Είναι γεγονός! Τα σχολεία άνοιξαν και πάλι! Χωρίς να υπολογίζονται οι δύο εβδομάδες διακοπών του Πάσχα, πέρασαν 30 ολόκληρες και συνεχόμενες εβδομάδες για τα Γυμνάσια και 23 για τα Δημοτικά (μάλλον ρεκόρ σε όλη την Ευρώπη) μέχρι τα σχολεία να επανέλθουν σε μια κανονικότητα με διά ζώσης εκπαίδευση.
Πολλά θα μπορούσαν να ειπωθούν για αυτές τις ατελείωτες εβδομάδες και για τις επιπτώσεις τους στα παιδιά λαμβάνοντας υπόψη τα αυξημένα στην περίοδο του κορονοϊού κρούσματα ενδοοικογενειακής βίας, την έλλειψη κοινωνικοποίησης, τη χωρίς μέτρο χρήση οθονών και ίντερνετ και τόσα άλλα.
Ολα τα παραπάνω, σε συνδυασμό με τις υποδείξεις παιδοψυχιάτρων, ψυχολόγων και εκπαιδευτικών για το πόσο σημαντικό είναι για την ψυχική και σωματική υγεία αλλά και την εκπαίδευση του παιδιού να βρίσκεται το τελευταίο στο σχολικό του περιβάλλον (καθώς ακόμη και το χειρότερο σε υποδομή σχολείο αποτελεί όχι μόνο τον φυσικό χώρο μάθησης αλλά και καταλληλότερο από κάθε σπίτι και συχνά και ασφαλέστερο), δημιουργούν διάφορα ερωτηματικά για το κατά πόσο ήταν αναγκαίο (και μάλιστα για τόσο μεγάλο διάστημα) να κλείσουν τα σχολεία.
Ομως είναι δύσκολο να απαντηθεί και άρα μάλλον δεν έχει νόημα να αναρωτηθούμε εδώ αν θα μπορούσαν να κρατηθούν τα σχολεία σε διά ζώσης λειτουργία και παράλληλα να μην τεθεί σε κίνδυνο η προστασία της ανθρώπινης ζωής και της υγείας. Επίσης ας μην αναρωτηθούμε αν θα ήταν εφικτό κάτι τέτοιο με αυστηρή τήρηση στα σχολεία όλων των πρωτοκόλλων και όλων τα μέτρων ασφάλειας από τον κορονοϊό και με προτεραιοποίηση, και άρα νωρίτερο εμβολιασμό, όλων των εκπαιδευτικών, καθώς κάτι τέτοιο δεν έγινε.
Επίσης, μάλλον δεν έχει πια νόημα να μας απασχολεί το αν θα έπρεπε, αφού τελικά έκλεισαν τα σχολεία, να είχαν ανοίξει νωρίτερα. Μήπως θα έπρεπε να είχαν ακολουθηθεί οι συστάσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ), που κάνουν λόγο για κλείσιμο σχολείων μόνο ως έσχατη λύση και άνοιγμά τους πριν από οτιδήποτε άλλο; Ή έστω μήπως θα έπρεπε να αναζητηθούν εναλλακτικές λύσεις και να εφαρμοστούν υβριδικά μοντέλα δια ζώσης και εξ αποστάσεως εκπαίδευσης; Πάλι, αφού δεν έγινε, ας μην αναρωτηθούμε εδώ αν έπρεπε να γίνει.
Μήπως όμως έχει νόημα να αναρωτηθούμε για την τηλεκπαίδευση που γνωρίσαμε για πρώτη φορά τον Μάρτιο του 2020 και ήταν ο κανόνας στη μεγαλύτερη διάρκεια της φετινής σχολικής χρονιάς; Δεν θα ήταν χρήσιμο να υπάρχουν συμπεράσματα, διατυπωμένα από επίσημα χείλη, για το πώς λειτούργησε η τηλεκπαίδευση καθώς πιθανότατα να χρειαστεί να εφαρμοστεί ξανά στο μέλλον, ίσως με διαφορετικό τρόπο και σε άλλη κλίμακα;
Οργανώθηκε λοιπόν με τον καλύτερο τρόπο η τηλεκπαίδευση; Ήταν αποτελεσματική; Συμμετείχαν σε αυτή όλα τα παιδιά, χωρίς καμία μα καμία διάκριση, όπως επιτάσσει το δικαίωμα όλων των παιδιών στην εκπαίδευση;
Ηταν παιδαγωγικά ορθή η εφαρμογή της τηλεκπαίδευσης σε μεσημεριανές ώρες; Ή μήπως θα έπρεπε να είχε βρεθεί ο τεχνικός τρόπος ώστε να γίνεται πρωινές ώρες για όλα τα σχολεία, κάθε βαθμίδας, είτε ιδιωτικά, είτε δημόσια; Είχαν όλα τα παιδιά, αλλά και όλοι οι εκπαιδευτικοί, την κατάλληλη υλικοτεχνική υποδομή (υπολογιστή και σταθερή-γρήγορη σύνδεση στο ίντερνετ) για να συμμετέχουν απρόσκοπτα στην τηλεκπαίδευση; Πέρασαν όλοι οι εκπαιδευτικοί έγκαιρα και επιτυχώς την κατάλληλη επιμόρφωση ώστε να μπορούν να ανταπεξέλθουν στις συνθήκες και τις ανάγκες της τηλεκπαίδευσης;
