Αναγνώστες

Ο Πύρρος, η Αυγή και το σύνδρομο του ζεν πρεμιέ

Θυμάμαι πολύ χαρακτηριστικά, κάπου στο 2012 σε μια γνωστή τηλεοπτική εκπομπή μια παρέα γνωστών, στο ευρύ κοινό, καλλιτεχνών να παίρνει θέση για την οικονομικοπολιτική κρίση της χώρας. Το κλίμα ήταν ιδιαίτερα εύθυμο, παρά το δυσάρεστο του θέματος, και τα συμπεράσματα της κουβέντας δεν διέφεραν καθόλου από τα πολιτικά κλισέ της εποχής, ότι δηλαδή τα μνημόνια […]
Tο δικό σας Protagon

Θυμάμαι πολύ χαρακτηριστικά, κάπου στο 2012 σε μια γνωστή τηλεοπτική εκπομπή μια παρέα γνωστών, στο ευρύ κοινό, καλλιτεχνών να παίρνει θέση για την οικονομικοπολιτική κρίση της χώρας. Το κλίμα ήταν ιδιαίτερα εύθυμο, παρά το δυσάρεστο του θέματος, και τα συμπεράσματα της κουβέντας δεν διέφεραν καθόλου από τα πολιτικά κλισέ της εποχής, ότι δηλαδή τα μνημόνια έφεραν την κρίση και άρα είναι κακά, ότι οι πολιτικοί είναι κακοί, ότι οι ευρωπαίοι εταίροι είναι κακοί, ενώ ανά διαστήματα δεν παρέλειπαν, μεταξύ σοβαρού και αστείου, να μουτζώνουν προς την κατεύθυνση της ελληνικής βουλής μιμούμενοι τη χαρακτηριστική σκηνή της γνωστής ταινίας «Μαύρο στον Μαυρογιαλόυρο».

Αυτό ήταν και είναι, λίγο ή πολύ, η άποψη και η προσφορά των «μη πολιτικών (με την έννοια ότι δεν διεκδίκησαν ποτέ πολιτικό αξίωμα) προσώπων», στον δημόσιο διάλογο. Γενικεύσεις, αοριστολογίες, υπεραπλουστεύσεις, συνωμοσιολογίες, αλλά πάντα, μα πάντα σε ευθεία γραμμή με το θυμικό του φαν κλαμπ τους. Κανείς άλλωστε δε θα ρίσκαρε να θέσει σε κίνδυνο τη δημοτικότητά του για κάτι που φαινόταν ότι δεν κατείχε, υπερασπιζόμενος μια αντιδημοφιλή πολιτική άποψη. Κανείς τουλάχιστον απ’ αυτούς που είδαμε τα χρόνια της κρίσης να περιφέρονται στις τηλεοράσεις. Στην καλύτερη δε περίπτωση, αν διαφωνούσαν με την κρατούσα στην κοινωνία άποψη, επέλεγαν να μη μιλήσουν.

Ο ΣΥΡΙΖΑ, ως ανερχόμενη τότε, πολιτική δύναμη, που εκμεταλλεύτηκε στο έπακρο το κλίμα της απολιτίκ αγανάκτησης εκείνης της εποχής, βρήκε σύμμαχο όλα τα «μη πολιτικά πρόσωπα» που είτε φανερά είτε όχι δήλωναν τη στήριξή τους στο κόμμα της ελληνικής αριστεράς, που δήλωνε ότι ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός, με τη γνωστή συνέχεια. Τα «μη πολιτικά πρόσωπα» τύγχαναν της ευρείας αποδοχής του κόσμου αφενός εξαιτίας της επιτυχημένης πορείας τους σε χώρους όπως οι τέχνες ή ο αθλητισμός, αφετέρου γιατί δεν είχαν εκτεθεί ποτέ διεκδικώντας κάποιο πολιτικό αξίωμα, γεγονός που τους επέτρεπε περισσότερο από τον καθένα, τεράστια διεισδυτικότητα σε ένα κοινό που τότε περισσότερο από ποτέ, είχε θέσει σε ανυποληψία οποιονδήποτε σχετίζονταν με πολιτικό κατεστημένο που είχε διαχειριστεί τις τύχες της χώρας μέχρι την κρίση.

