Ατυχώς, δεν είμαστε σαν τους Γάλλους
Ατυχώς, δεν είμαστε σαν τους Γάλλους
Μετά από μια σύντομη -ψυχαναλυτική, ως συνήθως- επαγγελματική συνάντηση στο Παρίσι, περιμένοντας την ώρα της πτήσης μου για την Αθήνα, επέστρεψα, όπως κάθε φορά, στο καφεστιατόριο Le fumoir. Στο Καπνιστήριον δεν επιτρέπεται πλέον το κάπνισμα, ούτε καν το άτμισμα, αλλά ακόμη απολαμβάνεις την ανεμπόδιστη θέα στην ομορφότερη ίσως όψη του συγκροτήματος του Λούβρου. Απολαμβάνεις χωρίς αισθητικές οχλήσεις το πιο αυστηρό νεοκλασικό μνημειώδες κτίριο του Παρισιού.
Σε αντίθεση με τη Γερμανία που έχω σχέση άρρηκτης ταύτισης από τα φοιτητικά μου χρόνια, οι σπουδές στη Γαλλία με έκαναν στενό φίλο του γαλλικού πολιτισμού και κυρίως του τρόπου ζωής. Φιλία σημαίνει επιλογή κι από φοιτητής επέλεγα αυτό το μέρος για περισυλλογή πριν την αναχώρηση.
Στη συνάντηση με την πελάτισσα, αφού λύσαμε, τρόπος του λέγειν, τα αμιγώς επαγγελματικά ζητήματα, καταλήξαμε στην προσφιλή κουβέντα για τις συγγένειες Ελλάδος και Γαλλίας. Εκείνη μου έλεγε πως η αίσθησή της είναι ότι η πλειονότητα των Γάλλων θεωρεί υπερβολική την αντιμετώπιση των εταίρων προς τους Έλληνες κατά τη διάρκεια της κρίσης κι ότι αντικειμενικά η χώρα μας είναι η ομορφότερη, η αγνότερη της Ευρώπης.
Βιάζομαι να συμπεράνω πως, όπως πολλοί, μένει στην τουριστική καρτποστάλ του ελληνικού καλοκαιριού και με προλαβαίνει λέγοντάς μου κάτι αρκετά διαδεδομένο στους Γάλλους: Η Ελλάδα, λέει, είναι μια μικρή Γαλλία, ένας όμορφος ιστορικός τόπος, παραδομένος στα χέρια των συνδικάτων και της Εκκλησίας.
Η παραβολή αναμφίβολα κολακεύει αυτό που εγώ εισπράττω σημερα από τη χώρα μου. Της λέω, καλά τα συνδικάτα, καλοί κι οι παπάδες, αλλα εσείς έχετε από καταβολών διαχωρισμένο λαϊκό κράτος μακριά από κάθε θρησκεία, ψηφίσατε τον γάμο ατόμων του ίδιου φύλου, ανοίγετε τα μαγαζιά σας την Κυριακή χωρίς τραμπουκισμούς, πληρώνετε τους φόρους σας κατά το μάλλον ή ήττον, βλέπετε στους μετανάστες το παρόν και το μέλλον της χώρας, χωρίς τυμπανοκρουσίες και «πρώτη φορά Αριστερά». Εμείς, τι; Ψέματα, ιδιοτέλεια, αυτοθαυμασμός, αναχρονισμοί παντού.
Και τότε, έξαφνα σκέφτομαι: «Τι κάνεις, ρε μαλάκα, είκοσι χρόνια πίσω στα ίδια μέρη, τα ίδια έλεγες. Θαύμαζες αυτή τη χώρα κι έλεγες ελπίζω κι η δική μου κοινωνία να γίνει κάπως έτσι. Τώρα έφτασες σαράντα και πας να αποδομήσεις αυτό για το οποίο είσαι συνένοχος; Δυο δεκαετίες ηδονισμού κι εκτόνωσης, στα οποία ασμένως συμμετείχες, δεν ήταν αρκετές για να δικαιολογήσεις την κατάντια της κοινωνίας σου;».
Η απάντηση ήταν εύγλωττη και σαφής. Δίπλα μου κάθισε ένας Ασιάτης που συστήθηκε ως Γάλλος και μιλούσε τα Αγγλικά με παριζιάνικη προφορά. Γεννήθηκε στη Νότιο Κορέα, ήρθε στο Παρίσι πέντε χρόνων, είναι άνεργος και δουλεύει περιστασιακά ως φωτογράφος για τουρίστες, η κρίση εχει θίξει βαθιά τη χώρα του αλλά ελπίζει και προσπαθεί, λέει. Η σκηνή δεν θα μπορούσε εύκολα να στηθεί στην Αθήνα. Αυτοί είμαστε και ατυχώς δεν είμαστε ίδιοι με τους Γάλλους. C'est la vie!
Ο Βασίλης Κ. Καραμητσάνης είναι δικηγόρος Αθηνών και πρόεδρος της Πλατφόρμας -Εταιρείας Αστικού Πολιτισμού.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News