Ο Κυριάκος Μητσοτάκης στο war room - η χώρα έχει μπει σε μια άλλη εποχή, που ανατρέπει τα δεδομένα | ΓτΠ/ΠΑΠΑΜΗΤΣΟΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ/ CreativeProtagon
Απόψεις

Από τον ουκρανικό πόλεμο στις… ελληνικές εκλογές

Μπροστά στα γεγονότα της Ουκρανίας, ο χρόνος διεξαγωγής των ελληνικών εκλογών δεν θα πρέπει πια σε καμία περίπτωση να θεωρείται δεδομένος. Ο σχεδιασμός του Πρωθυπουργού για κάλπες στο τέλος της τετραετίας ήταν βασισμένος σε παραμέτρους που έχουν ήδη ανατραπεί. Aρα, ο εκλογικός αιφνιδιασμός μπορεί να συμβεί ανά πάσα στιγμή
Γιώργος Κουβαράς

Ο πόλεμος στην Ουκρανία, μαζί με τους κινδύνους και τις αβεβαιότητες που συνεπάγεται, επηρεάζει και το πολιτικό τοπίο στη χώρα μας. Η κυβέρνηση, στην πιο δύσκολη φάση της θητείας της, βρίσκεται αντιμέτωπη με μια κρίση που η διάρκεια και η έντασή της είναι εντελώς απρόβλεπτες και εξαρτώνται από εξωγενείς παράγοντες. Η εκτόξευση του ενεργειακού κόστους και ο πληθωρισμός, που αποτελούσαν ήδη πριν ξεσπάσει ο πόλεμος τον μεγάλο εφιάλτη της κυβέρνησης, δεν έχουν σοβαρές πιθανότητες να ανακοπούν τους επόμενους μήνες. Η διαχείρισή τους, όμως, δεν σχετίζεται πια μόνο με τις κυβερνητικές δυνατότητες αλλά με τις ευρύτερες γεωπολιτικές εξελίξεις.

Την ώρα, λοιπόν, που η κυβέρνηση φαίνεται να υφίσταται τη μεγαλύτερη φθορά της στις δημοσκοπήσεις, το ερώτημα είναι αν ο πόλεμος στην Ουκρανία θα μεγαλώσει αυτή τη φθορά ή αν μπορεί να την ανακόψει. Πέρα από το στερεότυπο –που έχει μεγάλη δόση αλήθειας– ότι ο λαός σε περιόδους κρίσης συσπειρώνεται γύρω από την κυβέρνηση, ας δούμε πώς αυτή η κρίση, που έρχεται αμέσως μετά την πανδημία και κανένας δεν μπορεί να προβλέψει την εξέλιξή της, δημιουργεί νέα πολιτικά δεδομένα.

Ο Μητσοτάκης έχει την ευκαιρία να εμφανιστεί ξανά ως ο ηγέτης ενός φιλοδυτικού μετώπου, καθώς το ζήτημα της Ουκρανίας αποκτά αξιακά, «ταυτοτικά» χαρακτηριστικά, άμεσα σχετιζόμενα με τη δημοκρατία, τον σεβασμό των δικαιωμάτων, των διεθνών συνθηκών και του προσανατολισμού της χώρας. Η καθαρή στάση του ενάντια στη ρωσική εισβολή δεν αφήνει περιθώρια για εσωτερικές παραφωνίες στη ΝΔ, που θα ήταν μάλλον αναμενόμενες από ένα μέρος της, το οποίο παραδοσιακά –συνεπικουρούμενο από κύκλους της Εκκλησίας– βλέπει θετικά τις κινήσεις της Μόσχας για την ανάκτηση μέρους της επιρροής που είχε κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου.

Ηδη, η απόφασή του Πρωθυπουργού να στείλει στην Ουκρανία δυο C-130 με αμυντικό εξοπλισμό εξέπεμψε με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο το μήνυμα του «Ανήκουμε στη Δύση», το οποίο τον βοηθά να επαναφέρει μια διαχωριστική γραμμή που κινδύνευε το τελευταίο διάστημα να ξεχαστεί ή να χαθεί μέσα στον πόλεμο της προεκλογικής προπαγάνδας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, για να γίνει αντιληπτό πόσο διακριτή καθίσταται τώρα, με αφορμή τον πόλεμο στη Ουκρανία, αυτή η διαχωριστική γραμμή: Εσχάτως, από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ λεγόταν ευθέως και από την πλευρά του ΚΙΝΑΛ ψιθυριζόταν ενίοτε, ότι αν ο Μητσοτάκης χρειαστεί κυβερνητικό εταίρο λόγω μη αυτοδυναμίας, «δεν πρέπει να ανησυχεί, έχει τον Βελόπουλο». Για τους… ψαγμένους, το σενάριο αυτό ήταν εξ αρχής ανυπόστατο, τώρα όμως καθίσταται και επισήμως αναξιόπιστο. Γιατί, ποιος μπορεί στα σοβαρά να υποστηρίξει ότι ο Μητσοτάκης, που εξαρχής πήρε καθαρά θέση κατά της Ρωσίας, θα συγκυβερνούσε με τον Βελόπουλο, που δήλωσε ότι πρέπει «να μην έχουμε καμία εμπλοκή σε αυτήν την ιστορία» και ότι «ο επιτήδειος ουδέτερος κερδίζει συνήθως πιο πολλά από τον χρήσιμο ηλίθιο»;

