«Τίποτα δεν είναι ιερό. Ούτε οι ίδιες σας οι μητέρες, ούτε οι εβραίοι μάρτυρες, ούτε οι άνθρωποι που πεθαίνουν από πείνα. Γέλα απέναντι σε όλα, άγρια, πικρά, για να εξορκίσεις τα αρχαία τέρατα».
Είναι το αξίωμα του Μισέλ Καβανά, σατιρικού συγγραφέα, εκδότη εφημερίδων και συνδημιουργού του Hara-Kiri και του Charlie Hebdo, για τη σάτιρα. Στη λογική ότι από τη στιγμή που κάτι γίνει, υπόκειται σε κρίση και χωρίς κρίση δεν μπορεί να υπάρχει ο πολιτισμός της λογικής. Οτι ο άνθρωπος, για να απελευθερωθεί, πρέπει να θέσει τα πάντα υπό κρίση πάνω από τις αναστολές και τα συναισθήματά του. Και αφού γελοιοποιήσει και απαξιώσει το παλιό, να δημιουργήσει νέες αξίες. Οι οποίες με τη σειρά τους, όταν καθιερωθούν, θα έχουν τη μοίρα των προηγούμενων.
Προφανώς το αξίωμα Καβανά αφορά –εάν αφορά κάποια χώρα– τη Γαλλία. Αναφέρεται σε μία χώρα όπου εάν η Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών ανέβαζε εικόνες του Ζακ ή των θυμάτων της Marfin στην πρόσοψή της, θα τους είχε προσθέσει μουστάκια. Και φυσικά όχι στην ελληνική κοινωνία, όπου τέτοια σάτιρα θα ήταν αδιανόητη. Κάτι που ακράδαντα πιστεύω. Οπως και πιστεύω ότι οι μισοί από τους αναγνώστες αναρωτιούνται αν έπρεπε να γίνει αναφορά στον Ζακ και στα θύματα της Marfin. Και αν έγινε, γιατί μπήκαν σε αυτή τη σειρά;
Δεν ξέρω αν μια ζωή με το αξίωμα Καβανά θα αντεχόταν, αλλά στην Ελλάδα δεν χρειάζεται να μας απασχολεί. Στην Ελλάδα χρειαζόμαστε ιερά, άβατα, αρχαία τέρατα, θεούς, ήρωες και ημιθέους, που κανένας δεν πρέπει να αμφισβητεί. Τουλάχιστον αν δεν θέλει να αμφισβητήσουν τους δικούς του. Μετά τον σάλο που είχε προκαλέσει το κείμενο περί μάνας Καραϊσκάκη στο site της «Επιτροπής 2021», ο Κωνσταντίνος Μπογδάνος είχε πει: «Δεν έχουμε την πολυτέλεια να διχάσουμε… Δεν άνοιξε κανένα θέμα για τον Λαμπράκη… Οι Έλληνες θέλουν Κολοκοτρώνη, Καραϊσκάκη και Ιησού Χριστό». Διαμορφώνεται έτσι το αξίωμα Μπογδάνου: «Μη μου πειράξεις τον Χριστό μου και δεν θα σου πειράξω τον Λαμπράκη σου». Ενα καλό κομπρομί, αλλά κακή φωταγώγηση δημοσίων κτιρίων.
Στην Ελλάδα τα όσια και ιερά μπορούν να κοιμούνται ήσυχα. Οταν ένας φίλος του Τατσόπουλου είχε γράψει για αστείο στο facebook ότι στον ΣΚΑΪ, στην εκπομπή για το ’21 που κάνουν, θα πουν ότι ο Κολοκοτρώνης είχε τούρκο γκόμενο και εκείνος απάντησε «ήταν αρραβωνιασμένοι» έγινε χαλασμός. Μέχρι και τους διπλανούς του στην εκπομπή είχε πάρει η μπάλα, ανάμεσά τους και τον καθηγητή Iστορίας Θάνο Βερέμη, που υποτίθεται ότι έλεγε ότι με τους Τούρκους τα περνάγαμε ωραία. Το Charlie Hebdo, όχι μόνο θα το έλεγε, αλλά και θα το σχεδίαζε, με τον Κολοκοτρώνη να φοράει ζαρτιέρες.
Αντέχει η ελληνική κοινωνία ένα Charlie Hebdo; Οχι. Φωνάζουμε, λοιπόν, για μια α λα καρτ ελευθερία του λόγου; Φυσικά. Ο λόγος, εκτός από τις φαντασιώσεις του Ντε Σαντ, δεν γίνεται να είναι απόλυτα ελεύθερος. Ιδιαίτερα σήμερα, που βλέπω τον Ντε Σαντ να ξαναγράφεται στο πλαίσιο του politically correct. Εχουμε όμως φτάσει στο σημείο όπου το εκκρεμές της ευρωπαϊκής ανοχής έφτασε στο apex του, με τον Μακρόν να αντιλαμβάνεται ότι η ισλαμική βία οδηγεί στην αυτολογοκρισία. Η προβολή, από την περιφέρεια της Οξιτανίας, σκίτσων του Charlie Hebdo στις προσόψεις των δημοσίων κτιρίων ήταν ένα μήνυμα ότι οι Γάλλοι δεν θα πρέπει να φοβούνται, ότι το κράτος, που διασφαλίζει την ελευθερία της έκφρασης, αποφάσισε να κινητοποιηθεί.
Το σκίσιμο της οθόνης του «Embassy» με μαχαίρι για να μην προβληθεί «Ο τελευταίος πειρασμός» πριν από 32 χρόνια και ο αποκεφαλισμός του Σαμουέλ Πατί επειδή τόλμησε να δείξει σε μαθητές τα σκίτσα του Μωάμεθ δεν μπορούν να συγκριθούν. Το 1988, ο αγιατολάχ Χομεϊνί έβγαζε φετφά με τον οποίο επικήρυττε τον Σάλμαν Ράσντι για τη συγγραφή των «Σατανικών Στίχων». To 2005, η δανική Jyllands-Posten δημοσίευε 12 σκίτσα για τη ζωή του Μωάμεθ. Στη λογική ότι το πρόσωπο του Προφήτη δεν μπορεί να γίνεται εικόνα, δέκα μουσουλμανικά κράτη στέλνουν διαμαρτυρίες στη δανική κυβέρνηση, ενώ στον Λίβανο μια επίθεση στην πρεσβεία της Δανίας οδηγεί στη δολοφονία ενός υπαλλήλου και στον τραυματισμό άλλων. To 2015 δύο ισλαμιστές τρομοκράτες σκοτώνουν 12 εργαζόμενους στο Charlie Hebdo για σκίτσα που του Μωάμεθ.
Η Ευρώπη δεν αγωνίζεται για μια αφηρημένη έννοια που ονομάζεται ελευθερία λόγου. Δεν αγωνίζεται για μία σάτιρα στην οποία ο κόσμος θα γελάει με τους ανθρώπους που πεθαίνουν από πείνα και τους εβραίους μάρτυρες, αφού είναι μια μορφή έκφρασης που η κοινωνία δεν θα αντέξει. Αγωνίζεται για την ελευθερία λόγου που τηρούν το κράτος και οι θεσμοί και όχι κάποιος ισλαμιστής τρομοκράτης ή έξαλλος χρυσαυγίτης, που με τον τρόμο θέλει να επιβάλει τη λογοκρισία του.