«Ουδέν κακόν αμιγές καλού» λέει ο λαός. Όπως επίσης λέει πως κάθε εμπόδιο για καλό. Μόνον που στην προκειμένη περίπτωση τα κακά και τα εμπόδια είναι πάρα πολλά, δεδομένου ότι o κορονοïός εξακολουθεί να απειλεί και να καθορίζει τις ζωές των ανθρώπων σε ολόκληρο τον κόσμο.
Ωστόσο η κρισιμότητα της κατάστασης δεν συνεπάγεται απουσία θετικών στοιχείων σε αυτήν την ανείπωτη κρίση που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε ως ανθρωπότητα. Κάποια από αυτά τα στοιχεία αναδεικνύει σε κείμενό του στην ιταλική La Repubbica o Φραντσέσκο Γκουερέρα, διευθυντής στην Ευρώπη του κορυφαίου αμερικανικού οικονομικού και επενδυτικού περιοδικού Barron’s.
Ο διακεκριμένος ιταλός δημοσιογράφος ο οποίος έχει εργαστεί, πέρα από την Ευρώπη, στις ΗΠΑ αλλά και στην Ασία, μας πληροφορεί ότι μετακόμισε στο Χονγκ Κονγκ την άνοιξη του 2003, ακριβώς την ημέρα που ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας ανακοίνωσε τον τερματισμό της κατάστασης έκτακτης ανάγκης για την επιδημία Sars στην πρώην βρετανική αποικία.
Μέσα σε διάστημα δύο μηνών, η περιοχή που «ο “πρόγονος” ιός της Covid – 19 είχε μετατρέψει σε οικονομική έρημο, μεταμορφώθηκε σε ακμάζουσα και ζωντανή μητρόπολη, σε τόπο ιδανικό για τη συνένωση του καπιταλισμού, των δεξιοτήτων και των κεφαλαίων της Δύσης με τη εφευρετικότητα, την προσαρμοστικότητα και την τεχνογνωσία της Ανατολής», εξηγεί ο Γκουερέρα.
Αναγνωρίζει, φυσικά, πως σήμερα η κατάσταση είναι σαφώς χειρότερη σε σχέση με τότε και ότι η πανδημία Covid-19 είναι πολύ πιο επικίνδυνη από την επιδημία Sars. Παραδέχεται επίσης πως δύσκολα μπορεί κάποιος να εμφανίζεται αισιόδοξος, ενόσω ακόμα νοσούν και πεθαίνουν άνθρωποι και πλήττονται με πρωτοφανή τρόπο οικονομίες και έρχονται τα πάνω κάτω στις ζωές δισεκατομμυρίων ανθρώπων. Ομως ο ίδιος πιστεύει ακράδαντα πως «πίσω από τις κουρτίνες μιας τραγωδίας που βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, υφίσταται ένας ζήλος επιστημονικός, πνευματικός και οικονομικός που δεν πρέπει να υποτιμάται».
Κατά τη διάρκεια των τελευταίων εβδομάδων ο Γκουερέρα συνομίλησε με πλήθος τραπεζιτών, οικονομολόγων και λοιπών ειδικών με στόχο να εντοπίσει τα «καλά» της πανδημίας. Και διαπίστωσε πως το κοινό στοιχείο των όποιων θετικών επιπτώσεων της κρίσης που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα είναι η «επίσπευση: από την ιατρική έως το περιβάλλον και την οικονομία, αυτή η καταστροφή καθιστά αναγκαστική την πραγματοποίηση ενός τεράστιου άλματος όσον αφορά την έρευνα, τη συνεργασία μεταξύ των διάφορων κλάδων και την υιοθέτηση νέων τεχνολογιών».
Στο πεδίο των επιστημών το εν λόγω φαινόμενο εκδηλώνεται στη διεθνή συνεργασία, μεταξύ γιατρών, εταιρειών και πανεπιστημίων, με ή χωρίς κρατική αρωγή. Κοινός και πρωταρχικός τους στόχος στην προκειμένη περίπτωση είναι φυσικά η ανάπτυξη εμβολίων κατά του κορονοïού αλλά τα οφέλη που προκύπτουν στην πορεία είναι πολλά.
