Στη συζήτηση για την αναθεώρηση του Συντάγματος, ο κυβερνητικός συνασπισμός προτείνει μεταξύ άλλων και την αναθεώρηση των προϋποθέσεων για τη διενέργεια δημοψηφίσματος. Αν μία πρόταση συγκεντρώσει 500.000 υπογραφές τότε η κυβέρνηση πρέπει να οργανώσει δημοψήφισμα. Οι 500.000 υπογραφές αντιστοιχούν σε λιγότερο από το 5% του εκλογικού σώματος.
Αυτό αν και φαίνεται δύσκολο, σε ορισμένες περιπτώσεις και ειδικά μέσα σε ένα κλίμα πόλωσης, είναι δυνατόν. Να μην ξεχνάμε την περίπτωση της αναγραφής του θρησκεύματος στις ταυτότητες που συγκέντρωσε ένα εκατ. υπογραφές. Το Μακεδονικό θα μπορούσε κάλλιστα να γίνει ένα άλλο θέμα δημοψηφίσματος. Τα μνημόνια (στην προηγούμενη κυβέρνηση) θα συγκέντρωναν εύκολα τις απαιτούμενες υπογραφές.
Το δημοψήφισμα είναι στην ουσία μία παγίδα. Τα πρόσφατα δημοψηφίσματα που έγιναν στην Ευρώπη έδειξαν ότι οι ψηφοφόροι ψηφίζουν για διάφορα άλλα θέματα εκτός από την ερώτηση που τους τίθεται. Έτσι αν η κυβέρνηση είναι αντιπαθής είναι μια ευκαιρία να εκφράσουμε αυτήν την αντιπάθεια ψηφίζοντας εναντίον της κυβερνητικής πρότασης.
Η συμμετοχή μας στην ΕΕ έχει καταγγελθεί από διάφορα κόμματα τόσο της Αριστεράς όσο και της Ακρας Δεξιάς. Στις τελευταίες εκλογές τα σαφώς αντιευρωπαϊκά κόμματα (ΚΚΕ, ΧΑ, ΛΑΕ) συγκέντρωσαν περισσότερες από 1 εκατομμύριο ψήφους. Αποτελεί αυτό μια δυνητική δεξαμενή για τις 500.000 υπογραφές.
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο χρησιμοποιώντας το Ευρωβαρόμετρο έκανε μια πρόσφατη έρευνα (Σεπτέμβριος 2018) θέτοντας στους συμμετέχοντες το ερώτημα: «Αν αύριο γινόταν δημοψήφισμα με θέμα την συμμετοχή της χώρας σας στην ΕΕ, θα ψηφίζατε υπέρ, κατά ή δεν γνωρίζετε ακόμα τι θα κάνατε».
Το 64% των ερωτηθέντων θα ψήφιζαν υπέρ της συμμετοχής και μόνο 17% υπέρ της αποχώρησης σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Σε καμία χώρα, ακόμα και στο Ηνωμένο Βασίλειο, η αποχώρηση δεν ήταν πλειοψηφική.
Για την Ελλάδα τα αποτελέσματα ήταν τα ακόλουθα: 23% υπέρ της αποχώρησης, 59% κατά της αποχώρησης και 15% δεν γνώριζαν τι θα έκαναν και το υπόλοιπο 3% είτε αρνήθηκε να απαντήσει είτε δήλωσε ότι θα απείχε. Αν και το αποτέλεσμα είναι θετικό υπολείπεται ωστόσο του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Είναι μάλιστα από τα χαμηλότερα στην ΕΕ. Δύο μόνο χώρες έχουν «υψηλότερο » ποσοστό στην αρνητική ψήφο: το Ηνωμένο Βασίλειο με 34% και η Κύπρος με 26%. Πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι οι δημοσκοπήσεις δίνουν την εικόνα της στιγμής. Η πραγματική ψηφοφορία γίνεται πάντα σε τελείως διαφορετικό κλίμα και με άλλα δεδομένα. Με άλλα λόγια το αποτέλεσμα σε ένα πραγματικό δημοψήφισμα δεν θα είναι το ίδιο γιατί θα συνδυάζεται πάντα με άλλα αληθινά ή και ψεύτικα στοιχεία. Στο Ηνωμένο Βασίλειο για παράδειγμα είναι γνωστό το σλόγκαν « στέλνουμε 350 εκατομμύρια την εβδομάδα στην Ευρώπη ενώ μπορούμε να στηρίξουμε με αυτά το ΕΣΥ ».
Ο παρακάτω πίνακας δείχνει τα αποτελέσματα σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ.