Κόντρα σε όλο αυτό το κλίμα, ο τρείς φορές χρυσός και μία χάλκινος ολυμπιονίκης της άρσης βαρών και έλληνας αθλητής του αιώνα, Πύρρος Δήμας επέλεξε την ανάποδη διαδρομή. Πολιτεύτηκε με το ΠΑΣΟΚ, στο ψηφοδέλτιο επικρατείας, που είχε ήδη αρχίσει να φυλλοροεί και που η κοινή  γνώμη είχε καταδείξει, δικαίως ή αδίκως η ιστορία θα κρίνει, ως βασικό υπαίτιο της κρίσης. Ο Πύρρος τότε επέλεξε να έρθει σε ρήξη με τον κόσμο που είχε δακρύσει με τις νίκες του και τον λάτρευε σαν Θεό, υπερασπιζόμενος το δικαίωμά του στην διαφορετική άποψη, ανεξάρτητα αν ήταν σωστή ή όχι.

Ο ΣΥΡΙΖΑ, ως καλός ζεν πρεμιέ που επιθυμεί όλες τις κοπέλες δικές του και νιώθει μια ιδιαίτερη έλξη κυρίως για όσες τον απορρίπτουν, χρειαζόταν τα  βέλη της κοινωνικής αποδοχής του Πύρρου στη φαρέτρα του. Και αυτό δεν του το συγχώρεσε ποτέ.

Ο Πύρρος βέβαια, δεν ήταν μια απλή περίπτωση λαοφιλούς αθλητή, που χρειαζόταν ο ΣΥΡΙΖΑ στον αγώνα της πολιτικής επικράτησης, αλλά ενσάρκωνε το απόλυτο προφίλ που ικανοποιούσε το αφήγημα του κόμματος της αριστεράς. Ηταν ένας ομογενής, αυτοδημιούργητος αθλητής, προερχόμενος από τα κατώτερα λαϊκά στρώματα και ταίριαζε γάντι στην επικοινωνιακή πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ που θα υπερασπιζόταν την ανοιχτή κοινωνία με ευκαιρίες για όλους όσους το πολιτικό σύστημα απέρριπτε, ενώ το άξιζαν, απλά και μόνο γιατί δεν άνηκαν σε αυτό.

Ο Πύρρος ενόχλησε ακόμα περισσότερο τον ΣΥΡΙΖΑ στη συνέχεια, όταν κατά την διάρκεια ολομέλειας της βουλής, έλαβε χώρα ένας έντονος διαπληκτισμός  μεταξύ των βουλευτών της Χρυσής Αυγής και του ανεξάρτητου βουλευτή Τατσόπουλου, με τον Δήμα να προστατεύει τον τελευταίο από τον χρυσαυγήτη Μίχο που είχε κινηθεί εναντίον του. Ο ολυμπιονίκης ενίσχυσε το λαϊκό του προφίλ, ως σύμβολο αντίδρασης απέναντι στην ασυδοσία της Χρυσής Αυγής εκπροσωπώντας όμως το «κακό ΠΑΣΟΚ» και εξέθεσε τον ΣΥΡΙΖΑ που ως κόμμα της αριστεράς θα επιθυμούσε να είχε εκείνο στους κόλπους του τον βουλευτή με την πιο ακτιβιστική δράση απέναντι στο ακροδεξιό κόμμα.

