Ενα νησί μέσα στην πόλη, μέσα στη βουή, στη βιασύνη, στη φωνασκία και στη ματαιοδοξία των άλλων. Ενα νησί απάγγειο ήμερο αλλά και επί τούτου αισθαντικά σαρκαστικό. Ναι, ένα νησί, μόνο αλλά ευεπίφορο πάντα προς εξερεύνηση, εκεί στη μέση των Εξαρχείων ή της πλατείας Κυψέλης -θα δυσκολευτείς μάλλον να το βρεις: το Αρλετονήσι.
Η Αργυρώ Νικολέτα Τσάπρα το δήλωσε δημόσια και κατηγορηματικά από το 1991 στον δίσκο «Ασε τα κρυφά κρυμμένα» πως ένα νησί ήταν, μη σας πω μια χώρα, μια επικράτεια ολόκληρη από μόνη της. Με δικούς της νόμους και ήθη, με βλέμμα ξεχωριστό και προσωπικό σύνταγμα απαραβίαστο, μακριά από μόδες, στυλ και επιταγές. Ενας τόπος, ένα σύμπαν ολόκληρο, που η ταπαιρνιστική πιάτσα έκανε πως δεν το έβλεπε, πως δεν υπήρχε—ποιος ν’ αντέξει εξάλλου την αποστασιοποίηση, τους σκληρούς αλλά δίκαιους νόμους και το σαρκασμό…
Είχε ίσκιους δροσερούς υψηλής κι αδιαπραγμάτευτης αισθητικής και αύρες προσήλωσης το Αρλετονήσι. Είχε ανέμους χαμηλόφωνους με το ασήκωτο βάρος του κλεισίματος του ματιού αλλά και όρμους φυσικούς μιας μη αγοραίας ευαισθησίας. Κι είχε γενναιοδωρία και πόρτα ανοιχτή αυτό το περίεργο νησί μέσα στην πόλη.
Για περίπου τριάντα βράδια το μακρινό 1995 είχα την τύχη να σταθώ εκεί, στη σκηνή του θρυλικού ΖΟΥΜ του Γιάννη Χρονόπουλου στην Πλάκα, πλάι στην Αρλέτα και στο νησί της. Με συνεργάτες και συμμέτοχους όπως η Σωτηρία Λεονάρδου, ο Γιάννης Ιωάννου, ο Ηλίας Κατελάνος, ο Μιχάλης Ορφανίδης, ο Νίκος Κρέτσης, ο πρόωρα εκλιπών Γιάννης Βασσάλος και ο Ντίνος Αποστόλου.
Οι πρόβες στο σπίτι της εκδρομή στο νησί ήταν και μέχρι ρεμπέτικα εκτός προγράμματος έρχονταν να μας ταξιδέψουν. Το χιούμορ κι ο αυτοσαρκασμός, φυσικά σαν ανάσα κι όταν της έλεγα πόσο είχε επηρεάσει σα γυναικεία φινέτσα την αισθητική των Ελληνίδων της γενιάς της, μ’ έστελνε στον οφθαλμίατρο. Μέχρι και το Ντούο Φράντζα, εμείς οι ευρυμέτωποι, στήσαμε με τον Ντίνο για τον κλασσικό πια Λύκο της.
Ενα παράξενο νησί, εκεί μέσα στην πόλη των άλλων ήταν το Αρλετονήσι. Θα δυσκολευτείς να το βρεις, δεν το έχουν χάρτες και οδηγοί ούτε GPS το βρίσκουν, κάποιοι λένε πως από χτες δεν υπάρχει. Κι όμως οι μουσικές της αύρας του καθαρά ακούγονται και θ’ ακούγονται, λιγάκι αν στήσεις αυτί και ψυχή:
«Γιατί είμαι ένα νησί μέσα στην πόλη/ Κανείς δε με γνωρίζει κι ας με ξέρουν όλοι»…