Protagon A περίοδος

Aλεξάνδρεια, μνήματα, φώς και ο Γ. Λ

Ο Ιούλιος μπήκε με μεγάλη φόρα την Πέμπτη και ο παραβατικός μου φίλος, ο 24χρονος, με πήρε στο κινητό 8 η ώρα το πρωϊ. «Με πετάξανε έξω απο το ξενοδοχείο. Δεν μ΄αφήσανε να πάρω τα πράγματά μου, μόνο ταυτότητα...

Άρης Δαβαράκης

Ο Ιούλιος μπήκε με μεγάλη φόρα την Πέμπτη και ο παραβατικός μου φίλος, ο 24χρονος, με πήρε στο κινητό 8 η ώρα το πρωϊ. «Με πετάξανε έξω απο το ξενοδοχείο. Δεν μ΄αφήσανε να πάρω τα πράγματά μου, μόνο ταυτότητα και πορτοφόλι. Τους χρωστάω 60 ευρώ και έχω 1». Το ίδιο ακριβώς σκηνικό επαναλαμβάνεται τίς τελευταίες λίγες βδομάδες, τις Πέμπτες συνήθως τα απόγευμα. Τον ξέρω τον Γιώργο απο το 1991 ή 92, δεν βάζω και το χέρι μου στη φωτιά, πού ήτανε 5 ή 6 ετών. Ο πατέρας του Ι.Λ (τα ονόματα στην διάθεση κάθε εδιαφερομένου) ήταν επι 50 χρόνια και ο «υπέυθυνος» για τα Ελληνικά Κοιμητήρια του Chatby της γενέτειράς μου Αλεξάνδρείας – για τους Ελληνορθόδοξους κάτι σαν το Α΄Νεκροταφείο για την Αθήνα. Για να δώσω και την ποιητική διάσταση που δικαιούται το κείμενο, σημειώνω πώς εκεί «κοιμάται» και ο Καβάφης, ο τάφος του οποίου έχει περιληφθεί στα περισσότερα ταξιδιώτικά «τούρ» με πούλμαν – γιατί, εδω που τα λέμε, δεν έχεις και πολλά να δείς στην Αλεξάνδρεια και ο τάφος του Κάβαφη είναι ενα σημαντικό σημείο αναφοράς.

 

Στην ίδια γειτονιά, δέκα τάφους Βορειώτερα, είναι ο οικογενειακός τάφος του παππού Ζαχαρία Δαβαράκη και άλλους δέκα Βορειοδυτικά ο οικογενειακός τάφος του άλλου παππού, του Κερκυραίου Διονύση Μαργαρίτη. Ετσι αφού κοιμήθηκαν εδω στην Ελλάδα οι γονείς μου, πολύ νέοι (το 76 ο Μιχάλης, το 79 η Ιωάννα) κάποια στιγμή, μετά απο καμμιά δεκαριά χρόνια και βάλε, μετέφερα εκεί οτι είχε απομείνει απο την εκταφή τους στο νεκροταφείου Ζωγράφου και παρεκάλεσα τον Ι.Λ να χαράξει τα ονόματά τους στον τάφο του παππού Δαβαράκη. Πήγα και την γιαγιά μου την Δήμητρα εκεί και την ακούμπησα δίπλα στον Διονύση της τον οποίον τρελλά αγάπησε, ερωτευθηκε κι΄έκανε τρία παιδιά μαζί του, μεταξύ των οποίων και την Ιωάννα, την μανούλα μου.Απο τότε και μετά, κάθε χρόνο, γύρω στον Σεπτέμβριο, συνέχισα (και συνεχίζω ακόμα, φτάνει να έχω τα χρήματα που απαιτεί το ταξιδάκι αυτό στην ευρύτερη γειτονιά μας) να πηγαίνω και να κάνω ένα ευχέλαιο, μνημόσυνο, τρισάγιο, δεν ξέρω και πώς ακριβώς το λένε, στούς προπάτορες. Την πρώτη μέρα πήγαινα και έβρισκα τον πατερα του 24χρονου σήμερα παραβατικού Γ.Λ και του τούλεγα «θάρθω αύριο μ΄ένα ιερέα απο το Πατριαρχείο, οπότε βάλτε τα παιδιά», κάτι Αιγυπτίους εργάτες που βοηθούσανε εκεί, «να πλύνουνε καλά τους τάφους, θα φέρω και μια δυό φρέσκες γλαστρούλες να τίς φυτέψουμε νάναι όλα ωραία και τακτικά». Εχω και έναν τρίτο τάφο εκεί που φροντίζω, του Θείου μου Νικολάου Τσολεκίδη «Εξ Αργους», συζύγου της αδερφής της γιαγιάς μου και αγαπημένης μου «Τλάτλας» – που ήταν η τρίτη μου γιαγιά και την λάτρευα όσο και τίς άλλες δύο.

