Τον Σεπτέμβριο του 2015 ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α και οι ΑΝ.ΕΛ έλαβαν για δεύτερη φορά την πιο ισχυρή εντολή, την εντολή του λαού, για να κυβερνήσουν τη χώρα, αλλά δυστυχώς ακόμη αντιπολιτεύονται. Όμως δεν είναι αυτό το μείζον. Το μεγάλο πρόβλημα είναι πως η Κυβέρνηση δεν μπορεί να αντιληφθεί τον θεσμικό της ρόλο, κάτι το οποίο επιφέρει ως θλιβερό απότοκο την απώλεια κάθε ψήγματος πολιτικής αξιοπρέπειας, αλλά και την ανεπανόρθωτη διάρρηξη της εθνικής ενότητας.
Στα δημοκρατικά πολιτεύματα σύμφωνα με την τριμερή διάκριση των εξουσιών από τον Αριστοτέλη, ο οποίος έκανε τη διάκριση ως εξής : «ἔστι δή τρία μόρια τῶν πολιτειῶν πασῶν… ἓν μέν τί τό βουλευόμενον περί τῶν κοινῶν, δεύτερον δέ τό περί τάς ἀρχάς… τρίτον δέ τί τό δικάζον» και εν συνεχεία από τον Μοντεσκιέ (νομοθετική-εκτελεστική-δικαστική) η εκάστοτε Κυβέρνηση ασκεί την εκτελεστική εξουσία, δηλαδή εφαρμόζει τους Νόμους, που ψηφίζονται από τη νομοθετική εξουσία, εφόσον αυτοί εγκρίνονται από τη δικαστική. Αυτό είναι το τρίπτυχο για την επίτευξη και θεμελίωση δημοκρατικής ομαλότητας.
Η λυδία λίθος της δημοκρατίας είναι η επιτυχία στη συνεργασία του προαναφερθέντος εξουσιαστικού τριπτύχου. Η επιτυχία, όμως, αυτή εξαρτάται παντάπασιν από την πίστη κάθε οργάνου στους θεσμούς και τις αξίες του πολιτεύματος, το οποίο σημαίνει πως πρέπει κάθε όργανο να έχει αφομοιώσει και εσωτερικεύσει τους κανόνες, να τους πιστεύει βαθιά, να τους έχει κάνει κτήμα του και να μάχεται για αυτούς αδιαλείπτως.
Λίγες μέρες πριν από την απόφαση του ΣτΕ είχε ειπωθεί από κυβερνητικό στέλεχος πως οι αποφάσεις της Δικαιοσύνης είναι μεν δεσμευτικές, αλλά όχι και σεβαστές. Κάτι τέτοιο ακόμη και αν θεωρηθεί γλωσσικό σφάλμα δείχνει μια απαξίωση προς το Σύνταγμα, το οποίο ιεραρχικά βρίσκεται πάνω από κάθε νόμο και εδώ ακριβώς κρύβεται το πρόβλημα, δηλαδή στο ότι δεν υπάρχει βαθιά πίστη στους θεσμούς. Και φυσικά δεν πρόκειται για γόνιμη κριτική στις διατάξεις του Συντάγματος, αλλά για άγονη αμφισβήτηση και είναι κατακριτέο το εκπροσωπευτικό όργανο του λαού να μη σέβεται κάτι το οποίο πηγάζει από αυτόν, κατά συνέπειαν πρόκειται για μία έμμεση ασέβεια προς τον λαό.
Η κατοχύρωση του Συντάγματος είναι ο καρπός και το επιστέγασμα μιας μακραίωνης επαναστατικής πάλης, που διεκδικούσε την κατάλυση οιασδήποτε μορφής απολυταρχίας. Το Σύνταγμα είναι η ασπίδα του λαού απέναντι σε οποιαδήποτε αυθαιρεσία της εξουσίας. Είναι αυτό που διασφαλίζει την εύτακτη και ειρηνική διαρρύθμιση της συμβίωσης σε μια πολιτική κοινωνία, γι’ αυτό απαιτεί τον προσήκοντα σεβασμό.
Ένα εξίσου μεγάλο σφάλμα της Κυβέρνησης είναι η πεπλανημένη αντίληψή της ότι από τη μία πλευρά βρίσκεται αυτή και οι οπαδοί της και από την άλλη όσοι διαφωνούν. Αυτή η ρητορική του «εσείς κι εμείς» ακούγεται συχνά και διαφαίνεται στις πράξεις των ιθυνόντων. Μια εκλεγμένη από τον λαό κυβέρνηση είναι ευκόλως αντιληπτό ότι οφείλει να εκπροσωπεί τον λαό στο σύνολό του χωρίς διακρίσεις, συμπάθειες και έχθρες. Πρέπει κάποια στιγμή οι ιθύνοντες να σταματήσουν να στιγματίζουν ομάδες όπως οι δικηγόροι, οι δικαστές, οι δημοσιογράφοι και να βάλλουν απέναντι κάθε αντίθετη φωνή. Δεν χωρούν τέτοιες απόψεις σε φιλελεύθερες δημοκρατίες και δη σε δυσχερείς καταστάσεις όπως αυτή που βιώνουμε σήμερα. Οι αποφάσεις πρέπει να λαμβάνονται για το συλλογικό συμφέρον και οι άρχοντες να μεριμνούν για όλους.
Όταν διαρρηγνύεται η εθνική ενότητα, τότε δίνεται ευκαιρία σε επιλήσμονες της ιστορίας και αμφισβητούντες διεθνών Συνθηκών να απειλούν το Έθνος.
*Ο Χρήστος Ωραιόπουλος είναι φοιτητής της Νομικής Σχολής ΑΠΘ.