Φτάνοντας στο χωριό πρώτη στάση στο καφενείο της Αψίδας για να ξαποστάσουμε από τη βροχή και τις όμορφες εικόνες. Έτσι λέμε εμείς οι Κρητικοί «Ευκαιρία για μία τσικουδιά».
Και από κάπου εκεί μέσα, από το μικρό ατμοσφαιρικό καφενεδάκι με την τεράστια τζαμαρία και τη θέα στο βουνό, αρχίζει να ξετυλίγεται η ιστορία…
Όπως σε πολλές περιπτώσεις έτσι και εδώ, έχουμε δύο εκδοχές για την ονομασία του χωριού.
Η πρώτη εκδοχή λέει ότι στο χωριό κατά την βυζαντινή περίοδο οι κάτοικοι ειδικεύονταν στην εκτροφή, εξημέρωση και εκπαίδευση γερακιών στο κυνήγι του λαγού και της πέρδικας. Το όνομα αυτών «Γερακάρηδες». Άντρες ατρόμητοι και λεβέντες που κυνηγούσαν με τα γεράκια στους ώμους. Αχ πόσο θα ήθελα να είμαι ένας από αυτούς!
Η άλλη εκδοχή, μας λέει πως οι άνθρωποι του τόπου είχαν γερή κάρα, δηλαδή γερό κεφάλι με ανοιχτό έξυπνο μυαλό.
Σε αυτή την εκδρομή, εγώ ήμουν καλεσμένη της οικογένειας Γενεράλη. Σίγουροι απόγονοι και των δύο εκδοχών ονομασίας του τόπου.
Ο πατέρας της οικογένειας, Καπετάν-Γιάννης Γενεράλης, γεννήθηκε και μεγάλωσε εκεί. Η ζωή όμως του επιφύλασσε την σχολή εμποροπλοιάρχων, που τον πήρε από το χωριό του. Διετέλεσε καπετάνιος του Ελληνικού Εμπορικού Ναυτικού και Γενικός Διευθυντής σε επιχειρήσεις Ελληνικών συμφερόντων στη Τζέντα της Σαουδικής Αραβίας. Επέστρεψε όμως, τού ήταν δυσβάσταχτο να ζει μακριά από το χωριό με τις 100 πηγές και το σκηνικό με τις παραμυθένιες, αμέτρητες κερασιές. Αφού γύρισε όλο τον κόσμο, ήρθε στη ρίζα του.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News