Γενικά, πάρθηκαν όλα τα κατάλληλα μέτρα υποστήριξης για την όσο το δυνατόν καλύτερη συμμετοχή στην τηλεκπαίδευση όλων των παιδιών, ακόμη και αυτών με μαθησιακές ή άλλες δυσκολίες; Υπήρξε ανοιχτή επικοινωνία με εκπαιδευτικούς, γονείς αλλά και τα ίδια τα παιδιά για να βρεθούν εγκαίρως και να διορθωθούν ή έστω να βελτιωθούν τα όποια τρωτά σημεία της τηλεκπαίδευσης; Και τελικά πως αποτιμάται από όλους τους παραπάνω και φυσικά από το υπουργείο Παιδείας η τηλεκπαίδευση;
Σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες έχει ήδη αναγνωριστεί ότι η πανδημία έχει δημιουργήσει μαθησιακά κενά, έχει διογκώσει υφιστάμενες ανισότητες στον χώρο της εκπαίδευσης αλλά και ότι γενικότερα έχει πλήξει ανυπολόγιστα τις ζωές των παιδιών
Μην έχοντας ως τώρα κάποια επίσημη πληροφόρηση σχετικά με τα παραπάνω, το Δίκτυο για τα Δικαιώματα του Παιδιού (Δίκτυο) επιχειρεί να βρει απαντήσεις απευθύνοντας σχετικό με την τηλεκπαίδευση ερωτηματολόγιο σε εκπαιδευτικούς, γονείς και υπεύθυνους δομών φιλοξενίας παιδιών-προσφύγων (τα οποία δυστυχώς συχνά λησμονείται ότι έχουν και αυτά δικαίωμα στην εκπαίδευση). Σκοπός του Δικτύου είναι με τα συγκεκριμένα ερωτηματολόγια να βοηθήσει στην κάλυψη τυχόν μαθησιακών κενών που δημιουργήθηκαν στα παιδιά στη διάρκεια της τηλεκπαίδευσης. (Τα ερωτηματολόγια είναι διαθέσιμα στους εξής συνδέσμους: αξιολόγηση της τηλεκπαίδευσης από τους εκπαιδευτικούς, αξιολόγηση της τηλεκπαίδευσης από τους γονείς, αξιολόγηση της τηλεκπαίδευσης από τις δομές).
Προφανώς η παραπάνω προσπάθεια του Δικτύου δεν μπορεί να καλύψει όλη την επικράτεια και μαζί την ανάγκη για πανελλαδικά στοιχεία και συμπεράσματα. Αυτό αποτελεί αρμοδιότητα και ευθύνη του υπουργείου Παιδείας, το οποίο με βάση αυτά θα πρέπει να παρουσιάσει ένα συνολικό σχέδιο για την εκπαίδευση στην μετά-covid εποχή που μπαίνουμε τώρα. Σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες έχει ήδη αναγνωριστεί ότι η πανδημία έχει δημιουργήσει μαθησιακά κενά, έχει διογκώσει υφιστάμενες ανισότητες στον χώρο της εκπαίδευσης αλλά και ότι γενικότερα έχει πλήξει ανυπολόγιστα τις ζωές των παιδιών και ήδη καταστρώνονται ειδικά σχέδια, που θα λειτουργήσουν σε βάθος χρόνου. Εδώ, εκτός από την ολιγοήμερη παράταση της φετινής (χαμένης) σχολικής χρονιάς και την ενδεχόμενη νωρίτερη έναρξη της επόμενης, υπάρχει κάτι άλλο;
Επιπλέον, πέρα από τον όποιο σχεδιασμό του υπουργείου Παιδείας για την κάλυψη των μαθησιακών κενών δεν θα έπρεπε γενικότερα ως χώρα, που μονίμως διατυμπανίζει ότι «τα παιδιά είναι το μέλλον», να υπάρχει ήδη ένα σχέδιο για όλα τα παιδιά, που θα στοχεύει να επουλώσει όλες τις πληγές που δημιούργησε η πανδημία;
Αυτές τις πληγές των παιδιών, αναλογιζόμαστε ότι θα τις βρούμε μπροστά μας στο προσεχές μέλλον; Και αν το αναλογιζόμαστε, δεν θα έπρεπε να έχουμε απαιτήσει το παραπάνω σχέδιο τουλάχιστον με την ίδια ζέση που θέλαμε μέτρα και λύσεις για να επανέλθουν σε μια κανονικότητα οι μετακινήσεις, η εστίαση, το λιανεμπόριο και τόσα άλλα;
Η κανονικότητα και ευημερία των παιδιών μάς ενδιαφέρει; Να ένα ερώτημα που πρέπει να θέσουμε.
* Ο Πάνος Χριστοδούλου είναι συγγραφέας και διευθυντής του Δικτύου για τα Δικαιώματα του Παιδιού