Δεν γνωρίζω τη Νατάσσα Μποφίλιου παρά μόνο μέσα από (κάποια από) τα τραγούδια της. Δεν είχα διαβάσει την – περιβόητη πλέον – συνέντευξή της και πιθανότατα δεν θα την διάβαζα, αν δεν είχε ακολουθήσει το γνωστό πανηγυράκι των τρελών με τα σχόλια και τα σχολιανά να δίνουν και να παίρνουν. Δεν είχα σκοπό να γράψω κάτι γι’ αυτά που είπε και γι’ αυτά που άκουσε. Δεν είναι άλλωστε ούτε η πρώτη ούτε η τελευταία που αποπειράται να κολυμπήσει σε άγνωστα σ’ εκείνη νερά και πνίγεται στη ρηχότητα της ημιμάθειας.
Είχα, ωστόσο, την ατυχή έμπνευση να διαβάσω το κείμενο του Πάσχου Μανδραβέλη επί του θέματος στην Καθημερινή από όπου και αντιγράφω το παρακάτω απόσπασμα:
«Από μικρή άκουγε τα «επαναστατικά κατορθώματα» των μεγαλύτερών της κι, επειδή είναι χαριτωμένη, πρέπει να της τα εξιστορούσαν πάρα πολλοί…»
Υποθέτω ότι ο υπόκωφα βίαιος σεξισμός του υπαινιγμού δεν σηκώνει παρερμηνείες. Η κ. Μποφίλιου, μας εξηγεί ο αρθρογράφος, δεν λέει μπαρούφες λόγω επιφανειακής αντίληψης του πολιτικού μας παρόντος ή περιορισμένης γνώσης του ιστορικού μας παρελθόντος, αλλά επειδή ως γυναίκα – και δη «χαριτωμένη» – είχε «πολλούς» ινστρούχτορες από τους οποίους έπαιρνε γραμμή (και Κύριος οίδε τι άλλο).
Η αβάσταχτη ελαφρότητα με την οποία ο κ. Μανδραβέλης αναγάγει το φύλο και την εξωτερική εμφάνιση ενός ανθρώπου σε εργαλείο δήθεν σοβαρής πολιτικής ανάλυσης είναι ανησυχητική αν και όχι εντελώς απροσδόκητη. Ο σεξισμός (και ο ρατσισμός σε όλες του τις μορφές) δεν είναι όψιμο φαινόμενο, δεν έχει (ο σεξισμός τουλάχιστον) ξεκάθαρο πολιτικό πρόσημο, έχει βαθιές ρίζες και, ασφαλώς, δεν είναι μόνον εγχώριο «φρούτο». Δεν παύει, όμως, να είναι εντυπωσιακό το πόσο εύκολα και ανώδυνα καταπίνουμε την συγκεκριμένη κάμηλο και μάλιστα αμάσητη.
Δεν είμαι σε θέση να γνωρίζω αν ένα αντίστοιχης ποιότητας σχόλιο για την σεξουαλικότητα, το χρώμα του δέρματος ή την καταγωγή ενός αθλητή, λόγου χάρη, ο οποίος έτυχε – ή, τέλος πάντων επέλεξε – να αρθρώσει λόγο βαρύγδουπο πλην αφελή για θέματα εκτός του πεδίου δράσης του, θα τύγχανε πιο ηχηρής αποδοκιμασίας. Πιστεύω, ωστόσο, ότι οι περισσότεροι εξ ’ημών θα επεδείκνυαν περισσή ευαισθησία, αν η αποδέκτης του σεξιστικού υπαινιγμού ήταν πρόσωπο του δικού τους φιλικού περιβάλλοντος. Και θα διερρήγνυαν, φρονώ, τα (διαδικτυακά) τους ιμάτια, διατυμπανίζοντας ότι ο σεξισμός στον δημόσιο (δια)λόγο πρέπει να είναι καταδικαστέος απ’ όπου κι αν προέρχεται, ανεξάρτητα από (αγαθές ή μη) προθέσεις, πολιτικές πεποιθήσεις ή προσωπικές θέσεις και απόψεις.
Βλέπεις, η ισότητα των φύλων είναι πιο εύκολη όταν πρόκειται για φίλους…
Υ.Γ. Για να σε λέει «χαζοβιόλα» ο Πέτρος ο Τατσόπουλος υποθέτω ότι είτε ανήκεις στην «άλλη μισή» Αθήνα ή είσαι από χωριό. Σε κάθε περίπτωση, τιμή σου και καμάρι σου.
* Ο Πάνος Καποτάς είναι Επίκουρος καθηγητής Νομικής στο Portsmouth Law School