Αν εξετάσουμε τα αποτελέσματα σε σχέση με τον πολιτικό αυτοπροσδιορισμό των ερωτώμενων – πόσο αριστερός ή πόσο δεξιός σε μια κλίμακα από το 1 έως το 10 -θα παρατηρήσουμε ότι η Ελλάδα παρουσιάζει αξιοπερίεργες ιδιομορφίες.
Για την ανάλυση θα χρησιμοποιήσουμε εκτός από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, που είναι βασικό σημείο αναφοράς, και το μέσο όρο του Ηνωμένου Βασιλείου (ΗΒ) σαν ένα άλλο «αρνητικό » σημείο αναφοράς.
Στον παρακάτω πίνακα συγκρίνουμε πώς θα ψήφιζαν οι αριστεροί στην Ελλάδα, στην Ευρώπη και στο Ηνωμένο Βασίλειο. Παρατηρούμε ότι η ελληνική αριστερά είναι λιγότερο φιλοευρωπαϊκή από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο και πολύ λιγότερο από τον αντίστοιχο του Ηνωμένου Βασιλείου. Η διαφορά μεταξύ του υπέρ και του κατά για την Ελλάδα είναι 46% ενώ στην ΕΕ είναι 62% και στο ΗΒ είναι 61%.
Το ελληνικό Κέντρο είναι λιγότερο φιλοευρωπαϊκό από την ελληνική Αριστερά και από το ευρωπαϊκό Κέντρο. Οι διαφορές βέβαια δεν είναι σημαντικές. Στο ΗΒ αντιθέτως οι κεντρώοι είναι πολύ λιγότερο φιλοευρωπαίοι από τους αριστερούς. Θα περίμενε κανείς το αντίθετο με δεδομένο ότι το εργατικό κόμμα δεν έχει ξεκάθαρη θέση (εκτός από αυτή να ρίξει τη Μέι) και το Φιλελεύθερο (το οποίο και θεωρείται κεντρώο) έχει δεδηλωμένη θέση υπέρ της Ευρώπης.
Στη Δεξιά τα πράγματα για την Ελλάδα είναι ξεκάθαρα. Η φιλοευρωπαϊκή τάση είναι μεγαλύτερη από αυτή του μέσου όρου. Στη Μεγάλη Βρετανία είναι σαφώς υπέρ του Brexit.
Συμπερασματικά μπορούμε να πούμε ότι ενώ ο βρετανός αριστερός πολίτης εμφανίζεται πιο φιλοευρωπαίος από τον δεξιό, στην Ελλάδα ισχύει το ακριβώς αντίθετο.
Αν λάβουμε υπόψη ότι μόνο το 11% στην Ελλάδα εμπιστεύεται τα πολιτικά κόμματα και το 87% τα αντιμετωπίζει με δυσπιστία (δεδομένα από το τελευταίο Ευρωβαρόμετρο) τότε καταλαβαίνουμε ότι ένα δημοψήφισμα με αυτό το ερώτημα είναι αβέβαιο.
Αν δηλαδή μια δυναμική και μαχητική μειοψηφία κατάφερνε να συγκεντρώσει τον απαραίτητο αριθμό υπογραφών, το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος (παρά την πλειοψηφία που έχει καταγραφεί υπέρ της συμμετοχής της Ελλάδας στην ΕΕ) δεν θα είναι δεδομένο. Ας μην ξεχνάμε ότι σ το τελευταίο δημοψήφισμα (2005) στην Γαλλία οι δημοσκοπήσεις μόλις ένα μήνα πριν από την ψηφοφορία έδιναν το ΝΑΙ να κερδίζει με μεγάλη διαφορά. Το σοσιαλιστικό κόμμα που ήταν στην αντιπολίτευση διχάστηκε για την θέση που θα έπρεπε να κρατήσει. Τελικά επικράτησε το ΟΧΙ σταματώντας την πορεία της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Οι αναλύσεις δε που έγιναν μετά έδειξαν ότι οι Γάλλο ψήφισαν με γνώμονα όχι την Ευρώπη ή την θέση της Γαλλίας στην Ευρώπη αλλά την εσωτερική πολιτική. Πρόσφατα στην χώρα μας απορρίψαμε την πρόταση Γιούνκερ για να υιοθετήσουμε τελικά το τρίτο μνημόνιο.
Η ελληνική κοινωνία έχει ανάγκη από εξομάλυνση της πολιτικής ζωής. Το δημοψήφισμα με λαϊκή πρωτοβουλία σε ένα κλίμα γενικής απαξίωσης του πολιτικού συστήματος και των θεσμών όχι μόνο δεν ενισχύει το δημοκρατικό αίσθημα ή την συναίνεση αλλά αντίθετα ανοίγει την πόρτα στους δημαγωγούς, στον λαϊκισμό και στον διχασμό.