Ποτέ δεν πίστευα πως οι άνθρωποι έχουν ημερομηνία λήξης. Νόμιζα πως όσο μεγαλώνουν ομορφαίνουν, όσα νιάτα τους τρώει ο χρόνος, τα δίνει σε σοφία. Όσο περνούν όμως τα χρόνια έρχεσαι και μου κουνάς επιδεικτικά το δάχτυλο σαν να με μαλώνεις και να μου υπενθυμίζεις με κάθε τρόπο, πως οι γυναίκες έχουν ημερομηνία λήξης. Στα 30, στα 40 λήγουν και γίνονται ξινές, χάνουν το τρένο, μένουν μονάχες, μαγκούφες, άκληρες, αστεφάνωτες. «Γεροντοκόρες». Βρίσκονται στο και 5΄ και όχι στο παρά 5΄.
Σκληρές οι αλήθειες σου, μα είναι δικές σου. Ήρθε ο καιρός να ακούσεις όμως και άλλες. Κοινωνία είσαι η πιο μεγάλη γεροντοκόρη. Παράξενη και σκληρή. Νομίζεις πως στο άκουσμα «γεροντοκόρη» θα γινόμουν στο κάθε μυαλό εικόνα, εκείνη της απόμακρης με τον σφιχτό αυστηρό κότσο, το πουκάμισο το κλειστό και τη φούστα ως το γόνατο. Αποθηκευμένη στο υποσυνείδητο για αιώνες, σαν ασπρόμαυρη φωτογραφία.
Μάθε λοιπόν, πως οι σημερινές γεροντοκόρες θυσίασαν χρόνια για να γίνουν πολύτιμες και να μην κοστολογούνται. Δε δίνουν δεκάρα για προίκα, βάζουν υποθήκη τον εαυτό τους. Μονάχες γιατί δε βρήκαν άνθρωπο, «Άνθρωπο» που έλεγε και η γιαγιά μου. Ίσως κατ’επιλογή, ίσως κατ’ανάγκη. Κατάντια είπες. Κατάντια είναι το βόλεμα και ο συμβιβασμός. Μα που πήγε μωρέ ο έρωτας; Όταν ένας από τους δυο δεν νιώθει, είναι δύο οι δυστυχισμένοι. Πιο έντιμο να είναι μοναχά ο ένας.
Γεροντοκόρες. Φοράνε ρολόγια και ας πάει και 10΄. Τι και αν δεν ήταν από τις τυχερές που βρήκαν χέρι για να σφίξουν; Μάθε πως το τρένο το χάνουν, γιατί προτίμησαν να πάνε με τα πόδια. Γιατί περίμεναν το κατάλληλο δρομολόγιο, αυτό το μεταμεσονύκτιο που χτυπά στο πρόσωπο το ξημέρωμα μέχρι να το φεγγίσει ολόκληρο. Κάθε πράγμα στον καιρό του και ο κολιός τον Αύγουστο μου λες και μου ξαναλές. Πάψε! Γεμάτες να είναι και ας χαίρονται τους υπόλοιπους μήνες του χρόνου. Χωρίς κολιό και Αύγουστο.
Γεροντοκόρες. Σου βάζουν τα γυαλιά στις τυφλές σου διακρίσεις. Σε βάζουν στη θέση σου. Και αν ποτέ στεναχωριούνται και απελπίζονται, είναι γιατί όλοι οι άνθρωποι το κάνουν. Άλλοτε γκρινιάζουν και άλλοτε όχι, δε μετανιώνουν και δεν απολογούνται. Οι επιλογές μας ορίζουν τη μοίρα μας. Ποια είσαι; Εγώ, εσύ, αυτός, αυτή.
Άσε μωρέ τους ανθρώπους να ζήσουν, όπως το επιθυμούν. Μην τους κρίνεις.
Κοινωνία λύσε λίγο τον σφιχτό σου κότσο και τίναξε τα μαλλιά σου, ίσως έτσι ομορφύνεις λιγάκι και γλυκαίνεις.