 

Σε κάποιο ταξίδι, και δεν σας παριστάνω τον Σαίξπηρ ούτε έχω δεί πολύ Αμλετ, ενω τα λέγαμε στο Κοιμητήριο με τον 75 πρός 80 πιά Ι.Λ και του έδινα τις οδηγίες μου, πήρε το μάτι έναν μπομπιρα που έσκασε μύτη πίσω απο τούς τάφους κλωτσώντας αντι για μπάλα ένα ανθρώπινο κρανίο. Εχω δεί αρκετό Adam Family στην τηλεόραση αλλά δεν είναι το ίδιο. Τρόμαξα. «Τι είναι αυτό το παιδάκι», ρώτησα τον Ι.Λ. Η αντίδραση του ήταν δισκτακτική μου είπε στην αρχή οτι είναι εγγονός του, «γυιός ενός γυιού του που πήγε με μια ψυχολογικά επιβαρυμμένη χήρα Αιγυπτία και μετά «έφυγε στα καράβια» και το παράτησε το παιδάκι». Αλλά την άλλη μέρα το καλοσκέφτηκε και μου είπε την αλήθεια γιατί διέκρινε οτι θα μπορούσα να του φανώ (με την καλή ένννοια μιλάμε τώρα πάντα, έτσι;) χρήσιμος. Είχε παντρευτεί στα νειάτα του μιαν Ελληνίδα Αλεξανδρινή που αγάπησε πολύ, έκανε παιδιά που ζούνε τώρα στην Ελλάδα, είναι ευκατάστατα και είχει ήδη και εγγονάκια απ΄αυτην την βασική και κύρια σχέση της ζωής του (τελικά εγω μόνο έναν γυιό, περίπου στην ηλικία μου, έχω καταφερει να εντοπίσω και πράγματι ζεί εδω, στο Παλιό Ψυχικό, παντρεμμένος και με μεγάλα παιδιά). Κάποια στιγμή όμως, στα 68- 70 του έμεινε χήρος. Χήρος μέν, γερός και δυνατός δε. Τότε βρήκε την ταλαίπωρη και ψυχικά επιβαρρυμένη Αιγύπτια χήρα, κόπτισσα το Θρήσκευμα Αιγυπτία την εθνικότητα και την παντρεύτηκε όταν αυτή έμεινε έγκυος στον, 24άρη, σήμερα, άτυχο, έρημο και «παραβατικό» μου φίλο.

 

