Τους βλέπω να τσακώνονται αν η «Αυγή» πρέπει να έχει άλλο εξώφυλλο ή αν μέσα στα καθήκοντα του μέλους πρέπει να είναι υποχρεωτικά και η συνδρομή στην κομματική εφημερίδα. Να τρώνε ώρες συζητήσεων για το αν ο Ευκλείδης παραμένει αρχηγός της αριστερής πτέρυγας ή αν προσχώρησε στο στρατόπεδο Τσίπρα, πουλώντας την αριστερή ψυχή του στη σοσιαλδημοκρατία. Να πλακώνονται άσχημα για το περιεχόμενο των «θέσεων» που θα παρουσιαστούν στο συνέδριο, αν θα είναι «ριζοσπαστικές» ή «ευρύχωρες» ώστε να χωράνε και τους σκληρούς αριστερούς και τους παλιούς πασόκους. Γενικώς έχουν μια εσώψυχη αναταραχή εκεί στην Κουμουνδούρου. Μόνο ότι ο πληθωρισμός είναι σύμμαχός τους συμφωνούν, αλλά κι αυτόν δεν ξέρουν πώς να τον μεταχειριστούν. Φτάνει το «παραιτήσου Μητσοτάκη» ή χρειάζεται και κάτι ακόμα; Δεν ξέρουν.
Γενικώς εκεί στον ΣΥΡΙΖΑ ασχολούνται με τα δικά τους. Με την ψευδαίσθηση ότι η επίλυση των ιδεολογικο-πολιτικό εσωτερικών τους είναι προϋπόθεση για την απρόσκοπτη και νικηφόρα εξόρμηση του κόμματος προς τις έξω μάζες. Στην πραγματικότητα, κατατρώγονται με τα εσώψυχά τους, έχοντας εναποθέσει το σύνολο των ελπίδων τους στην απλή αναλογική. Κάτι θα γίνει, κάπως θα γίνει και η ακυβερνησία που σέρνει πίσω της η απλή και άδολη, θα οδηγήσει τον Τσίπρα στη δεύτερη πρωθυπουργία του. Μετά από μία, δύο, τρεις κάλπες; Μπορεί και παραπάνω. Σημασία έχει να μην πλησιάσει ο Μητσοτάκης το 38+% που φτιάχνει αυτοδύναμη κυβέρνηση. Οσο θα βρίσκεται κάτω απ’ αυτό όλα είναι ανοικτά για τον Τσίπρα.
Κάπως έτσι όμως κινείται και ο Ανδρουλάκης. Αυτός φρόντισε μόνο ένα πράγμα. Ξεκαθάρισε προς πάσα κατεύθυνση ότι δεν σκοπεύει να συνεργαστεί με κανέναν, για κανέναν λόγο και κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες. Κι αφού το έκανε αυτό, κάθισε στη γωνιά του και άφησε ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ να βουρλίζονται. Τον μεν Μητσοτάκη να αναρωτιέται τι θα κάνει αν και μετά τη δεύτερη κάλπη τού λείπουν δυο-τρεις βουλευτές, τον δε Τσίπρα να τρώει τα νύχια του, μπροστά στην υπαρκτή πιθανότητα να βρεθεί σε καθοδική τροχιά και με απόλυτη έλλειψη αφηγήματος που θα την επιτείνει.
Βεβαίως, η θεώρηση Ανδρουλάκη μπορεί να μοιάζει ελπιδοφόρα για την πορεία του ΚΙΝΑΛ που δείχνει να ξεφεύγει από το γλίσχρο 6%-8%, έχει όμως ένα βασικό πρόβλημα. Το κέντρο της πολιτικής ζωής του τόπου δεν γίνεται να κινείται επί μακρόν γύρω από τα ποσοστά του τρίτου κόμματος και αν αυτά θα το φέρουν στη δεύτερη θέση. Μια τέτοια οπτική αντικειμενικά έχει κοντά ποδάρια και κινδυνεύει να κονιορτοποιηθεί την κρίσιμη στιγμή που θα προκύψει το μέγα θέμα της κυβερνησιμότητας του τόπου.
Κοντολογίς, δεν θα περιμένει η ελληνική κοινωνία άπραγη για πεντέξι χρόνια, μέχρις ότου ο Ανδρουλάκης περάσει τον Τσίπρα και διεκδικήσει κυβέρνηση, αν αποδεχτούμε το σενάριο της Χαριλάου Τρικούπη. Κάποιος πρέπει να κυβερνά ως τότε. Αν ο Ανδρουλάκης πιστεύει ότι η επόμενη πενταετία θα κινηθεί ερήμην του βασικού διλήμματος «κυβέρνηση ή ακυβερνησία», τότε θα δει τον ελπιδοφόρο στόλο του να βουλιάζει μέσα στο λιμάνι, χωρίς να προλάβει να βγει στα ανοικτά και να δείξει την αξία του.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News