Πώς κινείται ο Τσίπρας

Η χάραξη της διαχωριστικής γραμμής από την πλευρά του Μητσοτάκη, με αφορμή την Ουκρανία, θα ήταν πιο δύσκολη, αν ο ΣΥΡΙΖΑ δεν τον διευκόλυνε με τη στάση του. Πώς αντέδρασε το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης στην αποστολή των δύο C-130 με το αμυντικό υλικό; Με τη δήλωση του αρμόδιου τομεάρχη του, Γιώργου Κατρούγκαλου, ότι αν ο ΣΥΡΙΖΑ βρισκόταν στην κυβέρνηση δεν θα έστελνε στρατιωτική αλλά μόνο ανθρωπιστική βοήθεια.

Σε αντίθεση με τον Μητσοτάκη, που αξιοποιεί τη νέα κρίση για να «καθαρίσει» το δικό του πολιτικό μέτωπο, ο Τσίπρας επιχειρεί να «συνθέσει» το δικό του με δυνάμεις που δεν έχουν και τόση σχέση μεταξύ τους. Από τη μία οι παραδοσιακοί αριστεροί που θέλουν μόνο ανθρωπιστική και όχι στρατιωτική βοήθεια (ούτε καν όταν γίνεται πόλεμος!) κι από την άλλη οι φιλορώσοι του «λαϊκού μετώπου» που φτιάχνει ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ κατά του Μητσοτάκη. Ποιοι μπορεί να είναι αυτοί; Οι δυσαρεστημένοι της Δεξιάς, ο παλιός του φίλος και κυβερνητικός εταίρος Πάνος Καμμένος που κάνει like στον ρώσο πρεσβευτή ο οποίος ζητάει τα ρέστα από την ελληνική κυβέρνηση γιατί η Βουλή ντύθηκε στα χρώματα της Ουκρανίας και, από κοντά, διάφοροι «ψεκασμένοι», προς τους οποίους πάντα ο ΣΥΡΙΖΑ δείχνει μια σχετική… κατανόηση. Πόσο τυχαίο μπορεί να είναι ότι ο Παύλος Πολάκης, που έκλεινε το μάτι για πολύ καιρό στους αντιεμβολιαστές, ήταν τώρα αυτός που επιτέθηκε προσωπικά στον Μητσοτάκη για την αποστολή στρατιωτικού υλικού στην Ουκρανία;

Ο εγκλωβισμός του ΚΙΝΑΛ

Εάν, όμως, η διαχωριστική γραμμή τού «Ανήκουμε στη Δύση» επιστρέφει και ευνοεί τον Μητσοτάκη να φτιάξει το δικό του πολιτικό μέτωπο έναντι του Τσίπρα, υπάρχει κι άλλη μια συνέπεια από τον πόλεμο στην Ουκρανία που του δίνει τη δυνατότητα να συγκρατήσει τις όποιες απώλειες της ΝΔ έναντι του ΚΙΝΑΛ καταγράφονται στα γκάλοπ του τελευταίου διμήνου. Η κυβερνητική εμπειρία και η σταθερότητα επανέρχονται τώρα στο προσκήνιο, λόγω γεωπολιτικών εξελίξεων, ως βασικές προτεραιότητες και είναι λογικό να επηρεάσουν την ψήφο στις εκλογές.

Το ΚΙΝΑΛ, υπό τον Νίκο Ανδρουλάκη, ακολουθεί μια στρατηγική πλήρους ανανέωσης, χωρίς κριτήρια κυβερνητικής ή άλλης εμπειρίας, στρατηγική που ίσως θα μπορούσε να αποβεί αποτελεσματική σε συνθήκες σταθερότητας, μοιάζει όμως αδύναμη υπό τις σημερινές, δύσκολες συνθήκες. Πρώην υπουργοί και πολιτικά στελέχη που έχουν γράψει πολλά χιλιόμετρα θα ήταν ίσως πιο πειστικά και χρήσιμα τώρα στην πρώτη γραμμή του ΚΙΝΑΛ, ο πολιτικός σχεδιασμός του Ανδρουλάκη, όμως, κινείται μάλλον προς την αντίθετη κατεύθυνση. Ετσι, ο Μητσοτάκης έχει τη δυνατότητα να εμφανίζεται με μεγαλύτερη ευκολία ως ο πιο κατάλληλος διαχειριστής της κρίσης, παρά το γεγονός ότι αρκετοί τού αποδίδουν ευθύνες για λάθη και παραλείψεις στη διαχείριση προηγούμενων κρίσεων.

Τελευταίο αλλά όχι έσχατο στοιχείο, που προκύπτει ως πιθανό ενδεχόμενο λόγω της κρίσης: ο χρόνος διεξαγωγής των εκλογών δεν θα πρέπει πια σε καμία περίπτωση να θεωρείται δεδομένος. Ο σχεδιασμός του Πρωθυπουργού για εκλογές στο τέλος της τετραετίας ήταν βασισμένος σε δεδομένα που έχουν ήδη ανατραπεί. Αρα, ο εκλογικός αιφνιδιασμός μπορεί να συμβεί ανά πάσα στιγμή!