Ο γέρος «έφυγε» όταν ο Γ. ήτανε 7 ή 8 χρονών. Σε κάποιο ταξίδι μου, το τελευταιο πρίν αποχωρησει, μ΄έπιασε και μου είπε «επειδή εγω θα πεθάνω και σας βλέπω που μπαινοβγαίνετε στα Προξενεία μας και την Κοινότητα άνετα και είστε και δημοσιογράφος, κάντε οτι μπορείτε για τον μικρό αν έρθετε και δεν ζώ. Να πάει σε κάποιο ίδρυμα στην Ελλάδα, να μην μείνει με τούς Αιγυπτίους». Δεν μπορούσα να κάνω και πολλά, δεν είχα καμμιά νομική κάλυψη, και συνφώνησα όταν η Ελληνική Κοινότητα της Αλεξάνδρειας τον έγραψε στο Ελληνικό Σχολείο μας που ακόμα λειτουργεί στο Chatby (μια περιοχή της Αλεξάνδρειας, όπως λέμε Παγκρατι ή Κυψέλη ή και πιό κεντρικά, Ρηγιλλλης- Χίλτον- Μέγαρο ας πούμε) και εκεί ο Γ. τέλειωσε, με πολλές δυσκολίες λόγω της δυσπροσαρμοστικότητας και της παραβατικότητάς του, την Τρίτη Γυμνασίου. Μετά με φώναξε ο τότε Διευθυντής του Σχολείου και μου διευκρίνησε οτι το παιδί δεν έχει δυνατότητες να προχωρήσει στο Λύκειο και καλά θα κάνει να μάθει μια τέχνη να μπορεί να επιζήσει. Αντ΄αυτού ο μικρός μου φίλος, τότε πιά γύρω στην ήβη, «επιτέθηκε» στο Ελληνικό Σχολείο εισβάλλοντας ένα βράδυ μ΄έναν φίλο του και «ληστεύοντάς το» – χωρίς σοβαρές απώλειες είναι αλήθεια, αλλά με πολύ θυμό.

 

Δεν θα γράψω μυθιστόρημα : Ο Γ. ήρθε κάποια στιγμή στην Ελλάδα, πήγε στρατό (όπου ήταν άψογος, του «άρεσε πολύ» και ήθελε να γίνει μονιμάς «και να πάει και στην Κύπρο που πληρώνουνε καλύτερα», έκανε και αίτηση κανονικά, αλλά δεν τον πήρανε). Βρήκε κάτι Αιγυπτίους οργανωμένους που δουλεύανε στην οικοδομή (τότε υπήρχε ακόμα πολλή δουλειά γιατί χτιζότανε πολύ πράμμα) και τον φιλοξενήσανε στο υπόγειο του σπιτιού τους κάπου σε μια φτωχική συνοικία και δούλεψε και στην οικοδομή όπου ήτανε, μου λένε, άψογος και έβγαζε και λεφτά και όλα μοιάζανε να πηγαίνουνε καλά. Το 2005 όμως ο Γ. στα 19 του, νοίκιασε μια γκαρσονιέρα-δώμα στην Κωνσταντινουπόλεως, και απο εκεί και πέρα τράβηξε άλλο δρόμο. Βρέθηκε πολύ μόνος ίσως και δουλειά δεν υπήρχε πιά, πήγε πάντως και «έμπλεξε» και έλαβε μέρος σε ληστείες, μέχρι που τον μπουζουριάσανε κάποια στιγμή και πήρε 10 χρόνια φυλακή. Στο Σωφρονιστικό κατάστημα Ανηλίκων Αυλώνα έμεινε 5 χρόνια σχεδόν και εκεί, επειδή υπάρχει Θεός και άνθρωποι που νοιάζονται, τέλειωσε το Λύκειο, έμαθε καλά Αγγλικά, πήρε ένα πτυχιάκι για υπολογιστές, άλλο ενα «μηχανικού», διέπρεψε με τα σκίτσα του και τα κείμενά του στο περιοδικό που έξέδιδαν οι ΜΚΟ που ασχολούνταν με το πρότυπο αυτό (και χρηματοδοτούμενο απ΄αυθείας απο την ΕΕ) Σωφρονιστικό κατάστημα. Ηταν το καλύτερο παιδί, σωστός, μελετηρός, ευγενικός, μετανοιωμένος – τόσο που τρίβαμε όλοι τα μάτια μας. Η «ΑΡΣΙΣ» και η «ΕΠΑΝΟΔΟΣ», ΜΚΟ που ενδιαφέρθηκαν πολύ για την περίπτωσή του τον βοήθησαν όσο δε λέγεται. Η Δήμητρα, δικηγόρος, και ο Νίκος, Ψυχίατρος, δώσανε με την ψυχή τους ώρες και ώρες και μέρες και βδομάδες, επι πέντε χρόνια, «υποστήριξης» και αγάπης στον Γ. Και με την δική τους νομική υποστήριξη αποφυλακίστηκε με όρους πρίν δύο σχεδόν μήνες.

