εμ κάτι ξέρω εγώ που πίνω την Πέπσι…). Θα τρίζουν τα κόκκαλα του μουσάτου ρε αμερικανολαμόγια. Θα σηκωθεί απ΄τον ταφο ο Έγκελς να σας βαράει με όλους τους τόμους του Κεφαλαίου στο κεφάλι που ανησυχείτε ξαφνικά μπας και πάθει στρες ο αφεντικός απ΄τη στεναχώρια του που θα απολύσει κόσμο. Α σταδιάλα πια! Το παραχέσατε. Το επόμενο σεμινάριο δηλαδή τι θέμα θα έχει; Πώς να αποφύγουν την κατάθλιψη όσοι έχουν βιλάρες με πισίνα και δεν μπορούν να μπανιαριστούν ελεύθερα μην τους πάρει μάτι ο δορυφόρος;;
Το φάντασμα του Μάρξ όμως μου υπενθύμισε ότι το πρώτο καθήκον της επαναστάτριας είναι η Σολινταρνόσκ. Πήρα αμέσως τηλέφωνο τον φάδερ να τον προειδοποιήσω ότι οι μέρες του ως αρχηγού της οικογενείας (LOL and again LOL) είναι μετρημένες.
«Εμπρός» είπε αυτός.
«Εμπρός της γης οι κολασμένοι πες καλύτερα…» απάντησα σιβυλλικά εγώ.
«Πάλι έπινες ρε κόρη;» είπε αυτός με κατανόηση. Οι καταχρήσεις είναι στα γαμογονίδιο που μου κληροδότησε βλέπετε.
«Πατέρα κάτσε κάπου κι άκου. Η μάνα ετοιμάζεται να σε απολύσει.»
«Μα αμολημένος είμαι…» απόρησε ο χαμένος κορμίς.
«ΑΠΟΛΥΣΕΙ, όχι αμολήσει βρε ζώον»
«Μπααααα» είπε τότε ατάραχος αυτός. «Ξέρεις τι αποζημίωση δικαιούμαι μετά από 27 χρόνια γάμου;»
Μου ρθε να τον βαρέσω μπουνιά στο μάτι να συνέλθει το μαλάκα. Έχει εγκιβωτιστεί στο καζίνο και ούτε παίρνει χαμπάρι τι γίνεται γύρω του.
«Πας καλά ρε πατέρα; Δεν άκουσες τον Λοβέρδο; Τσάμπα κλαίει νυχθημερόν στην ΤΙβί ο άνθρωπος; Τώρα σε απολύουν άνευ προειδοποιήσεως και αποζημιώσεως. Δου Νου Του!»
Η σιωπή που έπεσε απ’ την άλλη πλευρά του καλωδίου ήταν βαριά και παρατεταμένη. Άρχισα ν’ ανησυχώ.
«Πατέρα;» φώναξα με αγωνία. «Γιατί δε μιλάς; Τι σκέφτεσαι;»
«Σκέφτομαι ότι αν ξαναψηφίσω Γιωργάκη να μου κόψεις το χέρι!» ούρλιαξε. Κι αμέσως μετά: «Αστειεύομαι ε; Μην κόψεις τίποτα. Τι θα παίζω μ΄ένα χέρι;»
«Κουλοχέρη!» του είπα ψυχρά και του κλεισα το τηλέφωνο. Να μου το θυμηθείτε παίδες: Αυτός ο οπορτουνισμός είναι που θα καταστρέψει ολοσχερώς το κίνημα!