Η σταγόνα όμως που ξεχείλισε το ποτήρι ήταν η στάση του Δήμα την περίοδο του δημοψηφίσματος. Ο ΣΥΡΙΖΑ υπερασπιζόμενος το ΟΧΙ είχε όλες τις δημοφιλής περσόνες με το μέρος του. Καλλιτέχνες, παρουσιαστές και αθλητές δήλωναν τη στήριξή τους στην κατεύθυνση που είχε υποδείξει το κυβερνόν κόμμα. Από την άλλη πλευρά το στρατόπεδο του ΝΑΙ είχε κυριότερους εκπροσώπους τον Πύρρο Δήμα και τον Σάκη Ρουβά. Ο Ρουβάς αποδομήθηκε εύκολα με το επιχείρημα της άνετης ζωής του και της σχέσης του με το life style. Ο Δήμας όμως δεν είχε τρωτά σημεία που να ταίριαζαν στον επικοινωνιακό διαχωρισμό που επιχειρούσε ο ΣΥΡΙΖΑ μεταξύ παλιού-νέου, βολεμένων-αποκλεισμένων.

Πώς θα μπορούσες να αποδομήσεις «το λιοντάρι της Χειμάρας» που είχε συγκινήσει όλους τους Έλληνες, και συνέχιζε ακόμα να απολαμβάνει δημοφίλια, και ως βουλευτής του αντιδημοφιλούς ΠΑΣΟΚ; Σε μια μνημειώδη συνέντευξη στον ΣΚΑΙ ο Δήμας πήρε σαφή θέση υπέρ του ΝΑΙ, βάζοντας μάλιστα τα κλάματα στον αέρα σκεπτόμενος, όπως δήλωνε, την τύχη των παιδιών του. Ήταν ίσως αυτή η πολύ έντονη εικόνα του πιο δυνατού Έλληνα να κλαίει σε τηλεοπτική μετάδοση που μετέτρεψε τον Πύρρο από ανεκπλήρωτο έρωτα για τον ΣΥΡΙΖΑ σε μισητό εχθρό.

Ο Δήμας είναι πλέον προπονητής της ομάδας άρσης βαρών των ΗΠΑ αποδεικνύοντας πως υπάρχουν Έλληνες που δεν έχουν ανάγκη την πολιτική για να επιβιώσουν ‒η οικονομική τους επιβίωση δεν εξαρτάται από την ένταξη του σε κομματικούς στρατούς‒ και πως υπάρχουν αθλητές που όταν τελειώσουν τα λεφτά του πρωταθλητισμού δε θα προσκολληθούν σε κόμματα προκειμένου να πετύχουν.

Η φήμη του ως αθλητή ξεπέρασε τα όρια της χώρας και αξιοποιήθηκε στον τομέα που γνωρίζει καλύτερα ως επαγγελματίας προπονητής.

Θεωρητικά ίσως θα έπρεπε ο Πύρρος, έχοντας αποχωρήσει από τη χώρα και τα πολιτικά της δρώμενα, να σταματήσει να απασχολεί το κομματικό επιτελείο του ΣΥΡΙΖΑ ως αντίπαλος.

Η κομματική εφημερίδα του ΣΥΡΙΖΑ όμως δεν τον χώνεψε ποτέ και ως γνήσιος ζεν πρεμιέ που όταν αποτυγχάνει οριστικά να γοητεύσει μια κοπέλα, επιχειρεί να τη βγάλει σκάρτη, επιχείρησε με το άρθρο της να επιτεθεί στον Δήμα αμφισβητώντας ακόμα και τη σημασία, αλλά και τη δυσκολία του αθλήματος της άρσης βαρών.

Η Αυγή, ως λαϊκίστικη και κομματική εφημερίδα, που συστηματικά διαπνέεται από διχαστικά κείμενα και μανιχαϊστικούς διαχωρισμούς, δε θα χωνέψει ποτέ έναν κόσμο με Πύρρους. Έναν κόσμο με ανθρώπους που γυρνάνε την πλάτη τους στην λαϊκή αποδοχή, αν έχουν άλλη άποψη και μάλιστα χωρίς να χάνουν την δημοτικότητα τους και που μπορούν να πετύχουν με την αξία τους και όχι κεφαλαιοποιώντας την υποταγή στο «κόμμα».

Πώς άλλωστε να αξιοποιήσεις τον λαϊκισμό, χωρίς τη συμμετοχή του λαού και πώς να πάρεις με το μέρος σου κάποιον που δεν έχει ανάγκη όσα του προσφέρεις;