 

Απο εκεί και πέρα άρχισε η Νέα Κόλαση. Στην αρχή τον βάλανε σ΄ένα ξενοδοχείο των 18 ευρώ στην Βερανζέρου τέρμα, όπου βρέθηκε περικυκλωμένος απο την πρώτη κιόλας νύχτα απο μετανάστες, τζάνκια, παλιούς του γνώριμους απο τις «δραστηριότητες» της, εμφυτης δυστυχώς, παραβατικότητάς του. Η απόφαση του δικαστηρίου που λόγω πολύ καλής διαγωγής και διπλών μεροκάματων (για όσους εργάζονται μέσα στη φυλακή ή πάνε σχολείο κ.λ.π, η κάθε μέρα της ποινής τους μετράει για δύο), τον άφησε ελέυθερο «υπο όρους», δεν του επιτρέπει να ταξιδέψει. Ο γέρος πατέρας του, μετά απο 60 χρόνια σκληρής δουλειάς είχε αποκτήσει τρία διαμερίσματα στην Αλεξάνδρεια, και τα άφησε όλα στον Γιώργο – υπο τον όρο να περιέλθουν στην κατοχή του μόνο αφού γίνει 21. Μαζί με τα διαμερίσματα του έχει αφήσει και έναν λογαριασμό στην Τράπεζα στο όνομά του με ένα ποσόν που, σε Αιγυπτιακές Λίρες, με τούς τόκους τοσων χρόνων, φτάνει σήμερα τα 40.000 ευρώ περίπου, σχεδόν 50. Η σύνταξη του πατέρα του που εργαζότανε στο Ελληνικό Δημόσιο και εμισθοδοτείτο απο το ΥΠΕΞ, είναι πάνω απο 800 ευρώ – και τα εισπράττει η ταλαίπωρη μητέρα του που, .ομως, όπως τα παίρνει τα δίνει στην κόρη της, απο άλλον άντρα, Αιγύπτιο, την Μ. που μεγαλώνει 4 παιδιά χωρισμένη Ζούνε όλοι μαζί στο ένα απο τα τρία διαμερίσματα του Γ. και τα άλλα δύο τα νοικιάζουνε. Σημειώνω για όποιον δεν έχει βαρεθεί ακόμα να διαβάζει οτι 800 ευρώ στην Αλεξάνδρεια είναι χοντρα-χοντρά το αντίστοιχο ενός εισοδήματος 8.000 ευρώ για την Ελλάδα.

 

Ο 24χρονος σήμερα παραβατικός μου φίλος, ο γυιός του Ι.Λ και της Κόπτισσας ψυχασθενούς (παίρνει πολλά χάπια και είναι σε συνεχή καταστολή), αν δεν είχε αυτή την «απαγόρευση εξόδου», θα μπορούσε να πάει σπίτι του σήμερα το βράδυ κιόλας, να βρεί φαγητό μαγειρεμένο, πλυντήριο, ρούχα καθαρά, μιαν αγκαλιά που, όσα χάπια κι΄αν παίρνει δεν παύει να είναι η αγκαλιά της μάννας του – και με δυό πολύ απλές γραφειοκρατικές διαδικασίες, σε μιά βδομάδα, να είναι νόμιμα πιά ο μοναδικός ιδιοκτήτης των τριών σχετικά κεντρικών και καθόλου «ασήμαντων» σε αξία διαμερισμάτων για τα οποιά δούλεψε μια ζωή ο πατέρας του σκάβοντας λάκκους και ξεθάβοντας κρανία και κόκκαλα. Θα μπορούσε ακόμα σε δυό’τρείς μέρες να έχει πρόσβαση στα λεφτα που του άφησε ο πατέρας του και που δεν είναι καθόλου λίγα – ειδικά για την Αιγυπτο όπου μια μέση οικογένεια με δυό παιδιά ζεί «καλά», επιβιώνει δηλαδή εξιοπρεπέστατα, με το αστίστοιχο 200 δικών μας ευρώ τον μήνα.