Για να γίνει καλύτερα κατανοητός ο Γκουερέρα στο κείμενό γράφει για την Medtronic, τον αμερικανικό (με έδρα στην Ιρλανδία για λόγους φορολογικούς) κολοσσό ανάπτυξης και κατασκευής ιατρικών μηχανημάτων. Με το που ξέσπασε η πανδημία αυξήθηκε η ζήτηση για αναπνευστήρες αλλά η εταιρεία βρέθηκε ενώπιον ενός βασικού προβλήματος: έπρεπε να δει με ποιον τα μέλη του ιατρικού προσωπικού θα μπορούν να χειρίζονται τα μηχανήματα αυτά, δίχως να διατρέχουν τον κίνδυνο να προσβληθούν από τον ιό.
Η λύση βρέθηκε χάρη σε μία επιχειρηματική «συμμαχία – αστραπή» με την Intel, τον αμερικανικό κολοσσό των μικροτσίπ, με την Medtronic να κατασκευάζει τελικά αναπνευστήρες που οι γιατροί και οι νοσοκόμοι μπορούν να χειρίζονται από μακριά. «Κάτω από κανονικές συνθήκες, θα έπρεπε να περιμένουμε μήνες, ενδεχομένως και χρόνια, για αυτήν την καινοτομία. Κατά την πανδημία επιτεύχθηκε σε λίγες εβδομάδες», υπογραμμίζει ο Γκουερέρα.
Οσον αφορά την οικονομία, το «καλό» της πανδημίας ήταν η ταχύτατη μετάβαση και προσαρμογή εκατομμυρίων επαγγελματιών στην εξ αποστάσεως εργασία. Η κρίση, ωστόσο, δεν επηρέασε μόνον το εργατικό δυναμικό. Γιατί όντας υποχρεωμένες να περιορίσουν στο ελάχιστο τις όποιες επαφές τους με πελάτες, προμηθευτές και ρυθμιστικές αρχές, οι εταιρείες άλλαξαν και αυτές τον τρόπο με τον οποίο επιχειρούν.
Αφού ρώτησαν 900 υψηλόβαθμα διευθυντικά στελέχη πώς αντέδρασαν στην πανδημία, αναλυτές της McKinsey διαπίστωσαν ότι πάρα πολλές εταιρείες, από τράπεζες και εκπαιδευτικά ιδρύματα έως μανάβικα, κατά μέσο όρο επέσπευσαν τη διαδικασία «ψηφιοποίησής» τους κατά τρία με τέσσερα και σε ορισμένες περιπτώσεις κατά επτά χρόνια – και αυτό αποτελεί «μια πραγματική επανάσταση».
Η πανδημία ωφέλησε και το περιβάλλον. Η δραματική πτώση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά την περίοδο που σχεδόν ολόκληρος ο πλανήτης βρισκόταν σε καραντίνα, αποδεικνύει πως «η ρύπανση δεν είναι υποχρεωτική». Και κάποιες κυβερνήσεις ήδη μιλούν για «πράσινη ανάκαμψη» με στόχο την επιστροφή στην ανάπτυξη αλλά όχι σε βάρος του πλανήτη που μας φιλοξενεί. Για παράδειγμα, ο Μπόρις Τζόνσον δεσμεύτηκε πως έως το 2030 όλα τα νοικοκυριά της Βρετανίας θα τροφοδοτούνται με ηλεκτρική ενέργεια από υπεράκτιες αιολικές φάρμες.
Ο Φραντσέσκο Γκουερέρα ολοκληρώνει το άρθρο του κάνοντας λόγο «για απροσδόκητες και τυχαίες ευκαιρίες, για τις κάποιες θετικές παρενέργειες μιας τεράστιας καταστροφής». Αλλά όπως μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο «εμφανίστηκαν ο υπολογιστής, η μαζική παραγωγή πενικιλίνης, ακόμη και ο φούρνος μικροκυμάτων», και μετά την επιδημία Sars άλλαξαν άρδην στα συστήματα υγείας της Ασίας (δεν είναι τυχαίο πως οι ασιατικές χώρες διαχειρίζονται καλύτερα την πανδημία από την Ευρώπη και τις ΗΠΑ), έτσι και σήμερα μπορούμε να ευελπιστούμε πως και από αυτή την τραγωδία, στο τέλος κάτι καλό θα βγει.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News