 

Αλλά έχει «απαγόρευση εξόδου» και γυρνάει, πτωχός και πένης, γύρω απο την Ομόνοια και περιμένει απο μένα 100 ή 150 ευρουλάκια την εβδομάδα – τα οποία και εγω δεν τα εχω, τα δανείζομαι πιά και τα χρωστάω. Απ΄αυτά πρέπει να δίνει 18Χ7 ευρώ τη βδομάδα στο αθλιο ξενοδοχείο, αλλά κάτι του δίνει και ο ΟΑΕΔ, κάτι η ΑΡΣΙΣ, κάτι «εκπτώσεις» του κάνουνε άμα τον βλέπουνε να σπαρταράει απελπισμένος – και κάπως «τη βγάζει». Δεν ξέρω τι τρώει, είχε κάτι κουπόνια για τα συσίτια του Δήμου αλλά δεν του δίνουν πιά άλλα. Δεν ξέρω τι κάνει, δεν ξέρω πως ζεί, δεν ξέρω (το χειρότερο) πόση πίκρα μαζεύει και ποιός θα την πληρώσει κάποια στιγμή μαζεμένη. Η Εκκλησία δεν ενδιαφέρεται. Η διαλλυμένη «πολιτεία» μας, αυτή η κοινωνία με τον καστεστραμμένο ιστό, κάτι κάνει – η εκκλησία ασχολείται με υψηλότερης πνοής έργα, δεν της πολυαρέσουνε οι «παραβατικοί» που μπορεί να κάνουνε πάλι καμμιά ζημιά. Τελευταία μας ελπίδα με την Δήμητρα, τον Νίκο και άλλη μια δικηγόρο την Μαρία (όλοι αυτοί – και όσοι τους στηρίζουνε – βοηθάνε βέβαια χωρίς να πληρώνονται ούτε ενα ευρώ), είναι να γίνει δεκτό το αίτημά μας να επιτραπεί στον Γιώργο ένα έστω μόνο ταξίδι στην Αλεξάνδρεια συγκεκριμένα, όπου και θα παρουσιάζεται κάθε μήνα, αντι στο Τμήμα Ομονοίας, στο Ελληνικό Προξενείο που θα ενημερώνει τις εδω αρχές με ένα φάξ ή ένα μέηλ.

Κάθησα και τα έγραψα όλα αυτά εδω στο protagon.gr με την ελπίδα πως κάποιος θα βρεθεί να το διαβάσει αυτό το κείμενο, δικαστικός, δικηγόρος, ΜΚΟ, ιερέας, φιλάνθρωπος, άνθρωπος με επιρροή και εξουσία – κάποιος τελοσπάντων που θα βοηθήσει τον χιλιοταλαιπωρήμένο Γ. να επιστρέψει στην Αλεξάνδρεια, να πάρει μιαν ανάσα κάτω απο τη δική του στέγη, να φάει καλά, να κοιμηθεί καλά, να νοιώσει ένα χάδι, το δάκρυ της μάννας του – και να πάρει στα χέρια την μικρή αυτή περιουσία που του έχει αφήσει ο πατέρας του. Και όχι μόνο γι΄αυτό : Για να την διαβάσετε και κάποιοι απο σας και να ξανασκεφτείτε οτι οι περισσότεροι απο μάς κουβαλάμε μεγάλα φορτία, αλλά λίγο αν θελήσει ο συνάνθρωπος να βοηθήσει, αλαφραίνει το φορτίο θαυματουργικά σχεδόν και λύνονται όλα τα προβλήματα.

Λίγο να ενεργοποιηθεί η αγάπη – δεν είναι τίποτα: Μια άδεια για ένα ταξίδι, ένα εισητήριο αεροπορικό, μία ώρα πτήση. Και όλα λύνονται. Φτάνει κάπιος μέσα σε όλους αυτούς τούς «μηχανισμούς» να καταλάβει το πρόβλημα και να θελήσει να το εξαφανίσει, να μείνει φορτωμένη η ανθρωπότητα με ένα, έστω, προβληματάκι λίγοτερο.